Μερικές φορές, οι πιο δυνατές σχέσεις αλλάζουν, εξελίσσονται, αποδεικνύουν πως η ελευθερία και η συνεργασία μπορούν να συνυπάρχουν σε ένα τρυφερό παιχνίδι ισορροπίας. Η Στέλα ΜακΚάρτνεϊ, πέντε χρόνια μετά την ένωση του οράματός της με την ισχυρή παρουσία της LVMH, επέλεξε να επανακτήσει την ανεξαρτησία του οίκου που φέρει το όνομά της. Κι όμως, αυτή η αποχώρηση δεν είναι ένας χωρισμός, αλλά μια νέα αρχή. Με την καρδιά της να χτυπά για τη βιωσιμότητα και την ευθύνη απέναντι στον πλανήτη, η ΜακΚάρτνεϊ παραμένει σύμβουλος και πρέσβειρα μιας παγκόσμιας αλλαγής.

Η απόφαση της LVMH να αποχωρήσει από τον οίκο της Στέλα ΜακΚάρτνεϊ αποτελεί μια χαρακτηριστική αντανάκλαση της μεταβαλλόμενης δυναμικής στη βιομηχανία πολυτελείας. Σε έναν κόσμο όπου οι μεγάλοι όμιλοι εστιάζουν σε οικονομικούς πυλώνες που υπόσχονται μεγαλύτερη σταθερότητα, οι μικρότερες, πρωτοποριακές επιχειρήσεις, όπως ο οίκος της Στέλλα ΜακΚάρτνεϊ, χαράσσουν τη δική τους, ανεξάρτητη πορεία, βασισμένες σε ένα όραμα που συνδυάζει τη δημιουργικότητα με τις αξίες της βιωσιμότητας και της ελευθερίας.

Σύμφωνα με το Reuters, η σχεδιάστρια, γνωστή για την περιβαλλοντική της ευαισθησία στη μόδα, ίδρυσε τον ομώνυμο οίκο της το 2001 σε συνεργασία με τον Gucci Group, τότε θυγατρική της Kering. Το 2019, μετά από 17 χρόνια συνεργασίας, επαναγόρασε το 50% του μεριδίου της από την Kering και στη συνέχεια συνεργάστηκε με την LVMH.

Η απόφαση αυτή λαμβάνεται σε μια περίοδο που η βιομηχανία πολυτελείας αντιμετωπίζει ύφεση, με μικρότερα brands να πλήττονται περισσότερο σε σύγκριση με μεγαλύτερους οίκους που απευθύνονται σε πλουσιότερους και μεγαλύτερης ηλικίας καταναλωτές με μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη.

Σε κοινή δήλωση, οι δύο εταιρείες ανέφεραν ότι αυτό το νέο κεφάλαιο για τη Στέλα ΜακΚάρτνεϊ αντικατοπτρίζει την επιθυμία της να γράψει μια νέα σελίδα στην ιστορία της, μετά από τη στενή συνεργασία με την LVMH για την ενίσχυση των θεμελίων και της διακυβέρνησης του οίκου της.

Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας με την LVMH, ο οίκος ΜακΚάρτνεϊ προχώρησε σε σημαντικές κινήσεις, όπως τον διορισμός της CEO Amandine Ohayon, την αναδιάρθρωση του δικτύου λιανικής και συνεργασίες, όπως αυτή με τη Veuve Clicquot.

Οι πιθανοί λόγοι του διαζυγίου

Οι λόγοι για το νέο διαζύγιο δεν έγιναν γνωστοί, όπως και οι οικονομικές λεπτομέρειες της συμφωνίας που επιτρέπει στη σχεδιάστρια να ανακτήσει τον πλήρη έλεγχο του brand της.

Ωστόσο, αυτό που γνωρίζουμε και μια μια γενική ιδέα για την απόφαση της LVMH να πουλήσει το μερίδιο της στον οίκο της Στέλα ΜακΚάρτνεϊ και να το επιστρέψει στην ιδρύτριά του φαίνεται να απορρέει από έναν συνδυασμό στρατηγικών, οικονομικών και συναισθηματικών παραγόντων. Η βιομηχανία πολυτελείας, παρά την ανθεκτικότητά της, βιώνει μια περίοδο ύφεσης που πλήττει περισσότερο τα μικρότερα brands. Ενώ οι κολοσσοί του ομίλου, όπως η Louis Vuitton και η Dior, συνεχίζουν να κυριαρχούν, οι επενδύσεις σε μικρότερα, πιο εξειδικευμένα brands όπως αυτό της ΜακΚάρτνεϊ ενδέχεται να μην αποφέρουν την ίδια απόδοση. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η επιλογή της LVMH να επικεντρωθεί στις βασικές της δραστηριότητες μοιάζει στρατηγικά εύλογη.

Παράλληλα, η ΜακΚάρτνεϊ είναι μια σχεδιάστρια που διακρίνεται για το μοναδικό της όραμα και την αφοσίωσή της στη βιωσιμότητα και την ηθική μόδα. Η στρατηγική αυτή, αν και καινοτόμα, απαιτεί μεγαλύτερη ανεξαρτησία και ευελιξία από ό,τι μπορεί να προσφέρει μια συνεργασία με έναν τεράστιο πολυεθνικό όμιλο. Η επιστροφή του ελέγχου του οίκου της στα χέρια της δημιουργεί τις συνθήκες για μια πιο προσωπική προσέγγιση στη διοίκηση και την καλλιτεχνική κατεύθυνση, απαλλαγμένη από τους περιορισμούς της εταιρικής στρατηγικής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνεργασία της LVMH με τη ΜακΚάρτνεϊ είχε από την αρχή έναν ευρύτερο στρατηγικό στόχο: την ενίσχυση της εικόνας του ομίλου στον τομέα της βιωσιμότητας. Η Στέλλα, με την εμπειρία και την πρωτοπορία της στον χώρο της οικολογικής μόδας, συνέβαλε σημαντικά σε αυτή την κατεύθυνση, λειτουργώντας ως Global Sustainability Advisor για τον όμιλο. Η αποχώρηση της LVMH από τον οίκο της ΜακΚάρτνεϊ δεν αναιρεί αυτή την επιτυχία, καθώς η εταιρεία έχει πλέον ενισχύσει τα θεμέλιά της σε θέματα βιωσιμότητας, ενώ η σχεδιάστρια διατηρεί τον ρόλο της ως συμβούλου.

Τέλος, δεν πρέπει να αγνοηθεί η πιθανότητα η ίδια η Στέλα ΜακΚάρτνεϊ να επιδίωξε αυτή την αλλαγή. Ως μια καλλιτέχνης που εκτιμά την αυτονομία και τη δημιουργική της ελευθερία, η επιστροφή στον πλήρη έλεγχο του οίκου της μπορεί να της επιτρέψει να προσαρμόζει τις αποφάσεις της αποκλειστικά με βάση τις αξίες και τα οράματά της. Αυτή η κίνηση της δίνει τη δυνατότητα να συνεχίσει να ηγείται στον χώρο της μόδας με έναν τρόπο που παραμένει πιστός στην ηθική και οικολογική της ταυτότητα.

Το success story μια ρομαντικής ψυχής

Η Στέλα ΜακΚάρτνεϊ γεννήθηκε το 1971 στο Λονδίνο, μέσα σε έναν κόσμο που έμοιαζε από την αρχή να είναι φτιαγμένος από τέχνη και έμπνευση. Κόρη του θρυλικού Paul McCartney των Beatles και της φωτογράφου Linda McCartney, η Στέλα μεγάλωσε ανάμεσα στη μουσική και την αγάπη για τη φύση, καθώς οι γονείς της ήταν αφοσιωμένοι χορτοφάγοι και υπέρμαχοι της περιβαλλοντικής προστασίας. Αυτές οι αρχές έγιναν ο φάρος της δημιουργικής της πορείας.

Facebook

Από μικρή ηλικία, η ΜακΚάρτνεϊ έδειξε πάθος για τη μόδα. Σε ηλικία μόλις 13 ετών σχεδίασε το πρώτο της σακάκι, ενώ λίγο αργότερα έκανε πρακτική στον οίκο μόδας Christian Lacroix. Σπούδασε στο Central Saint Martins, τη διάσημη σχολή μόδας του Λονδίνου και η πτυχιακή της συλλογή το 1995 έκανε το κοινό να παραληρεί, καθώς παρουσιάστηκε από κορυφαία μοντέλα, όπως τη Ναόμι Κάμπελ και την Κέιτ Μος, με τις δημιουργίες της να πωλούνται αμέσως.

Το 1997, η ΜακΚάρτνεϊ ανέλαβε τον ρόλο της καλλιτεχνικής διευθύντριας του γαλλικού οίκου Chloé, όπου ενίσχυσε το όνομα του οίκου με τη σύγχρονη, τολμηρή της ματιά. Ωστόσο, το μεγάλο βήμα ήρθε το 2001, όταν ίδρυσε τον δικό της ομώνυμο οίκο μόδας, σε συνεργασία με την Kering. Εκεί, η Στέλα διαμόρφωσε τη δική της ταυτότητα, δημιουργώντας ρούχα που αρνούνταν τη χρήση δέρματος και γούνας, έναντι των παραδοσιακών κανόνων της υψηλής μόδας. Το πάθος της για βιωσιμότητα και ηθική έκαναν τον οίκο της συνώνυμο της περιβαλλοντικής μόδας.

Η ΜακΚάρτνεϊ δεν περιορίστηκε μόνο στις πασαρέλες. Δημιούργησε εντυπωσιακές συνεργασίες, όπως αυτή με την Adidas, σχεδιάζοντας αθλητική ένδυση που συνδύαζε την κομψότητα με την πρακτικότητα. Το 2018, αποχώρησε από την Kering, επαναγοράζοντας το μερίδιό της, και λίγο αργότερα εντάχθηκε στην LVMH, έχοντας ως στόχο να ενισχύσει τον αντίκτυπο της βιωσιμότητας στη βιομηχανία της μόδας.

adidas by Stella McCartney SS’13 white Printed Parka – photo:Facebook

Παρά την επιτυχία της, η ΜακΚάρτνεϊ δεν έχασε ποτέ την επαφή της με τις αξίες που την ενέπνευσαν ως παιδί. Έχει γίνει φωνή της αλλαγής σε μια βιομηχανία που συχνά παραβλέπει τον αντίκτυπό της στο περιβάλλον. Τα σχέδιά της ενσωματώνουν όχι μόνο τη φινέτσα αλλά και μια βαθιά υπευθυνότητα προς τον πλανήτη. Ένα από τα πιο γνωστά της επιτεύγματα ήταν η συμμετοχή της στη δημιουργία της στολής της Βρετανικής Ολυμπιακής ομάδας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 2012, δείχνοντας ότι η μόδα και η λειτουργικότητα μπορούν να συνυπάρχουν.

Ακόμα και σήμερα, η ΜακΚάρτνεϊ συνεχίζει να γράφει τη δική της ιστορία, γεμάτη πάθος για τη δημιουργία και τον σεβασμό προς τη φύση. Είναι πολλά περισσότερα από σχεδιάστρια, είναι μια πρωτοπόρος που αγωνίζεται να αλλάξει τη μόδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Q&R: Aρχισε το σερί των εξαγορών – Η είσοδος στην κυβερνοασφάλεια και τα deals που έρχονται (pic)

Price Map: Το νέο εργαλείο που φέρνει πραγματικά δεδομένα στις συναλλαγές ακινήτων

Πλειστηριασμοί: Η… hi-tech βίλα στο Κρανίδι και τα νέα σφυριά για την εταιρεία του Βωβού (pics)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα