Τα αποτελέσματα της μεγαλύτερης ζώνης ελευθέρων συναλλαγών στον κόσμο θα φανούν εν καιρώ, αλλά πιθανόν να μην ανταποκρίνονται ήδη στις υψηλές προσδοκίες που έχουν δημιουργήσει. Για παράδειγμα, αξίζει να προσέξει κανείς την κατάσταση που επικρατεί στα τελωνεία του αεροδρομίου Πιούντονγκ της Σαγκάης.
Καθώς οι τελικές προετοιμασίες για την υπογραφή του Συμφώνου Περιφερειακής Συνολικής Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης, ή του RCEP, ολοκληρώθηκαν με επιτυχία αυτόν τον μήνα, την ίδια ώρα τόνοι αστακού της Αυστραλίας «κόλλησαν» στα κινεζικά σύνορα για αρκετές ημέρες – πολύ περισσότερο από το χρονικό πλαίσιο των έξι ωρών για ευπαθή εμπορεύματα σύμφωνα με τους κανόνες του RCEP. Αυτό κυρίως οφειλόταν σε ανεπίσημη εντολή από το Πεκίνο να κρατήσει μόνο επτά κατηγορίες προϊόντων από τη χώρα. Οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών αποδυναμώθηκαν περεταίρω με το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας να δηλώνει στους Αυστραλούς να «σκεφτούν τις πράξεις τους» εάν ήθελαν μια καλύτερη οικονομική σχέση.
Οι προσπάθειες οικοδόμησης μιας παγκόσμιας τάξης βασισμένης σε κανόνες μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, έχουν δώσει τη θέση τους σε μια νέα εποχή «διπλωματίας δυνάμεων». Η τάση είναι τόσο διαδεδομένη που ακόμη και οι υποστηρικτές του ελεύθερου εμπορίου ακολουθούν αυτήν τη στρατηγική.
Σίγουρα, η τελική συμφωνία που συνέβαλε στην υπογραφή του RCEP φαίνεται αρκούντως θετική. Ως επί το πλείστον, η απόφαση της Ινδίας να αποσυρθεί πέρυσι από τη συμφωνία πιθανώς να διευκόλυνε τις υπόλοιπες χώρες να συμφωνήσουν. Ενδεχομένως, η διατύπωση σε καίρια ζητήματα όπως οι επενδύσεις, οι υπηρεσίες και η γεωργία φαίνεται να είναι πιο ισχυρή από ό, τι αναμενόταν, σύμφωνα με μια ανάλυση της Ντέμπορα Έλμς, εκτελεστικής διευθύντριας του ασιατικού κέντρου εμπορίου της Σιγκαπούρης.
Ακόμα κι έτσι, το μπλοκ θα υπολείπεται του είδους της συνολικής συμφωνίας που παρατηρείται στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο ή ακόμη και της μεταρρυθμισμένης εταιρικής σχέσης Trans – Pacific, γνωστή ως CPTPP, η οποία δεσμεύει τώρα βασικά μέλη της RCEP, συμπεριλαμβανομένων της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας και του Βιετνάμ, μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ.
Από μία άποψη, αυτό δεν έχει σημασία. Ο οικονομολόγος του Bloomberg Intelligence, εκτιμά ότι η συμφωνία θα αυξήσει το ΑΕΠ της Κίνας κατά 0,5% έως το 2030, με την Νότια Κορέα – η οποία μέχρι στιγμής δεν είχε ενταχθεί σε ένα μεγάλο εμπορικό μπλοκ – να έχει όφελος 1,4%, ενώ της Ιαπωνίας θα καταγράψει άνοδο 1,3%.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η αύξηση, αν και πραγματική, παραμένει μικρή. Το όραμα που οδήγησε την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου είδε τα έθνη σε όλο τον κόσμο να μειώνουν τους δασμούς τους, να εναρμονίσουν τους κανόνες τους και να συμφωνήσουν σε έναν κοινό μηχανισμό εμπορίου, μακριά από διαφωνίες και πολιτικές ίντριγκες, ώστε να να ενθαρρύνουν περισσότερο το εμπόριο και τις επενδύσεις διασυνοριακά.
Το RCEP και το CPTPP υπενθυμίζει ένα παλαιότερο όραμα των εμπορικών συνασπισμών, όπου η εμβάθυνση της ενοποίησης εντός της ζώνης συνδυάζεται με την απομάκρυνση των δεσμών με τα ξένα κράτη. Ως ανάπτυξη της Ένωσης των εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας, το RCEP θεωρείται, όσο περνάει ο καιρός, ως ένα είδος Pax Sinica, δεσμεύοντας την περιοχή σε μια παγκόσμια τάξη υπό την ηγεσία της Κίνας. Το CPTPP, από την πλευρά του, θεωρήθηκε ως μία αμερικανική απόπειρα να αποκρούσει τις παγκόσμιες φιλοδοξίες της Κίνας, προτού η ίδια η Ουάσιγκτον εγκαταλείψει την ομάδα.
Αυτό μοιάζει λιγότερο με το ελεύθερο εμπόριο και περισσότερο σαν αυτοκρατορική τακτική, που επικράτησε σε μεγάλο μέρος του κόσμου στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Κάτω από αυτό το σύστημα, οι δυνάμεις της Ευρώπης κέρδιζαν εμπορικά πλεονάσματα με τις αυτοκρατορίες τους, δημιουργώντας εμπόδια στα ξένα κράτη. Μάλιστα, η υποβάθμιση των ενδοευρωπαϊκών οικονομικών δεσμών συνέβαλε τελικά στον καταστροφικό για τον πλανήτη, Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ενδεικτικά, το ανομοιόμορφο ισοζύγιο πληρωμών κατέστρεψε επίσης τις αποικίες στις οποίες εξαρτάται το σύστημα. Αυτό το μοτίβο επαναλαμβάνεται τώρα, καθώς η ανισότητα στα μεγάλα εμπορικά έθνη με τις μεταξύ τους ανισορροπίες να τροφοδοτούνται, οδηγώντας αναπόφευκτα σε μεγαλύτερη δυσαρέσκεια, σε αναταραχές και τον εθνικιστικό λαϊκισμό.
Σύμφωνα με αναλυτές του Bloomberg, τέσσερα χρόνια κλιμακούμενων εντάσεων μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον δεν εμπόδισαν την Κίνα να εδραιωθεί ολοένα και περισσότερο στην παγκόσμια οικονομία. Ωστόσο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει μετατραπεί σε υποχείριο, και ακόμη και η σημερινή μη επεμβατική μορφή του δέχεται επίθεση, με τις ΗΠΑ να ασκούν βέτο στην προσπάθεια της νιγηριανής Νγκόζι Οκόνιο-Ιουιάλα να αναλάβει τη θέση της γενικής διευθύντριας. Ακόμα και μετά την ανάκαμψη στη μετά κορωνοϊού εποχή, οι όγκοι του παγκόσμιου εμπορίου εξακολουθούν να τρέχουν στα χαμηλότερα επίπεδα τους τα τελευταία τέσσερα χρόνια και δεν θα πρέπει η υπογραφή μιας νέας συμφωνίας να μας τυφλώσει από την ήδη κακή κατάσταση του παγκόσμιου εμπορίου.
Διαβάστε ακόμη
Ψηφιακοί νομάδες: Το νέο trend μετά την πανδημία – Στη «μάχη» προσέλκυσης και η Ελλάδα
Σούπερ μάρκετ: Ποια προϊόντα εξαιρούνται από την απαγόρευση πώλησης
Όμιλος Γκριμάλντι: Δρομολογεί το 1ο από τα 12 νεότευκτα υβριδικά πλοία