Λίγες ημέρες πριν αποκαλυφθεί το βάθος της ύφεσης που προ κάλεσε ο κορωνοϊός στην Ευρώπη, οι ηγέτες της ΕΕ έβαλαν τα θεμέλια της ανάκαμψης, κυρίως για οικονομίες που βυθίστηκαν από την πανδημία, με προεξάρχουσα την Ιταλία – τη χώρα που υπέστη τις μεγαλύτερες πληγές.
Τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, για το οποίο επετεύχθη τελικά συμφωνία μετά από τέσσερις ημέρες σκληρών διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες, μπορεί να χρειαστούν πολλούς μήνες μέχρι να αρχίσουν να φτάνουν στα ταμεία των οικονομιών που επλήγησαν περισσότερο, ωστόσο η σιγουριά που παρέχει στους επενδυτές είναι κι αυτή από μόνη της μια σημαντική βοήθεια.
Το μήνυμα ενότητας της ΕΕ δίνει στην καταχρεωμένη Ιταλία τη δυνατότητα να έχει φθηνό κόστος δανεισμού ώστε να μπορεί να χρηματοδοτεί την οικονομική της ανάκαμψη. Παράλληλα, παρέχει προστασία έναντι της ζημιάς που θα μπορούσε να προκαλέσει μια νέα κρίση εμπιστοσύνης στο ευρώ μεταξύ των πιο αδύναμων μελών της ευρωζώνης και παρέχει δημοσιονομική ενίσχυση στις προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ενισχύσει την ανάπτυξη.
«Η αναγγελία της πρότασης έχει ήδη αφήσει το σημάδι της στις αγορές», αναφέρει ο Νικ Κούνις, οικονομολόγος της ABN Amro στο Αμστερνταμ.
Η πραγματική ώθηση στην οικονομική ανάκαμψη «θα δοθεί το 2021, το 2022 και μετά».
Η συμφωνία των ηγετών της ΕΕ έπεται των προειδοποιήσεων για το εύρος της ζημιάς που έχει συντελεστεί.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ύφεση 8,7% στις 19 χώρες του ευρώ για φέτος, με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ισπανία να αναμένεται πως θα παρουσιάσουν διψήφια πτώση του ΑΕΠ τους.
Τα στοιχεία για τα ΑΕΠ που δημοσιεύονται την επόμενη εβδομάδα θα δείξουν στις κυβερνήσεις την έκταση του σοκ που υπέστη η οικονομία στην κορύφωση της κρίσης κατά το β’ τρίμηνο του 2020. Αναμένεται μια άνευ προηγουμένου ύφεση της τάξης του 12%.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, θα έχει αργότερα μέσα στην ημέρα την ευκαιρία να σχολιάσει τη συμφωνία για την παροχή 390 δισ. ευρώ μέσω επιχορηγήσεων και 360 δισ. μέσω χαμηλότοκων δανείων στα ευάλωτα μέλη της ΕΕ, σε διαδικτυακή συζήτηση.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, ανέφερε χθες Τρίτη ότι η συμφωνία δείχνει πως η Ευρώπη είναι ενωμένη και θα σταθμίσει τις δυνατότητες για τα κράτη – μέλη που δεν έχουν δημοσιονομικά περιθώρια.
Η Ιταλία, η πρώτη οικονομία της Ευρώπης που δέχθηκε πλήγμα από τον κορωνοϊό, θα λάβει βοήθεια 209 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 82 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις.
Τις επόμενες ημέρες ενδέχεται να συγκληθεί υπουργικό συμβούλιο, ώστε να συσταθεί μια task force που θα εκπονήσει ένα εθνικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, σύμφωνα με την εφημερίδα la Repubblica.
Όμως, το πιο άμεσο αποτέλεσμα του ταμείου είναι ότι τραβά μια γραμμή κάτω από την αναταραχή της αγοράς που πυροδότησε εκ νέου η πανδημία αναφορικά με την ένταξη της χώρας στο ευρώ. Αυτό αντανακλάται στα ιταλικά 10ετή ομόλογα, το σπρεντ των οποίων μειώθηκε στο κατώτερο σημείο από τον περασμένο Φεβρουάριο. Παράλληλα, το ευρώ υποχώρησε αφού έφτασε σε υψηλό 18 μηνών έναντι του δολαρίου.
Στις αρχές της κρίσης υπήρχε η αίσθηση ότι η Ιταλία είναι μόνη της σε αυτό και κάτι τέτοιο ήταν επικίνδυνο, αναφέει ο Μάρκο Βάλι, οικονομολόγος στην UniCredit.
Το Ταμείο Ανάκαμψης ισοδυναμεί με το 5,5% περίπου του ΑΕΠ της ΕΕ και είναι καλά σχεδιασμένο, καθώς πχ. ενθαρρύνει τα φιλο-αναπτυξιακά σχέδια στις χώρες που δικαιούνται κονδύλια.
Για την Ιταλία, η στήριξη θα σημάνει συνολικές δαπάνες περίπου του 2% του ΑΕΠ ετησίως έως το 2026, σύμφωνα με τον Νικόλα Μάι, της Pimco.
Το αν η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ζώνης του ευρώ μπορεί να αποκομίσει το πλήρες όφελος από το Ταμείο είναι ένα άλλο ερώτημα. Η Ιταλία αγωνίστηκε πολλές φορές να φτάσει σε ουσιαστική ανάπτυξη από την εποχή της δημιουργίας του ευρώ, δείχνοντας μια πάγια αδυναμία που την έκανε τακτικά στόχο κερδοσκοπίας στις χρηματοπιστωτικές αγορές ακόμη και πριν από την αναταραχή που προκάλεσε φέτος ο κορωνοϊός. Κι αυτό οφείλεται, όπως εξηγεί η Ραφαέλα Τεντσόνι της ADA Economics, στο ότι η Ιταλία είχε δομικά προβλήματα, όπως ότι δεν είναι πολύ καλή στην απορρόφηση ευρωπαϊκών κονδυλίων σε τοπικό επίπεδο. «Πολλά κεφάλαια κατασπαταλώνται», αναφέρει.
Βοηθώντας στο να μειωθούν τα κερδοσκοπικά φαινόμενα στην αγορά, ωστόσο, το ταμείο δίνει στην κυβέρνηση του Πρωθυπουργού Κόντε το περιθώριο να δανειστεί για τη δική της ανάκαμψη, αντί να βασίζεται απλώς σε κοινοτικά κονδύλια.
Ο άλλος σημαντικός παράγοντας είναι το πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης από την ΕΚΤ, η οποία έθεσε υπό έλεγχο τις ιταλικές αποδόσεις. Έτσι, ακόμη και αν τα πραγματικά κεφάλαια δεν θα εκταμιευθούν φέτος, τα δημοσιονομικά και νομισματικά «μαξιλάρια» λειτουργούν υπέρ της χώρας για το εγγύς μέλλον.