H ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και η έλλειψη συνεργασίας από άλλες χώρες θα μπορούσαν να ανατρέψουν τις όποιες προσπάθειες της πιθανής νέας κυβέρνησης του Τραμπ για την αποδυνάμωση του δολαρίου, σύμφωνα με την JPMorgan Chase & Co.

Το θέμα της ισχύος του δολαρίου βρίσκεται στην κορυφή της ατζέντας του Τραμπ και του υποψήφιου αντιπροέδρου του, Τζέι Ντι Βανς, ο οποίος έχει επίσης εκφράσει την επιθυμία του για ένα φθηνότερο δολάριο, όπως ανέφερε ο οικονομολόγος της JPMorgan, Μάικλ Φερόλι, σε πρόσφατη ανάλυσή του.

Άλλοι αναλυτές έχουν επισημάνει ότι η επιθυμία του Τραμπ να υποτιμήσει το δολάριο έρχεται σε αντίθεση με τις προτιμήσεις της εμπορικής του πολιτικής, καθώς η «ορθόδοξη» οικονομική θεωρία προβλέπει ότι το νόμισμα μιας χώρας που επιβάλλει δασμούς θα πρέπει να ανατιμηθεί μετά από την επιβολή των δασμών αυτών.

Αυτή η συγκυρία, όμως, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν θα ακολουθούσε πολιτικές για την αποδυνάμωση του δολαρίου, σύμφωνα με την JPMorgan.

«Οι οικονομολόγοι έχουν σημαντικές επιφυλάξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα της μονομερούς παρέμβασης με στόχο την αποδυνάμωση του δολαρίου», δήλωσε ο Φερόλι. «Ακόμα κι έτσι, αυτός δεν είναι λόγος να την αποκλείσουμε ως μια επιλογή που θα μπορούσε να εξετάσει η κυβέρνηση».

Οι πρόεδροι των ΗΠΑ διαθέτουν ανεξάρτητα εργαλεία, όπως το Ταμείο Σταθεροποίησης Συναλλάγματος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών (ΕSF), που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να επηρεάσουν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες ξεχωριστά από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα ή το Κογκρέσο.

«Δεν θα πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι ο πρόεδρος μπορεί να χρησιμοποιήσει τους πόρους του ESF για να προσπαθήσει να αποδυναμώσει το δολάριο», τόνισε ο Φερόλι. Ωστόσο, η οποιαδήποτε εκτίμηση σχετικά με το αν μια Fed υπό την ηγεσία του Τζερόμ Πάουελ θα μπορούσε να συνεργαστεί σε προσπάθειες υποτίμησης είναι «διφορούμενη».

Τα στοιχεία της JPMorgan υποδεικνύουν ότι η πολιτική παρέμβαση – κατά την οποία η υποκείμενη νομισματική βάση μιας οικονομίας δεν αλλάζει καθώς αγοράζονται και πωλούνται ξένα περιουσιακά στοιχεία – είχε μικτά αποτελέσματα στο παρελθόν.

Οι προσπάθειες είναι πιο επιτυχημένες όταν η παρέμβαση ανακοινώνεται δημοσίως και φαίνεται να έχει την υποστήριξη των νομισματικών αρχών και όταν η κίνηση γίνεται σε συνεννόηση με άλλες παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες.

Αυτό θα περιέπλεκε τις προσπάθειες υποτίμησης του δολαρίου έναντι άλλων σημαντικών παγκόσμιων νομισμάτων, όπως το ευρώ και το γεν, όπως αναφέρει ο Φερόλι.

Οι παρεμβάσεις έναντι νομισμάτων που αναμφισβήτητα ελέγχονται από τις κυβερνήσεις τους, όπως το ρινγκίτ της Μαλαισίας ή το δολάριο της Σιγκαπούρης, είναι πιθανότερο να επιτύχουν.

Όσον αφορά την Κίνα, οι κινήσεις για την υποτίμηση του δολαρίου έναντι του γουάν περιπλέκονται από το γεγονός ότι το έθνος διατηρεί ένα χερσαίο και υπεράκτιο νομισματικό καθεστώς.

«Το κύριο θέμα είναι η Κίνα», υποστήριξε ο Φερόλι. «Ένα προφανές πρόβλημα με αυτή την πολιτική αντισταθμιστικής νομισματικής παρέμβασης έναντι της Κίνας είναι ότι η χώρα χρησιμοποιεί capital controls. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οποιαδήποτε πιθανή παρέμβαση από τις ΗΠΑ θα πρέπει να γίνει στην υπεράκτια αγορά της».

Διαβάστε ακόμη

Στεγαστικό: Χαμηλές προσδοκίες για τα κλειστά ακίνητα

Ενέργεια: Επενδύσεις πάνω από 17 δισ. ετησίως έως το 2050 και χωρίς επιδοτήσεις

Ελλάδα: Πόσα χρήματα δαπανά το μέσο νοικοκυριό και για ποια είδη (γραφήματα)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα