Οι μετοχές είναι πιο ελκυστικές μετά την πρόσφατη διόρθωση η οποία εξισορρόπησε την αγορά, καθώς οι επενδυτές εστιάζουν στα ισχυρά εταιρικά κέρδη, σύμφωνα με τους στρατηγικούς αναλυτές της Citigroup Inc.
«Θεωρούμε την πρόσφατη υποχώρηση ως ευκαιρία για επενδύσεις», έγραψε σε σημείωμά της η ομάδα των αναλυτών Μιχίρ Τιροντκάρ και Μπεάτα Μάνθεϊ. «Πολλές επενδύσεις έχουν πια εξορθολογιστεί και τώρα φαίνονται πιο ουδέτερες, ιδίως στις ΗΠΑ. Η τρέχουσα περίοδος ανακοίνωσης των εταιρικών αποτελεσμάτων θα μπορούσε να εστιάσει εκ νέου την προσοχή των επενδυτών στα σταθερά θεμελιώδη μεγέθη των εταιρειών».
Οι στρατηγικοί αναλυτές δήλωσαν ότι παραμένουν αισιόδοξοι όσον αφορά τις προοπτικές των κερδών και αναμένουν ότι ο παγκόσμιος δείκτης MSCI All-Country World Index θα καταγράψει περαιτέρω άνοδο της τάξης του 5% μέχρι το τέλος του 2024.
Αφού σημείωσαν υψηλά ρεκόρ το α’ τρίμηνο, οι παγκόσμιες μετοχές υποχώρησαν αυτόν τον μήνα, καθώς οι επενδυτές περιόρισαν τις προσδοκίες μείωσης των επιτοκίων και οι γεωπολιτικές εντάσεις στη Μέση Ανατολή αυξήθηκαν. Ο δείκτης MSCI ACWI σημείωσε την περασμένη εβδομάδα τη μεγαλύτερη πτώση του εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο.
Οι προβλέψεις της αγοράς της JPMorgan Chase & Co. είναι αντίθετες από την ομάδα της Citigroup. Ο στρατηγικός αναλυτής Μάρκο Κολάνοβιτς δήλωσε τη Δευτέρα ότι το sell-off είναι πιθανό να ενισχυθεί παράλληλα με τους αυξανόμενους μακροοικονομικούς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένης της αύξησης των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, του ισχυρού δολαρίου και των αυξημένων τιμών του πετρελαίου.
Ενώ τα εταιρικά αποτελέσματα των ΗΠΑ αυτή την εβδομάδα μπορεί να σταθεροποιήσουν προσωρινά την αγορά, αυτό δεν σημαίνει ότι οι αγορές είναι ασφαλείς, όπως δήλωσε ο επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της τράπεζας.
Ο εφησυχασμός γύρω από τις αποτιμήσεις των μετοχών, ο πληθωρισμός ο οποίος παραμένει πολύ υψηλός, η εξασθένηση των προσδοκιών για επικείμενες μειώσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας και οι υπερβολικά αισιόδοξες προοπτικές όσον αφορά τα εταιρικά κέρδη είναι μεταξύ των δυνάμεων που, σύμφωνα με τον ίδιο, αυξάνουν τους κινδύνους περαιτέρω διόρθωσης.
«Η διόρθωση πιθανότατα έχει ακόμη περισσότερο δρόμο μπροστά της», ανέφερε ο ίδιος σε σημείωμα προς τους πελάτες του. Σημειωτέον πως, σύμφωνα με το Bloomberg, μια διόρθωση της αγοράς ορίζεται γενικά ως μια πτώση της τάξης του 10% ή μεγαλύτερη.
«Η συγκέντρωση της αγοράς ήταν πολύ υψηλή και η επένδυση επεκτάθηκε, στοιχεία τα οποία αποτελούν συνήθως ένδειξη προβλημάτων τα οποία ενδέχεται να οδηγήσουν σε πτώση των αγορών».
Για τον Κολάνοβιτς, τα πρόσφατα μοτίβα διαπραγμάτευσης και τον τρέχον αφήγημα της αγοράς παραλληλίζονται με εκείνα του περασμένου καλοκαιριού, όταν οι ανοδικές εκπλήξεις του πληθωρισμού και οι αναθεωρήσεις της Fed υποκίνησαν την πτώση των επικίνδυνων περιουσιακών στοιχείων.
Μόνο που τώρα η τοποθέτηση των επενδυτών εμφανίζεται πιο αυξημένη. Ο στρατηγικός αναλυτής συνιστά αμυντική τοποθέτηση στους πελάτες του, με το σκηνικό των μετοχών να φαίνεται «προβληματικό».
Στο πρότυπο χαρτοφυλάκιό του, μια αμυντική προσέγγιση περιλαμβάνει την αντιστάθμιση των περιουσιακών στοιχείων κινδύνου με μεγάλη μεταβλητότητα και έκθεση σε εμπορεύματα, εξαιρουμένου του χρυσού.
Ο Κολάνοβιτς και η ομάδα του συγκαταλέγονται μεταξύ μιας μικρής ομάδας «αντιφρονούντων» της Wall Street φέτος.
Καθώς οι περισσότεροι συνάδελφοί τους αύξησαν τις προοπτικές τους για τις αμερικανικές μετοχές, η ομάδα της JPMorgan παρέμεινε αρνητική απέναντι στις μετοχές και τα επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία σε γενικές γραμμές, κατέχοντας την χαμηλότερη τιμή-στόχο για τον S&P 500 ως το τέλος του έτους στις 4.200 μονάδες.
Η άποψη της τράπεζας για τις αμερικανικές μετοχές δεν κατάφερε να υλοποιηθεί για δύο συνεχόμενα έτη, καθώς ο Κολάνοβιτς παρέμεινε ανοδικός σε μεγάλο μέρος της πτώσης του 2022 και στη συνέχεια κράτησε πτωτική στάση κατά τη διάρκεια του περσινού ράλι 24% του S&P 500.
«Η επέκταση που παρατηρήθηκε τους προηγούμενους μήνες, οι εξαιρετικά χαμηλές μετρήσεις μεταβλητότητας, τα στενότερα πιστωτικά spreads από το 2007 και η γενική αδυναμία των συμμετεχόντων στην αγορά αρχίζουν να μετατοπίζονται, δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος τόνισε ότι ήρθε η ώρα να εξετάσουν το ενδεχόμενο αγοράς ιαπωνικών μετοχών που σχετίζονται με την κατανάλωση, με βάση τις προσδοκίες ότι η αύξηση των πραγματικών μισθών θα ωθήσει την υψηλότερη προσωπική κατανάλωση στη χώρα και θα δώσει ώθηση στις μετοχές εταιρειών με επίκεντρο τον καταναλωτή.
Από την άλλη, οι στρατηγικοί αναλυτές της Citigroup δήλωσαν ότι αναμένουν ότι το ράλι θα διευρυνθεί σε περισσότερους τομείς μεσοπρόθεσμα, γεγονός που στηρίζει τις λεγόμενες κυκλικές αγορές και τους τομείς που συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη.
Σημειωτέον πως οι ευρωπαϊκοί δείκτες αναφοράς έχουν γενικά μεγαλύτερο μερίδιο τέτοιων μετοχών σε σύγκριση με τους αντίστοιχους αμερικανικούς.
Η επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής ευρωπαϊκών μετοχών της Morgan Stanley, Μαρίνα Ζάβολοκ, είναι επίσης αισιόδοξη για τις ευρωπαϊκές μετοχές. Σε σημείωμά της αναφέρει ότι οι πρόσφατες κινήσεις στην Ευρώπη μοιάζουν με την αντίδραση της αγοράς το 1995, όταν οι επενδυτές είχαν περιορίσει τα στοιχήματα για μειώσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ εν μέσω ισχυρών οικονομικών στοιχείων. Τελικά, ο δείκτης Stoxx Europe 600 σημείωσε ράλι 13% εκείνο το έτος.
Διαβάστε ακόμη:
Χρηματιστήριο Αθηνών: Έριξε το «φράγμα» των 1.440 μονάδων – Νέο ρεκόρ 13 ετών
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ