Η μείωση της τιμής του πετρελαίου κατά 10% φέτος έχει προκαλέσει σύγχυση σε αναλυτές και επενδυτές οι οποίοι ανέμεναν τριψήφιες τιμές λόγω του «ανοίγματος» της κινεζικής αγοράς.
Αντιθέτως, η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών έχει δημιουργήσει αντιληπτή μείωση της ζήτησης, ενώ έχει αναγκάσει ορισμένους εξαγωγείς να στραφούν στην πώληση των αποθεμάτων. Αυτό έχει εντείνει την βραχυπρόθεσμη προσφορά στην αγορά, τη στιγμή που τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν έχουν αυξήσει τις εξαγωγές τους.
Δεδομένων, όμως, των κινήσεων του ΟΠΕΚ+ και του αυξημένου κόστους δανεισμού, τα αποθέματα έχουν αρχίσει να επιδεικνύουν σημάδια μείωσης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ορισμένοι αισιόδοξοι επενδυτές έχουν αρχίσει να υποστηρίζουν πως η αγορά βρίσκεται ενώπιον ενός κρίσιμου σημείου το οποίο θα οδηγήσει σε απότομες αυξήσεις των τιμών.
«Κανείς δε θέλει να έχει τόσο αυξημένα αποθέματα. Πιστεύω πως ως διεθνής αγορά, θα συνεχίσουμε να μειώνουμε τα αποθέματά μας ως ένα σημείο», τόνισε η συνιδρυτής και διευθυντής της Energy Aspects, Αμρίτα Σεν, σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Bloomberg.
Το επιπρόσθετο κόστος της αποθήκευσης πετρελαίου κατά τη διάρκεια της περιόδου των υψηλών επιτοκίων είναι σημαντικό. Για παράδειγμα, ένα κάργκο δύο εκατομμυρίων βαρελιών στα $80/βαρέλι με τόκο 5% θα κοστίζει $8 εκατομμύρια ετησίως σε κάποιον έμπορο πετρελαίου.
Το φαινόμενο του backwardation όπου οι μακροπρόθεσμες τιμές πετρελαίου είναι χαμηλότερες από τις βραχυπρόθεσμες επιδεινώνει την κατάσταση. Οι διυλιστές πετρελαίου οι οποίοι αγοράζουν αργό και πουλούν βενζίνη και ντίζελ έχουν επίσης καταγράψει μείωση της κερδοφορίας τους λόγω του υψηλότερου κόστους.
«Το υψηλότερο κόστος οδηγεί σε μείωση των αποθεμάτων», τόνισαν αναλυτές της Goldman Sachs, προσθέτοντας πως «η μείωση του στοκ αυτή θα σταματήσει όταν τα αποθεματικά επιτύχουν ένα νέο, χαμηλότερο σημείο ισορροπίας».
Οι αισιόδοξοι επενδυτές, πάντως, αναμένουν αύξηση της ζήτησης. Βάσει ανάλυσης του ΙΕΑ, η ζήτηση για αργό από τις χώρες του ΟΠΕΚ θα κυμανθεί 2 εκατομμύρια βαρέλια/ημέρα άνω του μέσου όρου της ημερήσιας παραγωγής του Οργανισμού τον προηγούμενο μήνα, τη στιγμή που η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναμένει πως τα αποθέματα πετρελαίου της χώρας θα μειωθούν κατά τη διάρκεια του β’ εξαμήνου του 2023.
Εκτός, πάντως, από τις εκτιμήσεις πως η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας θα μειωθεί δεδομένης της επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης, οι επενδυτές έχουν στραφεί σε περιουσιακά στοιχεία τα οποία έχουν υψηλότερες αποδόσεις και μειωμένο βαθμό κινδύνου. Σύμφωνα με δεδομένα του Bloomberg, 16 ΕΤFs εμπορευμάτων πρόκειται να βιώσουν τη μεγαλύτερη εκροή κεφαλαίων των τελευταίων 17 ετών.
«Οι επενδυτές δε χρειάζεται να κυνηγούν τις αποδόσεις τόσο πολύ όσο σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων», υπογράμμισε το στέλεχος της ING Groep NV, Γουόρεν Πάτερσον.
Αυτή την εβδομάδα, οι ηγέτες του ΟΠΕΚ+, Ρωσία και Σαουδική Αραβία, προσπάθησαν και πάλι να συσφίξουν την αγορά, υποσχόμενες περαιτέρω μειώσεις τον ερχόμενο μήνα. Λόγω, παράλληλα, της μείωσης των αποθεμάτων στις ΗΠΑ, οι «ταύροι» της αγοράς αναμένουν πως οι τιμές θα αυξηθούν στο εγγύς μέλλον.
Το ερώτημα όλων είναι κατά πόσο τα υψηλά επιτόκια αυτά θα ενισχύσουν τις τιμές μέσω της μείωσης των αποθεματικών.
Διαβάστε ακόμη
Η Πορτογαλία έβαλε «κόφτη» στα Airbnb, καταργεί και τη «Χρυσή Βίζα» (pic) (πίνακας)
Γιάννης Βασιλάκος: Ο νέος μετασχηματισμός της Κωτσόβολος και οι επίδοξοι επενδυτές
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ