Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, μπορεί να θεωρεί τον εαυτό της τυχερό: Η οικονομία της ευρωζώνης έχει δείξει τα αποτελέσματά της εγκαίρως, ώστε η επικεφαλής της ΕΚΤ να μπορέσει να επικεντρωθεί σε μια στρατηγική ανασκόπηση που είναι πιθανό να διαρκέσει όλο το υπόλοιπο έτος.
Η πολιτική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας την Πέμπτη θα κυριαρχείται από την ανακοίνωση της πρώτης αναθεώρησης -μετά το 2003- για τον στόχο του πληθωρισμού, καθώς και μια βαθιά ενασχόληση με νέες προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή και τα ψηφιακά νομίσματα. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι οι οικονομικές ανησυχίες έχουν εξασθενίσει με την εξομάλυνση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αλλά και ότι το Brexit επιστρέφει στην πορεία ολοκλήρωσής του και η νομισματική στήριξη έχει «κλειδώσει».
Δεν είναι σαφές πόσο χρόνο θα διαρκέσει η ανάπαυλα -ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ χρησιμοποίησε την εμφάνισή του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός για να απειλήσει και πάλι με δασμούς την Ευρωπαϊκή Ένωση, την ώρα που οι επικείμενες εμπορικές συνομιλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το Ηνωμένο Βασίλειο αφήνουν περιθώριο για εκπλήξεις. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, όπως είπε το μέλος της εκτελεστικής επιτροπής Υβ Μερς την περασμένη εβδομάδα, η ΕΚΤ είναι τουλάχιστον σε θέση να επισημάνει «καλά σημάδια σταθεροποίησης».
Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι το επιτόκιο των καταθέσεων θα παραμείνει στο -0,5% και η ποσοτική χαλάρωση θα παραμείνει στα 20 δισ. ευρώ το μήνα, όταν ανακοινωθεί η απόφαση (στις 1:45 μ.μ. στη Φρανκφούρτη), ενώ η ενημέρωση της Λαγκάρντ αρχίζει 45 λεπτά αργότερα.
Οικονομικές προοπτικές
Παρά την υποχώρηση της παραγωγής, η ανεργία στην ευρωζώνη διατηρείται κοντά σε χαμηλά επίπεδα και ο τομέας των υπηρεσιών αυξήθηκε τον Δεκέμβριο με τον ταχύτερο ρυθμό του τελευταίου τετραμήνου. Η οικονομική εμπιστοσύνη βελτιώθηκε και ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων έξι μηνών, αν και αυτό συνέβη κυρίως λόγω των τιμών της ενέργειας.
Στη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία του ευρωπαϊκού μπλοκ, η εμπιστοσύνη των επενδυτών είναι στο υψηλότερο σημείο για διάστημα μεγαλύτερο από τέσσερα χρόνια και οι μετοχές βρίσκονται επίσης κοντά στο υψηλότερο επίπεδο.
Η ΕΚΤ προβλέπει ότι η αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης θα επιβραδυνθεί ελαφρά και θα κινηθεί περίπου στο 1,1% φέτος από 1,2% το 2019, ενώ στη συνέχεια θα επιταχυνθεί το 2021.
Πληθωρισμός
Έχει αποφασιστεί η ανασκόπηση του τρόπου με τον οποίο η πολιτική της ΕΚΤ καθοδηγεί την πολιτική που άρχισε πριν από περίπου ένα χρόνο, όταν ο Φινλανδός κεντρικός τραπεζίτης Όλι Ρεν ζήτησε βαθύτερη ανάλυση των προτάσεων που υπέβαλαν οι ακαδημαϊκοί και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής. Η Λαγκάρντ υποστήριξε ένα τέτοιο βήμα πριν ακόμα αναλάβει την προεδρία της ΕΚΤ από τον Μάριο Ντράγκι τον Νοέμβριο.
Κλιματική αλλαγή
Η απάντηση στην αλλαγή του κλίματος θα είναι πιο δύσκολο να συμφωνηθεί, με ορισμένους διαμορφωτές πολιτικής να ανησυχούν ότι η εστίαση της κεντρικής τράπεζας στη σταθερότητα των τιμών θα μπορούσε να αραιωθεί. Η Λαγκάρντ αναμένεται να βρεθεί αντιμέτωπη με ερωτήσεις στη συνέντευξη Τύπου σχετικά με την πιθανότητα η ΕΚΤ να αγοράσει «πράσινα ομόλογα» στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης ή να πιέσει τους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στους κινδύνους της χρηματοδότησης περιουσιακών στοιχείων με υψηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα.
Ψηφιακά νομίσματα
Ένα άλλο θέμα μπορεί να είναι η απόφαση της ΕΚΤ αυτή την εβδομάδα να συνεργαστεί με μεγάλες κεντρικές τράπεζες, όπως η Τράπεζα της Αγγλίας και η Τράπεζα της Ιαπωνίας, προκειμένου να αξιολογηθούν οι δυνατότητες ανάπτυξης δικών τους ψηφιακών νομισμάτων.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στη Φρανκφούρτη έχουν ήδη συζητήσει την ιδέα και η Λαγκάρντ είναι θετική, θεωρώντας την εξέλιξη αυτή ως έναν τρόπο καταπολέμησης του οικονομικού αποκλεισμού. Ωστόσο τα βήματα που θα γίνουν, απαιτούν προσοχή.
Ταξίδι στο Νταβός
Μόλις τελειώσει με τη συνέντευξη Τύπου της ΕΚΤ, η Λαγκάρντ θα αναχωρήσει με προορισμό το Νταβός. Εκεί θα συζητήσει τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης με μια ομάδα εμπειρογνωμόνων, συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Στίβεν Μνούτσιν, του Διοικητή της Κεντρικής τράπεζας της Ιαπωνίας Χαρουχίκο Κουρόντα και της Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, διαδόχου της ως επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.