Οι αυξανόμενες τιμές ανά τον κόσμο έχουν κάνει την αγορά ακινήτων απαγορευτική για το μέσο καταναλωτή. Οπως ήταν αναμενόμενο, οι επιπτώσεις επηρεάζουν τόσο την κοινωνική όσο και την πολιτική σταθερότητα πολλών χωρών.
Το φαινόμενο της αύξησης των τιμών έχει επεκταθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Δεν πρόκειται μόνο για τις τιμές αγοράς αλλά και τιμές ενοικίασης ακινήτων που είναι -πια- δυσπρόσιτες για τους περισσότερους. Μια ολόκληρη γενιά πολιτών κινδυνεύει να χάσει την ευκαιρία απόκτησης δικού της ακινήτου.
«Παρατηρούμε πως μεγάλα τμήματα της κοινωνίας μας δεν έχουν πρόσβαση σε αρκετά μέρη της πόλης μας λόγω της αύξησης των τιμών ακινήτων» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Δήμαρχος του Βερολίνου Michael Mueller. «Το ίδιο συμβαίνει στο Λονδίνο, το Παρίσι και τη Ρώμη».
Αυτή η οικονομική ανισότητα αποτελεί και ένα από τα μεγαλύτερα θέματα στην πολιτική ζωή πολλών χωρών, με απρόβλεπτες συνέπειες.
Οι πολιτικοί προσπαθούν να καταπολεμήσουν το πρόβλημα με πολλούς τρόπους, όπως θέσπιση πλαφόν ενοικίων, φορολόγησης των ιδιοκτητών των ακινήτων, της κρατικοποίησης ιδιωτικής περιουσίας ή της μετατροπής άδειων ακινήτων σε γραφεία. Παρ’ όλα αυτά, δεν έχουν βρει, ακόμη, την ιδανική και βιώσιμη απάντηση στο πρόβλημα.
Στη Νότια Κορέα, το κόμμα του Προέδρου Moon Jae-in καταβαραθρώθηκε στις δημαρχιακές εκλογές λόγω της ανικανότητας καταπολέμησης της άκρατης αύξησης των μέσων τιμών ακινήτων στη Seoul. Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης έχει, επίσης, προειδοποιήσει πως μπορεί να υπάρξει μία κρίση στην αγορά ακινήτων λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Στην Κίνα, η κυβέρνηση έχει προχωρήσει στη θέσπιση αυστηρών μέτρων για τον περιορισμό της κρίσης στην αγορά ακινήτων μέσα στο 2021.
Το κόστος ενός διαμερίσματος στη Shenzhen, η οποία θεωρείται και ως Silicon Valley της Κίνας, ήταν 43,5 φορές ο μέσος μισθός κατοίκου της πόλης τον Ιούλιο.
Στον Καναδά, ο πρωθυπουργός Justin Trudeau έχει υποσχεθεί μία διετή απαγόρευση αγοράς ακινήτων από αλλοδαπούς εάν επανεκλεγεί.
Η πανδημία έχει οδηγήσει τις τιμές των ακινήτων σε νέα υψηλά τους τελευταίους 18 μήνες λόγω της συγκυρίας των χαμηλών επιτοκίων, της απουσίας νεόδμητων κατοικιών, τις αλλαγές στα οικονομικά των καταναλωτών και την έλλειψη προσφοράς. Αν και η παρούσα κατάσταση αποτελεί κάτι το θετικό για τους επίδοξους πωλητές ακινήτων, οι περισσότεροι απλά δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στην αγορά λόγω των υπέρογκων τιμών.
«Δεν πρέπει να αγνοήσουμε την παρούσα κατάσταση», ανέφερε ο Don Layton, πρώην CEO της αμερικανικής εταιρείας ακινήτων Freddie Mac.
Στις ΗΠΑ, όπου ο μέσος όρος των τιμών ακινήτων βρίσκεται αυξημένος 30% σε σχέση με τα προηγούμενα υψηλά στα μέσα της δεκαετίας του 2000. Οι κινήσεις των ρυθμιστικών αρχών της χώρας που προσπαθούν να βελτιώσουν την προσιτότητα των τιμών ακινήτων, κινδυνεύουν να χειροτερέψουν την κατάσταση, σύμφωνα με τον Layton.
Το αποτέλεσμα, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε άλλες χώρες, είναι η διεύρυνση του οικονομικού χάσματος της γενιάς των Baby Boomers και των Millenials και Gen Z οι οποίοι πια φαίνεται πως δεν έχουν δικαίωμα στο όνειρο.
Τα υπάρχοντα δάνεια ακινήτων επίσης απειλούν με τη δημιουργία μιας νέας οικονομικής κρίσης εάν τα κόστη δανεισμού συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία. Ο αναλυτής του Bloomberg, Niraj Shah υπογράμμισε πως η αγορά σε πολλές χώρες ανά τον πλανήτη δείχνει σημάδια παρόμοια με αυτά της κρίσης του 2008.
Οσο για τις κυβερνήσεις, θα πρέπει να βρουν λύσεις οι οποίες ούτε θα τιμωρούν τους ιδιοκτήτες ούτε τους ενοικιαστές. Η σουηδική κυβέρνηση, για παράδειγμα, κατέρρευσε τον Ιούνιο μετά από πρόταση η οποία θα άφηνε τη διευθέτηση των τιμών στην αγορά αντί του παραδοσιακού κυβερνητικού ελέγχου.
Στο Βερολίνο, μία προσπάθεια περιορισμού της αύξησης των ενοικίων ανατράπηκε έπειτα από απόφαση του δικαστηρίου. Οι πολίτες της γερμανικής πρωτεύουσας έχουν συγκεντρώσει αρκετές υπογραφές για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ενώ η πόλη πρόσφατα ανακοίνωσε πως θα αγοράσει 15.000 διαμερίσματα από δύο μεγάλες εταιρείες ακινήτων έναντι 2,46 δισ. ευρώ.
Διαβάστε ακόμα
«Crash test» σε όλες τις ρυθμίσεις για τα χρέη προς την εφορία
efood: Aπό το απόλυτο success story στην «ψηφιακή» διαμαρτυρία και την πρώτη εταιρική κρίση