Αποδόσεις, οι οποίες ξεπερνούν τις αντίστοιχες της Wall Street, εμφανίζουν τα μεταχειρισμένα ρολόγια της Rolex, της Patek Philippe και της Audemars Piguet, γεγονός που επιβεβαιώνει την επενδυτική αξία της second-hand αγοράς των πολυτελών προϊόντων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος όρος αύξησης των τιμών των μεταχειρισμένων ρολογιών των συγκεκριμένων εταιρειών, από το 2018 έως και σήμερα, κυμαίνεται στο +20%. Την ίδια στιγμή, οι μέσες ετήσιες αποδόσεις των μετοχών του S&P 500 ανέρχονται μόλις στο 8%.
Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για υπερδιπλάσιες αποδόσεις, όπως μαρτυρούν τα στοιχεία της Boston Consulting Group και της WatchBox. Μάλιστα, η απόκλιση θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη, εφόσον δεν είχε μεσολαβήσει μια ισχυρή διόρθωση στις τιμές των μοντέλων Rolex Daytonas, Patek Nautilus και AP Royal Oaks, οι οποίες έχασαν το 1/3 της αξίας τους στο α’ τρίμηνο του 2022.
Παρόμοιες τάσεις παρατηρούνται και στις λιγότερο γνωστές φίρμες ωρολογοποιίας. Για παράδειγμα, οι αποδόσεις στα μοντέλα των ανεξάρτητων brands FP Journe, H. Moser & Cie και De Bethune ανέρχονται στο 15%, δηλαδή σχεδόν διπλάσιες του S&P 500.
Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι τα πολυτελή ρολόγια έχουν καταστεί πλέον «συνώνυμο» των εναλλακτικών επενδυτικών προϊόντων.
Βέβαια, σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι μετοχές της Wall Street εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις. Ενδεικτικά, από το 2012 έως το 2022, η μέση ετήσια άνοδος των μετοχών του S&P 500 καθορίστηκε στο 12%, ενώ η αντίστοιχη στα ρολόγια των Rolex, Paterk και AP διαμορφώθηκε στο 7%.
Οι τιμές στα μεταχειρισμένα ρολόγια εκτινάχθηκαν απότομα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, καθώς οι καταναλωτές συσσώρευσαν μεγάλες ποσότητες μετρητών, χάρη στον κατ’ οίκον περιορισμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η ζήτηση -και άρα, οι τιμές πωλήσεις- για συλλεκτικά ελβετικά ρολόγια.
Ρόλο στη ζήτηση διαδραμάτισαν και οι διακυμάνσεις στην αξία των κρυπτονομισμάτων. «Η αξία και η διαφάνεια αποτελούν τους καταλύτες της δευτερογενούς αγοράς» σχολιάζει η Σάρα Βίλερσντορφ, εταίρος στην BCG.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, οι άνδρες εξακολουθούν να αποτελούν την πλειοψηφία των αγοραστών. Παρ’ όλα αυτά, ο αριθμός των γυναικών και των νέων αυξάνεται ραγδαία.
Το 2022 η αξία της second-hand αγοράς ρολογιών σκαρφάλωσε στα 24 δισ. δολάρια, ενώ η αξία της αγοράς λιανικής έφθασε στα 55 δισ. δολάρια. Έως το 2026, πάντως, η αγορά των μεταχειρισμένων αναμένεται να διευρυνθεί κατά ακόμη 9% και να «πιάσει» τα 35 δισ. δολάρια.
Από την πλευρά της, η ανεξάρτητη ελβετική εταιρεία LuxeConsult, σε πρόσφατο report, ανέφερε ότι τα second-hand ρολόγια θα ξεπεράσουν σε αξία την πρωτογενή αγορά έως το 2033, με τις πωλήσεις να αγγίζουν τα 85 δισ. δολάρια.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Rolex ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο ότι θα ξεκινήσει να παρέχει πιστοποιητικά αυθεντικότητας σε μεταχειρισμένα ρολόγια, τα οποία τίθενται σε επανα-πώληση.
Διαβάστε ακόμα
Απόστολος Βακάκης – Jumbo: Δεν σκοπεύω να αποσυρθώ – Πολύ κρίσιμο το επόμενο τρίμηνο