Για τους περισσότερους παρατηρητές που βρίσκονται εκτός της χώρας, η Γερμανία φαίνεται ότι είναι τόσο πολύ συνδεδεμένη με την ισορροπημένη δημοσιονομική πολιτική που ακολουθεί, ώστε να μην αποφασίζει την ανάπτυξη μιας πολιτικής κινήτρων, παρά μόνο όταν είναι, πια, πολύ αργά.
Κι όμως, αξιωματούχοι της κυβέρνησης υπό την καγκελάριο Merkel, έχουν ήδη καταρτίσει μια σειρά τέτοιων επιλογών. Κάποιες από αυτές είναι πιθανό να μην τις δούμε ποτέ να υλοποιούνται, αλλά ήδη αναπτύσσονται ως σχεδιασμοί, όπως αναφέρουν πηγές που έχουν άμεση γνώση αυτών των σχεδίων και ζήτησαν να μην προσδιοριστούν, επειδή οι σχετικές συζητήσεις είναι ιδιωτικές.
Αυτού του είδους η προετοιμασία βασίζεται στην ανάγνωση των εξελίξεων που κάνει η κυβέρνηση για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση, καθώς και για την ανάλυση κόστους- οφέλους ενός πακέτου κινήτρων που άρχισε να εφαρμόζεται το 2009. Αυτή η μελέτη διαπίστωσε ότι ορισμένα μέτρα που έχουν ληφθεί, είναι πιο αποτελεσματικά από άλλα.
Σε πρώτη φάση, η κυβέρνηση του Βερολίνου επιταχύνει τις επενδύσεις οι οποίες βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα κι ενισχύουν την εμπιστοσύνη. Αυτές οι τελευταίες, βέβαια, μπορεί να κάνουν μήνες ή και χρόνια να περάσουν στην πραγματική οικονομία.
Στην περίπτωση όμως που αυτές αποδειχθούν ανεπαρκείς κι η γερμανική οικονομία διατρέξει σοβαρό κίνδυνο να πέσει σε ύφεση, η κυβέρνηση θα δρομολογήσει ένα βραχυχρόνιο πρόγραμμα τόνωσης της οικονομίας, το οποίο θα προσανατολίζεται στην τόνωση της εγχώριας ζήτησης. Ο υπουργός Οικονομικών Olaf Scholz δήλωσε ότι το πρόγραμμα αυτό θα είναι ύψους περίπου 50 δισεκατομμυρίων ευρώ (55 δισεκ. δολάρια).
Τα βασικότερα μέτρα που εξετάζει η κυβέρνηση Merkel, είναι:
– Αυξημένες επιδοτήσεις για πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Είναι παρόμοιο με το αντίστοιχο πρόγραμμα του 2009 (επιδότηση για απόσυρση παλαιών αυτοκινήτων), αλλά μικρότερο, καθώς η δυνατότητα παραγωγής ηλεκτρικών οχημάτων εξακολουθεί να είναι περιορισμένη
– Μεγαλύτερες διαγραφές εταιρικών φόρων. Το αντίστοιχο πρόγραμμα του 2009 βοήθησε τη ρευστότητα βραχυπρόθεσμα.
– Χαμηλότερες εισφορές υπέρ ανέργων, για εργοδότες κι εργαζόμενους. Με την πρόταση αυτή διαφωνούν οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες, ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος του συνασπισμού, αλλά θα μπορούσε να αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα σε περίοδο ύφεσης. Υπολογίζεται ότι μια μείωση της τάξεως του 0,3% έως 0,4% θα μπορούσε να απελευθερώσει 4 έως 5 δισεκατομμύρια ευρώ προς διάθεση.
– Ολοκλήρωση πιο γρήγορα του μέτρου που επέβαλε την εισφορά αλληλεγγύης. Με βάση τα σημερινά δεδομένα αυτό θα ισχύσει από το 2021, και υπολογίζεται ότι θα απελευθερώσει περίπου 10 δισεκ. ευρώ, τα οποία θα πέσουν στην κατανάλωση.
Πάντως το Βερολίνο δεν θεωρεί δεδομένο ότι η γερμανική οικονομία θα εισέλθει οπωσδήποτε σε τροχιά ύφεσης, οπότε δεν έχει ακόμα αποφασίσει αν θα λάβει ολόκληρο το πακέτο των μέτρων που μελετώνται.