Η «τράπεζα της μαμάς και του μπαμπά» γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη πηγή χρηματοδότησης για τους ενήλικες του Ηνωμένου Βασιλείου που επιθυμούν αγοράσουν σπίτι, σύμφωνα με νέα έκθεση του Resolution Foundation.
Η συνολική αξία των χρηματοδοτικών δώρων έφτασε τα 29 δισεκατομμύρια λίρες (36,7 δισεκατομμύρια δολάρια) την περίοδο 2018-2020, υπερδιπλάσια σε σχέση με το επίπεδο μια δεκαετία νωρίτερα, σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη. Αυτό οφείλεται στην αύξηση τόσο του αριθμού όσο και του μεγέθους των δώρων, τα οποία προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τους γονείς για να βοηθήσουν τα παιδιά τους που αγοράζουν για πρώτη φορά να βάλουν προκαταβολή.
Περίπου 650.000 ενήλικες έλαβαν μεταβίβαση 10.000 λιρών ή περισσότερο κατά τη διετή περίοδο, με τα δώρα αυτά να αντιπροσωπεύουν πλέον περίπου το 20% του συνόλου.
«Όσοι δεν είναι αρκετά τυχεροί ώστε να έχουν πλούσιους γονείς συχνά αγωνίζονται να εξασφαλίσουν ένα δικό τους σπίτι», δήλωσε η Μόλυ Μπρουμ, οικονομολόγος στο Resolution Foundation. «Καθώς η Βρετανία γερνάει και γίνεται πλουσιότερη, οι μεταβιβάσεις μεταξύ των γενεών παίζουν μεγαλύτερο ρόλο στη διαμόρφωση των οικονομικών προοπτικών των ανθρώπων».
Τα ευρήματα της έρευνας αποτυπώνουν το μέγεθος της κρίσης στέγασης που αντιμετωπίζει η νέα κυβέρνηση των Εργατικών μετά από χρόνια ανεξέλεγκτου πληθωρισμού των τιμών των κατοικιών και κρίσης κόστους ζωής. Η προσιτότητα είναι πιθανό να παραμείνει τεταμένη, με την Τράπεζα της Αγγλίας να σηματοδοτεί ότι δεν βιάζεται να μειώσει το κόστος δανεισμού και την αύξηση των φόρων μισθοδοσίας των εργοδοτών να απειλεί να μεταφραστεί σε χαμηλότερες αυξήσεις μισθών, μεταδίδει το Bloomberg.
Σύμφωνα με την έκθεση της Resolution, οι νέοι ενήλικες στη δεκαετία των 30 – την ηλικία κατά την οποία οι περισσότεροι αγοράζουν το πρώτο τους σπίτι – ήταν οι κύριοι δικαιούχοι της γονικής βοήθειας, ενώ εκείνοι που προέρχονταν από πιο εύπορες οικογένειες είχαν σημαντικά περισσότερες πιθανότητες να λάβουν στήριξη.
Αυτό το χάσμα πλούτου μεταξύ ιδιοκτητών κατοικίας και ενοικιαστών είναι πιθανό να μεταφερθεί στην επόμενη γενιά. Σχεδόν όλοι οι ιδιοκτήτες κατοικιών αναμένουν να αφήσουν κληρονομιά, σε σύγκριση με λιγότερους από τους μισούς ενοικιαστές.
Ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός των ενοικίων δυσκολεύει τους νέους να συγκεντρώσουν αρκετά κεφάλαια για μια προκαταβολή χωρίς τη βοήθεια των γονιών τους. Σε ξεχωριστή έκθεση του Resolution Foundation εκτιμάται ότι μια τυπική νέα οικογένεια θα χρειαστεί πάνω από 14 χρόνια για να αποταμιεύσει για μια προκαταβολή, σχεδόν διπλάσιος χρόνος από ό,τι στα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ ευελπιστεί να διορθώσει την κρίση της στέγασης με την κατασκευή 300.000 κατοικιών ετησίως – κάτι που καμία κυβέρνηση δεν έχει επιτύχει από την εποχή των Εργατικών υπό τον Χάρολντ Γουίλσον το 1969-70. Οι υπουργοί προσπαθούν επίσης να βελτιώσουν την προστασία των ενοικιαστών, για παράδειγμα με την απαγόρευση των εξώσεων χωρίς υπαιτιότητα. Ωστόσο, οι εμπειρογνώμονες φοβούνται ότι οι προτάσεις μπορεί τελικά να τροφοδοτήσουν τον πληθωρισμό των ενοικίων, αναγκάζοντας τους ιδιοκτήτες να πουλήσουν λόγω του υψηλότερου κόστους.
Τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας που δημοσιεύτηκαν την Τετάρτη έδειξαν ότι ο πληθωρισμός των ενοικίων αυξήθηκε για πρώτη φορά σε επτά μήνες και έφτασε ξανά σε διψήφιο αριθμό στην πρωτεύουσα, παρατείνοντας τη συμπίεση του κόστους ζωής των ενοικιαστών.
Επιστροφή στο πατρικό λόγω υψηλών ενοικίων
Τα υψηλά ενοίκια ενθαρρύνουν περισσότερους ενήλικες να επιστρέψουν στην οικογενειακή κατοικία για να εξοικονομήσουν χρήματα, σύμφωνα με το Ίδρυμα Resolution Foundation. Είναι μια ιδιαίτερα δημοφιλής προσέγγιση για τους νέους άνδρες ηλικίας 20 έως 34 ετών, το ένα τρίτο των οποίων ζούσε με τους γονείς του, σε σύγκριση με μόλις μία στις πέντε γυναίκες αυτής της ηλικιακής κατηγορίας το 2023, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.
Η τάση αυτή ενδέχεται να περιορίζει την κινητικότητα των νέων και να περιορίζει τις ευκαιρίες απασχόλησής τους. Όσοι ζουν με τους γονείς τους ήταν πιο πιθανό να είναι άνεργοι ή να εργάζονται σε χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, σύμφωνα με την έκθεση. Το Λονδίνο ήταν η μόνη περιοχή του Ηνωμένου Βασιλείου όπου ίσχυε το αντίστροφο.
Τα επίσημα στοιχεία της Πέμπτης έδειξαν ότι ο αριθμός των νέων ανδρών που ούτε εργάζονται ούτε προετοιμάζονται για τον κόσμο της εργασίας είναι ο υψηλότερος των τελευταίων 12 ετών, αποτελώντας σημαντική πρόκληση για τις οικονομικές φιλοδοξίες της κυβέρνησης Στάρμερ.
Σχεδόν 900.000 άτομα ηλικίας 18-24 ετών κατατάχθηκαν ως NEET – που δεν βρίσκονται σε εκπαίδευση, απασχόληση ή κατάρτιση – κατά το τρίτο τρίμηνο, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία. Η αύξηση κατά 9% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα οφείλεται εξ ολοκλήρου στους άνδρες, σχεδόν το ένα πέμπτο των οποίων ήταν NEET.
«Αυτές οι οικογενειακές μεταφορές είναι εξαιρετικά σημαντικές και μπορεί να είναι πολύ ικανοποιητικές», δήλωσε η Μπρουμ. «Αλλά δεν κατανέμονται εξίσου σε όλη την κοινωνία».
Διαβάστε ακόμη
ΔΥΠΑ: Μέχρι πότε οι αιτήσεις για το πρόγραμμα απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα