Το πλεόνασμα των αποταμιεύσεων στο οποίο κάποτε αναφέρθηκε ο Μπεν Μπερνάνκε στερεύει. Ως αποτέλεσμα, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια παγκοσμίως είναι πιθανό να οδεύουν προς ολοένα και υψηλότερα επίπεδα.
Η γήρανση των πληθυσμών, η αγκομαχούσα κινεζική οικονομία και η ολοένα και πιο προβληματική παγκόσμια οικονομία είναι μεταξύ των παραγόντων οι οποίοι απειλούν να μετατρέψουν το πλεόνασμα αποταμιεύσεων που εντόπισε ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ πριν από σχεδόν 20 χρόνια, σε έλλειμμα.
Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με ορισμένους οικονομολόγους αποτελεί μία αντιστροφή της τάσης των περασμένων δεκαετιών ως προς τη μείωση των επιτοκίων, καθώς οι δανειολήπτες αναγκάζονται να πληρώσουν περισσότερα λόγω της φθίνουσας προσφοράς μετρητών.
«Εισερχόμαστε σε μια εποχή μεγαλύτερης γεωπολιτικής αντιπαλότητας και πιο συναλλακτικών οικονομικών σχέσεων η οποία θα περιορίσει τις αποταμιεύσεις παγκοσμίως», δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία του ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι. «Η καθοδική πίεση η οποία ασκήθηκε παγκοσμίως στα επιτόκια και η οποία σημάδεψε μεγάλο μέρος της εποχής της παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να αντιστραφεί», συμπλήρωσε.
Το 2005, ο Μπερνάνκε υποστήριξε ότι ο κόσμος ήταν πλημμυρισμένος από αποταμιεύσεις επειδή η Κίνα και άλλες αναδυόμενες αγορές δημιουργούσαν σκόπιμα συναλλαγματικά αποθέματα ως ασφάλεια έναντι μελλοντικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Οι εξαγωγείς πετρελαίου είχαν επίσης περισσότερα χρήματα τα οποία είχαν την ευχέρεια να επενδύσουν, χάρη στην άνοδο των τιμών της ενέργειας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από τον ιδρυτή της Hanover Provident, Ρόμπερτ Ντάγκερ και αυτά των οικονομολόγων της Fed του Σικάγο, Ρόμπερτ Μπάρσκι και Μάθιου Ίστον, υποδεικνύουν ότι η υπερπροσφορά μετρητών κορυφώθηκε πριν από μερικά χρόνια.
Ο αντίκτυπός της, όμως, καλύφθηκε από τις ιδιαίτερα χαλαρές νομισματικές πολιτικές που ακολούθησαν η Fed και οι λοιπές κεντρικές τράπεζες μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007-09.
Η πανδημία προκάλεσε, στη συνέχεια, ακόμη μεγαλύτερη εισροή μετρητών από τις ρυθμιστικές αρχές, καθώς πάλευαν να κρατήσουν τις οικονομίες των χωρών τους σταθερές ενόψει της απροσδόκητης και ιστορικής κρίσης.
Τώρα, με τις κεντρικές τράπεζες να μειώνουν τις παρεμβάσεις στις παγκόσμιες αγορές ομολόγων, οι επιπτώσεις της ύφεσης αρχίζουν να διαφαίνονται. Σύμφωνα με τον συνιδρυτή της Macro Intelligence 2 Partners, Τζούλιαν Μπρίγκντεν, η αύξηση των πραγματικών αποδόσεων και το υψηλότερο «term premium» των αμερικανικών κρατικών ομολόγων αποτελεί ένδειξη αυτού του φαινομένου.
Ο αναλυτής αναμένει ότι τα επιτόκια θα καταγράψουν άνοδο τα επόμενα χρόνια καθώς οι δημογραφικά γηράσκουσες κοινωνίες θα ξοδεύουν τις αποταμιεύσεις τους, ανεβάζοντας αυτό το οποίο υπολογίζει ως δίκαιη τιμή για το 10ετές κρατικό ομόλογο σε περίπου 8% το 2050, από το τρέχον 3%.
Ο ρόλος της Κίνας ως σημαντικού προμηθευτή αποταμιεύσεων στον υπόλοιπο κόσμο μπορεί επίσης να μειωθεί, καθώς η χώρα δέχεται πιέσεις από τις ΗΠΑ σε διάφορα εμπορικά και τεχνολογικά μέτωπα.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι οι αποταμιεύσεις της Κίνας θα μειωθούν στο 42,4% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της το 2028 από το περσινό 44% και το 45,7% το 2022, καθώς το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της συρρικνώνεται.
Επιχειρηματικά και οικονομικά μοντέλα όπως της Κίνας που βασίζονται σε μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα «μπορεί να μην είναι πλέον πολιτικά βιώσιμα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Μάριο Ντράγκι σε πρόσφατη συνάντηση της National Association of Business Economics
«Αυτή η αλλαγή στις διεθνείς σχέσεις θα επηρεάσει την παγκόσμια προσφορά αποταμιεύσεων», προσέθεσε, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου.
Η αναπληρωτής γενική διευθυντής του ΔΝΤ, Γκίτα Γκοπινάθ, προειδοποίησε για τον κίνδυνο δημιουργίας ενός νέου Ψυχρού Πολέμου μεταξύ των των ΗΠΑ και της Κίνας οι οποίες αποτελούν και τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.
«Οι απειλές για την ελεύθερη ροή κεφαλαίων και αγαθών έχουν ενταθεί καθώς οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι έχουν αυξηθεί», δήλωσε σε πρόσφατη ομιλία της στην Κολομβία.
Ο Ντράγκι υποστήριξε ότι αυτό θα εντείνει τον συντονισμό μεταξύ των δημοσιονομικών και των ανεξάρτητων φορέων χάραξης νομισματικής πολιτικής, κάτι το οποίο μέχρι τώρα είχε παρατηρηθεί μόνο κατά τη διάρκεια οικονομικών καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, όπως η πανδημία.
Σε ένα περιβάλλον πενιχρών αποταμιεύσεων, οι κυβερνήσεις θα επιδιώξουν να χρηματοδοτήσουν φιλόδοξα προγράμματα όπως τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια και τις μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ενώ οι κεντρικές τράπεζες θα βρίσκονται σε επιφυλακή για τον κίνδυνο ότι οι ενισχυμένες δαπάνες αυτές θα μπορούσαν να προκαλέσουν απότομη αύξηση του πληθωρισμού.
Η επιθυμία για έναν τέτοιο ενισχυμένο συντονισμό επεκτείνεται και στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όπου η άνοδος των αποδόσεων ωθεί ήδη το κόστος των επιτοκίων της κυβέρνησης σε επίπεδα ρεκόρ.
«Σε έναν κόσμο ολοένα εντεινόμενου ανταγωνισμού για τις περιορισμένες αποταμιεύσεις, η Fed και το Κογκρέσο θα αναγκαστούν να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στη διαθεσιμότητα της παγκόσμιας αποταμίευσης και να εντείνουν την ανοιχτή και συνεχή συνεργασία τους», δήλωσε ο Ρόμπερτ Ντάγκερ της Hanover Provident.
Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι όλοι οι οικονομολόγοι πεπεισμένοι ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε μια νέα εποχή υψηλότερων επιτοκίων.
Αν και παραδέχονται το δημογραφικό πρόβλημα της γήρανσης του πληθυσμού, υποστηρίζουν πως η διάρκεια ζωής των ανθρώπων επεκτείνεται κατά μέσο όρο.
Αυτό, σύμφωνα με τους ίδιους, ωθεί τους ηλικιωμένους να ξοδεύουν τις αποταμιεύσεις τους πιο συνετά και τους νέους να αποταμιεύουν ακόμη περισσότερα για τη συνταξιοδότησή τους, όπως δήλωσε ο πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Μορίς Όμπστφελντ.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Fed, από την πλευρά τους, έχουν αρχίσει να εξετάζουν το ενδεχόμενο ότι το λεγόμενο ουδέτερο επιτόκιο, δηλαδή το επιτόκιο το οποίο δεν ενισχύει ούτε περιορίζει την οικονομία, μπορεί να κυμαίνεται σε υψηλότερα ποσοστά σε σχέση με τα προ-πανδημικά δεδομένα.
Παρ’ όλα αυτά, η προσοχή τους στρέφεται κυρίως στο εσωτερικό της αμερικανικής οικονομίας, καθώς καλούνται να αναλογιστούν την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομικής δραστηριότητας έναντι των απότομα υψηλότερων επιτοκίων.
Ο Ντάγκερ, όμως, υποστηρίζει πως η Fed, όσο και οι λοιπές κεντρικές τράπεζες, δεν μπορούν να αγνοήσουν τι συμβαίνει παγκοσμίως.
«Η Fed δεν θα μπορέσει να οδηγήσει τα αμερικανικά επιτόκια υπό των παγκοσμίων επιπέδων χωρίς να αυξήσει τον κίνδυνο δημιουργίας υψηλότερου πληθωρισμού. Το αφήγημα των υψηλότερων για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα επιτοκίων σημαίνει αυτό ακριβώς στο οποίο αναφέρεται».
Διαβάστε ακόμη
Έφτασε η ώρα της εφορίας για τα κρυπτονομίσματα
Μητσοτάκης στον Ασπρόπυργο: Δίνουμε καλοπληρωμένες δουλειές σε νέα παιδιά στη Δυτική Αττική
Στουρνάρας: Αν δεν υπήρχε το 2015 η Τράπεζα της Ελλάδος, η χώρα ίσως να είχε βγει από την ευρωζώνη
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ