H Κριστίν Λαγκάρντ μπορεί  α είναι η πρόεδρος της ΕΚΤ, ωστόσο δεν είναι το κυριότερο στέλεχος του οποίου τη γνώμη θα αναζητήσουν οι οικονομολόγοι όταν αναζητούν υποδείξεις και κατευθυντήριες γραµµές σχετικά με την πορεία των επιτοκίων.

Μόνο το 40% των ερωτηθέντων σε πρόσφατη έρευνα του Bloomberg δήλωσε ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ ήταν μία εκ των δύο κορυφαίων επιλογών των οικονομολόγων. Από το γκρουπ των στελεχών της κεντρική τράπεζας, οι περισσότεροι προσεγγίζουν την Ιζαμπέλ Σνάμπελ και στη συνέχεια τον επικεφαλής οικονομολόγο Φίλιπ Λέιν.

Μεταξύ των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ζώνης του ευρώ, οι εμπειρογνώμονες στρέφοντας στον Γάλλο Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό και τον Ολλανδό ομόλογό του Κλάας Κνοτ, που θεωρείται από ορισμένους ως πιθανός διάδοχος της Λαγκάρντ. Ο Γερμανός Γιοακίμ Νάγκελ βρίσκεται στην τρίτη θέση.

Είναι ζωτικής σημασίας να γνωρίζουμε ποια εκ των στελεχών έχουν την μεγαλύτερη επίγνωση του παλμού της οικονομίας δεδομένου του ότι τα 26 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που καθορίζει τα επιτόκια μιλούν τόσο συχνά και με τόσο ευρύ φάσμα απόψεων.

Όταν η πολιτική αλλάζει, όπως τώρα, είναι ακόμη πιο κρίσιμο. Η ΕΚΤ μόλις άρχισε να μειώνει τα επιτόκιά της αν και έχει προσφέρει ελάχιστες ενδείξεις για το τι θα συμβεί στη συνέχεια.

Τα αποτελέσματα της έρευνας αντικατοπτρίζουν ότι το γεγονός πως η Λαγκάρντ, πρώην υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας και επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η οποία έφτασε στην ΕΚΤ χωρίς εμπειρία σε κεντρικές τράπεζες, ορίζει τον ρόλο της διαφορετικά από τους προκατόχους της.

Ως επί το πλείστον ενεργεί ως πρόεδρος που μεσολαβεί για τη συναίνεση, ενώ ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ επέμενε να είναι ο εκπρόσωπος του Διοικητικού Συμβουλίου και ο Μάριο Ντράγκι συχνά καθόριζε μονομερώς τις κινήσεις πολιτικής.

«Οι ομιλίες της Λαγκάρντ είναι πολύ σημαντικές, αλλά δεν αποτυπώνουν τα σημεία καμπής της νομισματικής πολιτικής», δήλωσε ο Πίετ Χέινς Κρίστιανσεν, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Danske Bank. «Κατά τη διάρκεια της θητείας της, οι Σνάμπελ και Λέιν έχουν αναλάβει το ρόλο της επεξήγησης της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας».

Η προσέγγιση της Λαγκάρντ φάνηκε μετά τη μείωση του επιτοκίου τον περασμένο μήνα, όταν αρνήθηκε να διευκρινίσει το χρονοδιάγραμμα των μελλοντικών βημάτων, αλλά αστειεύτηκε στους δημοσιογράφους ότι «είμαι βέβαια ότι θα ακούσετε την άποψη ορισμένων εξαιρετικών συναδέλφων μου».

Έκτοτε, ο Πιερ Βουντς του Βελγίου, ο Γκάμπριελ Μακλούφ της Ιρλανδίας και ο Πέτερ Κάζιμιρ της Σλοβακίας δήλωσαν ότι η ΕΚΤ μπορεί να μειώσει το κόστος δανεισμού μόνο μία ακόμη φορά φέτος, ενώ η περαιτέρω δράση θα εξαρτηθεί από την υποχώρηση του πληθωρισμού προς το 2%. Ο Γιάννης Στουρνάρας, από την άλλη πλευρά, θέλει δύο ακόμη βήματα και ο Μάριο Σεντένο της Πορτογαλίας «μερικά».

Οι Κνοτ και Νάγκελ ήταν λιγότερο ακριβείς. Ο πρώτος υποστηρίζει μόνο τα στοιχήματα της αγοράς για μία ή δύο μειώσεις, ενώ ο δεύτερος έχει τονίσει ότι η ΕΚΤ δεν βρίσκεται στον αυτόματο πιλότο μετά την αρχική της κίνηση.

«Μεταξύ των κεντρικών τραπεζιτών, ο κ. Κνοτ είναι η πρώτη μου επιλογή», δήλωσε ο Κρίστιαν Τέντμαν, οικονομολόγος της Dekabank. «Είναι σαφώς στο στρατόπεδο των γερακιών, αλλά οι απόψεις του είναι καλά αιτιολογημένες και ανοιχτές σε επιχειρήματα. Η εκτίμησή του ότι η νομισματική πολιτική θα εξακολουθήσει να είναι περιοριστική ακόμη και μετά από μερικές ακόμη μειώσεις επιτοκίων είναι ένα καλό παράδειγμα αυτής της προσέγγισής του».

Η επόμενη επιλογή του είναι ο Νάγκελ -δεδομένης της σημασίας της Bundesbank- και ακολουθεί ο Ντε Γκαλό λόγω των κεντρώων απόψεών του.

Σύμφωνα με το Bloomberg, o Γάλλος έχει βελτιώσει προσεκτικά αυτή τη θέση από τον διορισμό του το 2015, όταν οι αξιωματούχοι συγκρούονταν έντονα και συχνά για τα αρνητικά επιτόκια και την αγορά ομολόγων.

Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, εξέπληξε ορισμένους παρατηρητές της ΕΚΤ με ασυνήθιστα ήπιες απόψεις. Πριν από τη συνεδρίαση του Ιουνίου, επέμεινε ότι δεν θα πρέπει να αποκλειστεί μια δεύτερη μείωση των επιτοκίων τον Ιούλιο, κάτι που οι οικονομολόγοι και οι αγορές δεν ανέμεναν.

Τα μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ τείνουν να είναι λιγότερο ανοιχτά όσον αφορά την προσωπική τους στάση από ό,τι οι επικεφαλής των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Αλλά ενώ ούτε οι Λέιν ή η Σνάμπελ προσέφεραν λεπτομέρειες σχετικά με τα επιτόκια, οι απόψεις τους μελετώνται προσεκτικά.

Ο Λέιν τείνει να εστιάζει τις δημόσιες εμφανίσεις του σε λεπτομερείς εξηγήσεις για την υγεία της οικονομίας της Ευρωζώνης, συχνά χρησιμοποιώντας ακαδημαϊκή γλώσσα που μπορεί να κάνει τα επιχειρήματα δυσνόητα.

Προκάλεσε επικρίσεις όταν οι προβλέψεις της ΕΚΤ, τις οποίες επέβλεψε, υποτίμησαν την κλίμακα της αύξησης του πληθωρισμού στην περιοχή. Στη συνέχεια ισχυρίστηκε για πολύ καιρό ότι το σοκ ήταν παροδικό.

Η Σνάμπελ συχνά καθορίζει την ατζέντα για τις μελλοντικές προκλήσεις. Ήταν η πρώτη που συζήτησε διεξοδικά για το πώς η ΕΚΤ μπορεί να χρησιμοποιήσει τον ισολογισμό της και να ελέγξει τα επιτόκια στη νέα, μετα-πανδημικά πραγματικότητα, ή το πώς η κλιματική αλλαγή και η πράσινη μετάβαση θα επηρεάσουν τον πληθωρισμό.

Παρά ταύτα είχε κάνει λάθος στην «ανάγνωση» της οικονομίας, διατηρώντας την επιλογή μιας αύξησης των επιτοκίων μέχρι τον περασμένο Δεκέμβριο, καθώς ορισμένοι συνάδελφοί της αναρωτιόντουσαν αν η ΕΚΤ το είχε ήδη παρακάνει, ενώ οι αναλυτές και οι αγορές ανέμεναν μια πρώτη μείωση.

Διαβάστε ακόμη:

Προειδοποίηση από SSM: Προσοχή στους δείκτες των κόκκινων δανείων

Unilever στο newmoney: Θα ξεκινήσει διαβούλευση με τα συνδικάτα για τις μαζικές απολύσεις

Αλλάζουν 1 στις 12 υποβληθείσες δηλώσεις λόγω λάθους… των φορέων

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ