Η νέα πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, πέραν της οικονομικής ανάκαμψης που φαίνεται να δυσκολεύει και της πτώσης του πληθωρισμού, είναι μια: η άνοδος του ευρώ.
Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα έχει κάνει άλμα 12% σε μόλις 5 μήνες από την αρχή της επιβολής των lockdown λόγω κορωνοϊού και την Τρίτη σκαρφάλωσε πάνω από το 1,20 δολ. για πρώτη φορά μετά από δυο και πλέον χρόνια. Οι επενδυτές λένε ότι είναι πιθανό να ενισχυθεί περαιτέρω και, όπως αναφέρουν δυο στελέχη της ΕΚΤ, λένε ότι αυτό απασχολεί την Κεντρική Τράπεζα.
«Η ισοτιμία ευρώ – δολαρίου έχει σημασία», ανέφερε χθες ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν. «Αν υπάρχουν δυνάμεις που μετακινούν την ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, αυτό τροφοδοτεί τις παγκόσμιες και ευρωπαϊκές μας προβλέψεις και αυτό με τη σειρά του τροφοδοτεί τη νομισματική μας πολιτική».
Η άνοδος του ευρώ είναι μόνο μια πτυχή της ευρύτερης εικόνας αποδυνάμωσης του δολαρίου που έχει υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας διετίας σε σχέση με τους αντιπάλους του.
Η ευρωζώνη όμως είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη λόγω της σχετικά μεγάλης εξάρτησής της από τις εξαγωγές και του επίμονα χαμηλού πληθωρισμού.
Ενα ισχυρό νόμισμα κάνει τις εξαγωγές λιγότερο ανταγωνιστικές και πιέζει τις αυξήσεις των τιμών καθιστώντας τις εισαγωγές φθηνότερες. Η ταχεία αντίμηση ήταν συχνά λόγος για τον πρώην Πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, να εκφράζει την ανησυχία του για εξασθένηση της οικονομίας.
Η διάδοχός του θα πρέπει τώρα να αποφασίσει αν θέλει να ακολουθήσει μια παρόμοια τακτική. Αυτό θα γίνει στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 10 Σεπτεμβρίου όταν θα έχει στα χέρια της και τις αναθεωρημένες οικονομικές προβλέψεις.
«Η περιοχή του €1,20 είναι για το ευρώ κάτι σαν κόκκινη γραμμή», αναφέρει η Καταρίνα Ουτερμολ, οικονομολόγος της Allianz.
«Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν πολλά που να μπορεί να κάνει η ΕΚΤ, από το να προσπαθήσει να συγκρατήσει την άνοδο του ευρώ, επισημαίνοντας τη συνεχιζόμενη οικονομική αβεβαιότητα, διατηρώντας παράλληλα την πόρτα ανοιχτή σε μια περαιτέρω αύξηση των αγορών περιουσιακών στοιχείων αργότερα μέσα στο έτος».
Η σοβαρότητα της κατάστασης έγινε ορατή χθες με τη δημοσιοποίηση των τελευταίων στοιχείων για αποπληθωρισμό στην ευρωζώνη για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια.
Οι εξαγωγείς δεν νοιώθουν ακόμα την πίεση, κυρίως γιατί ούτως λη άλλως αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερη πίεση από τη παγκόσμια ύφεση. Όπως αναφέρει όμως ο οικονομολόγος της γερμανικής ένωσης μηχανικών βιομηχανίας VDMA, Ολαφ Βόρτμαν, το ισχυρότερο ευρώ ξεκάθαρα θα είναι ένα πρόσθετο βάρος για τους εξαγωγείς, ωστόσο το πιο σημαντικό είναι ότι η παγκόσμια ζήτηση είναι γενικά ατρκετά χαμηλή.
Το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, Ιζαμπελ Σνάμπελ, που είναι υπεύθυνη για τις λειτουργίες της αγοράς, δήλωσε αυτήν την εβδομάδα ότι οι αξιωματούχοι παρακολουθούν τις εξελίξεις στην αγορά συναλλάγματος – αν και εξέφρασε μια κάπως «στρογγυλεμένη» άποψη για το τι μπορεί να σημαίνουν.
Η πτώση του δολαρίου μπορεί να θεωρηθεί εν μέρει ως ένδειξη επιστροφής της παγκόσμιας εμπιστοσύνης, επειδή αντικατοπτρίζει την αντιστροφή των ροών σε ασφαλή καταφύγια στις ΗΠΑ, όπως όταν οι επενδυτές στράφηκαν στα κρατικά ομόλογα, ως καταφύγιο χαμηλού κινδύνου για τα μετρητά τους, ανέφερε.
Είπε επίσης, ότι ο αντίκτυπος της συναλλαγματικής ισοτιμίας στον πληθωρισμό είναι ασαφής – μια άποψη που υποστηρίζεται από την έρευνα της ΕΚΤ που δείχνει ότι η μετακύλιση των νομισματικών κινήσεων στις τιμές έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες.