Τα θέματα εξωτερικής πολιτικής σπάνια παίζουν αποφασιστικό ρόλο στις ενδιάμεσες εκλογές της Αμερικής, αλλά κάθε τέτοια εκλογή έχει επιπτώσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Οι ενδιάμεσες εκλογές της Τρίτης παρακολουθήθηκαν στενά από παρατηρητές σε όλο τον κόσμο, διότι στην εποχή του Donald Trump, οι επιπτώσεις σε παγκόσμιο επίπεδο των πολιτικών επιλογών της Αμερικής δεν υπήρξαν ποτέ μεγαλύτερες. Το αποτέλεσμα – οι Δημοκρατικοί κέρδισαν πλειοψηφία στη Βουλή, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι κράτησαν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία – δεν θα αλλάξουν ουσιαστικά τον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ θα προσεγγίσουν τον κόσμο υπό τον Πρόεδρο Trump. Αλλά θα ενδυναμώσει τους Δημοκρατικούς σε αρκετούς τομείς και θα καθησυχάσει – τουλάχιστον προσωρινά – τους ξένους παρατηρητές που προσπαθούν απεγνωσμένα να μαντέψουν την κατεύθυνση που θα λάβει η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Ας ξεκινήσουμε με τα πράγματα που δεν θα αλλάξουν. Τα γενικά περιγράμματα της εξωτερικής πολιτικής του Trump – η ακανόνιστη συμπεριφορά, η τάση για αντιπαράθεση με τους μακροχρόνιους συμμάχους και τους εμπορικούς εταίρους, η σύμπλευση με μερικούς εκ των αυταρχικών ηγετών, η φαινομενική ανάμειξη προσωπικών και πολιτικών συμφερόντων – θα παραμείνουν. Ο ίδιος ο Trump δεν θα αλλάξει σημαντικά την προσέγγισή του και οι Δημοκρατικοί, οι οποίοι θα ελέγχουν μόνο το ήμισυ του ενός τρίτου της αμερικανικής κυβέρνησης, δεν έχουν την εξουσία να τον κάνουν να αλλάξει πορεία.
Οι Δημοκρατικοί της Βουλής δεν μπορούν να αναγκάσουν τη διοίκηση να επανενταχθεί στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν ή στις συμφωνίες για την αλλαγή του κλίματος του Παρισιού. Ούτε αυτό το αποτέλεσμα των εκλογών θα οδηγήσει στην κεταγγελία της προεδρίας Trump, εκτός, βέβαια, από μια έκθεση του Mueller που είναι πολύ πιο εκρηκτική από τις αποκαλύψεις που έχουν γίνει δημόσια μέχρι στιγμής. Τέλος, η ηγεσία των Δημοκρατικών στη Βουλή δεν θα προβάλει πιθανώς τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες που εκφράζουν οι προοδευτικοί υποψήφιοι της Βουλής – όπως ο χαρακτηρισμός του Ισραήλ ως “κράτους απαρτχάιντ”. Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί θα είναι σε θέση να ασκήσουν μεγαλύτερη επιρροή στην πολιτική των ΗΠΑ, σε τρία βασικά σημεία.
Πρώτον, μια Βουλή με πλειοψηφία Δημοκρατικών θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες της, τόσο για να καταστήσει δυσκολότερη τη ζωή της διοίκησης όσο και για να ξεκινήσει να διατυπώνει μια εναλλακτική λύση για την εξωτερική πολιτική από ην πλευρά του Δημοκρατικού Κόμματος. Οι επιτροπές που ελέγχονται από τους Δημοκρατικούς θα χρησιμοποιήσουν κλητεύσεις και άλλα εργαλεία έρευνας για να διερευνήσουν τις σκιερές σχέσεις μεταξύ αξιωματούχων της διοίκησης (συμπεριλαμβανομένου του Jared Kushner και του ίδιου του προέδρου) και ξένων χωρών όπως η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία.
Δεύτερον, οι τριβές στις σχέσεις ΗΠΑ- Σαουδικής Αραβίας πιθανότατα θα αυξηθούν. Οι Δημοκρατικοί είναι γενικά πιο σκεπτικιστές απ’ ό,τι οι Ρεπουμπλικανοί για τις πωλήσεις όπλων των ΗΠΑ προς τους Σαουδάραβες και την υποστήριξη του πολέμου του πρίγκιπα Μωάμεθ Μπιν Σαλμάν στην Υεμένη και θα είναι λιγότερο επιρρεπείς στην προσπάθεια απόδρασης από υποθέσεις όπως η δολοφονία του διαφωνούντος δημοσιογράφου Jamal Khashoggi.
Τρίτον, το Πεντάγωνο πρόκειται να υποστεί μεγαλύτερο έλεγχο. Μια βουλή των Δημοκρατικών μπορεί να ξαναρχίσει τη συζήτηση του Κογκρέσου για το πού, πόσο καιρό και για ποιους σκοπούς πρέπει να αναπτυχθούν αμερικανικές δυνάμεις στο εξωτερικό στον παγκόσμιο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Αν ακολουθηθεί με σύνεση, η προσέγγιση αυτή μπορεί να ωθήσει τη διοίκηση να διευκρινίσει τους στόχους της σε χώρες όπως η Συρία και η Υεμένη, όπου η πολιτική των Η.Π.Α. είναι αρκετά μπερδεμένη.