Ένας βασικός άξονας της επιχειρηματολογίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την επίτευξη του πληθωριστικού στόχου του 2% αντιμετωπίζει αυξανόμενες αμφιβολίες, γεγονός που ενδεχομένως να περιορίζει τις ελπίδες για συνεχείς μειώσεις των επιτοκίων.
Για να επιτευχθεί ο στόχος της ΕΚΤ, όπως προβλέπεται στα τέλη του επόμενου έτους, η αύξηση της παραγωγικότητας πρέπει να συνοδευτεί από περιορισμό των αμοιβών των εργαζομένων και των περιθωρίων κέρδους των εταιρειών.
Ένα πιο παραγωγικό εργατικό δυναμικό θα μείωνε το κόστος ανά μονάδα προϊόντος, ασκώντας πτωτική πίεση στον πληθωρισμό. Παρά ταύτα, αυτό έχει αποδειχθεί κάτι το οποίο είναι δύσκολο, ενώ τα σοκ, από την πανδημία μέχρι τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, απειλούν να αφήσουν ανεξίτηλα σημάδια στην οικονομία της Ευρωζώνης.
Εάν δεν επιτευχθεί επαρκής βελτίωση, οι προβλέψεις που στηρίζουν τη στάση πολιτικής της ΕΚΤ θα μπορούσαν να τεθούν σε κίνδυνο. Οι αναλυτές αναμένουν επί του παρόντος ότι οι αξιωματούχοι θα προχωρήσουν σε μείωση των επιτοκίων το φθινόπωρο.
Η συζήτηση «εστιάζεται όλο και περισσότερο στην παραγωγικότητα», σύμφωνα με τον οικονομολόγο της BNP Paribas, Πωλ Χόλινγκσγουορθ, ο οποίος προβλέπει αύξηση των μισθών σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τις προσδοκίες της ΕΚΤ και συμπίεση των περιθωρίων κέρδους.
«Η ΕΚΤ βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της παραγωγικότητας για να αμβλύνει κάποιες από τις πιέσεις του μοναδιαίου κόστους εργασίας», υποστήριξε. «Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις και στον πληθωρισμό».
Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν πως η άποψη της ΕΚΤ ότι η παραγωγικότητα θα αυξηθεί κατά περίπου 1% το 2025 και το 2026 είναι υπερβολικά αισιόδοξη, ακόμη και μετά την πρόσφατη, χαμηλότερη επικαιροποίησή της.
Η εκτίμηση αυτή μειώθηκε κατά περίπου 1% πέρυσι και κατά 0,6% το α’ τρίμηνο του 2024. Μια αιτία φαίνεται να είναι ότι η έλλειψη εργατικού δυναμικού ώθησε πολλές επιχειρήσεις να διατηρήσουν τους εργαζομένους τους παρά την υποτονική οικονομική ανάπτυξη.
«Οι προβλέψεις για το 2025 και το 2026 εξακολουθούν να φαντάζουν υπερβολικά ισχυρές και εξακολουθούμε να αναμένουμε λιγότερες αποπληθωριστικές πιέσεις από την αύξηση της παραγωγικότητας από ό,τι η ΕΚΤ», δήλωσε ο Σόρεν Ράντε, οικονομολόγος της Point72. «Παραμένει ένα επιχείρημα για να μην περιμένουμε έναν βαθύ κύκλο περικοπών», προσέθεσε.
Σύμφωνα με τον αναλυτή του Bloomberg Economics, Ντέιβιντ Πάουελ, «οι πρόσφατες αυξήσεις στις αμοιβές των εργαζομένων, στα επίσημα χρονοδιαγράμματα της ΕΚΤ για τους μισθούς και στον πληθωρισμό του τομέα των υπηρεσιών έχουν αφήσει το Διοικητικό Συμβούλιο απρόθυμο να προβεί σε νέα μείωση χωρίς περισσότερα στοιχεία που θα επιβεβαιώνουν ότι οι πιέσεις του κόστους χαλαρώνουν. Αυτό την αναγκάζει να διατηρήσει τα επιτόκια σταθερά τον Ιούλιο, αλλά οι επιβραδύνσεις θα βοηθήσουν να ξεκλειδώσει μια ακόμη κίνηση τον Σεπτέμβριο».
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κατανοούν τους κινδύνους, σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης του περασμένου μήνα. «Απαιτήθηκαν περαιτέρω στοιχεία τόσο για τον βαθμό στον οποίο τα κέρδη θα απορροφήσουν τις πληθωριστικές πιέσεις από τους υψηλότερους μισθούς όσο και για το αν η αύξηση της παραγωγικότητας θα ανακάμψει όπως αναμένεται», αναφέρεται.
Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις της ΕΚΤ αναγνωρίζουν την έκταση της αβεβαιότητας υπολογίζοντας τις επιπτώσεις τόσο των πιο αισιόδοξων όσο και των πιο απαισιόδοξων εκτιμήσεων για την παραγωγικότητα.
Η κεντρική τράπεζα έχει επίσης καταγράψει κινδύνους όπως καθυστερήσεις στα οφέλη από τις ψηφιακές τεχνολογίες ή μια πιο αρνητική επίδραση από τις πράσινες πολιτικές, καθώς και την πιθανότητα παρατεταμένων επιπτώσεων της «παρελθούσας χαμηλής ζήτησης» που μειώνουν την ανάγκη για ενίσχυση της παραγωγικής ικανότητας.
Πάραυτα, δεν ανησυχούν όλοι οι αναλυτές. Για την οικονομολόγο της Bank of America, Έβελιν Χέρμαν, το βασικό πλαίσιο της ΕΚΤ είναι αξιόπιστο.
«Σίγουρα μπορεί να υπάρχουν και διαρθρωτικοί παράγοντες για τη χαμηλή παραγωγικότητα, αλλά τη θεωρούμε κυρίως κυκλικό φαινόμενο αυτή τη στιγμή. Οι προσδοκίες της ΕΚΤ για την εξέλιξη της παραγωγικότητας δεν είναι απαραίτητα μη ρεαλιστικές και συνάδουν με όσα έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν», σημείωσε.
Παράλληλα, δεν υπάρχει καμία σιγουριά ότι οι άλλοι παράγοντες που παρακολουθούν οι αξιωματούχοι θα συμπεριφερθούν όπως αναμένεται. Οι μισθοί συνέχισαν να αυξάνονται με γοργό ρυθμό στις αρχές του έτους, καθώς οι εργαζόμενοι προσπαθούν να αντισταθμίσουν το σοκ του πληθωρισμού.
Ενώ η ελπίδα είναι ότι τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων θα απορροφήσουν αυτά τα κόστη, όπως και το α’ τρίμηνο, το περιβάλλον θα μπορούσε ακόμη να αλλάξει για άλλη μια φορά.
«Εάν η οικονομική δραστηριότητα ανακάμψει, η τιμολογιακή δύναμη των εταιρειών είναι πιθανό να αυξηθεί και πάλι», δήλωσε ο Μάρκο Βάγκνερ, οικονομολόγος της Commerzbank. Αυτό «υποδηλώνει μια ισχυρότερη επίδραση των κερδών στις τιμές τα επόμενα χρόνια».
«Αυτό που με ανησυχεί είναι η πιθανότητα να έχουμε κάποιες σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που τα μοντέλα δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν και ότι ο πληθωρισμός μπορεί να είναι διαρθρωτικά υψηλότερος από ό,τι νομίζουμε», δήλωσε ο Μάρκο Βάλι, οικονομολόγος της UniCredit στο Μιλάνο. «Αν κάνετε λάθος σε μία από αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές, αυτό θα επηρεάσει την παραγωγικότητα, τους μισθούς και τα κέρδη – ίσως όλα ταυτόχρονα», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ακόμη
Μαρκ Κούμπαν: «Επενδυτικό κόλπο» η στήριξη της Silicon Valley στον Τραμπ
Τα 10 μεγάλα deals που «ψήνονται» εν μέσω θέρους
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ