Οι ΗΠΑ μηνύουν τη βρετανική τράπεζα για αθετήσεις δισεκατομμυρίων τιτλοποιημένων στεγαστικών δανείων – Οι επενδυτές εξαπατήθηκαν σχετικά με το ρίσκο που ενείχαν τα χρεόγραφα, υποστηρίζει το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης

Μήνυση κατά της Barclays κατέθεσε το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης κατηγορώντας τη για απάτη σχετικά με την πώληση ενυπόθηκων ομολόγων μετά την άρνηση της βρετανικής τράπεζας να πληρώσει το ποσό που ζήτησαν οι ΗΠΑ στις διαπραγματεύσεις για επίτευξη συμβιβασμού.

Η μήνυση που ανακοινώθηκε την Πέμπτη είναι μια εξέλιξη μάλλον ασυνήθιστη για μεγάλες τράπεζες που, συνήθως, μπαίνουν σε διαπραγματεύσεις προκειμένου να φτάσουν σε συμβιβασμό με την κυβέρνηση ώστε να αποφευχθεί η παράταση της διαμάχης των δύο πλευρών που μπορεί να οδηγήσει στις αίθουσες των δικαστηρίων.

Το ναυάγιο των συνομιλιών δείχνει ότι η τράπεζα είναι διατεθειμένη να «δοκιμάσει τις δυνάμεις της» απέναντι στη νέα κυβέρνηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ. Μάλιστα η τράπεζα έχει προσλάβει για την υπεράσπισή της μια νομική φίρμα, ο κορυφαίος δικηγόρος της οποίας είναι γνωστός για την επιθετική τακτική που ακολουθεί στις υποθέσεις του.

Η Barclays είναι μια από τις ευρωπαϊκές τράπεζες που βρίσκονται αντιμέτωπες με μακροχρόνιες αντιδικίες με το αμερικανικό δημόσιο για την πώληση ενυπόθηκων τίτλων λίγο πριν το ξέσπασμα της χρηματοοικονομικής κρίσης. Άλλες τρανταχτές περιπτώσεις είναι αυτές της HSBC, της Credit Suisse, της UBSκαι της Royal Bank of Scotland, ενώ, όπως έγινε γνωστό, η Deutsche Bank συμφώνησε σε διακανονισμό 7,2 δισ. ευρώ με το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, για την πώληση «τοξικών» τραπεζικών επενδυτικών προϊόντων, πριν το 2008.

«Η Barclays έθεσε σε κίνδυνο περιουσιακά στοιχεία αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσω των πρακτικών της που ήταν εντελώς ανεύθυνες και ανέντιμες», αναφέρει η Γενική Εισαγγελέας, Λορέτα Λιντς σε γραπτή της ανακοίνωση.

«Στέλνουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν θα ανεχθεί την εξαπάτηση των επενδυτών και του αμερικανικού λαού», συμπληρώνει.

Από την πλευρά της η Barclays απορρίπτει τις κατηγορίες, αναφέροντας ότι «δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Εχουμε υποχρέωση έναντι των μετόχων μας , των πελατών μας και των υπαλλήλων μας να υπερασπιστούμε τη φήμη μας έναντι παράλογων ισχυρισμών και απαιτήσεων.».

Σημειώνεται ότι η τράπεζα έχει εξοικονομήσει 2,5 δισ. στερλίνες για έρευνες και δικαστικά έξοδα από τις αρχές του 2014.