Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι «πιο αποφασισμένη από ποτέ» για να στηρίξει την οικονομία της ζώνης του ευρώ, καθώς η πανδημία του κορωνοϊού οδήγησε σε κλείσιμο των επιχειρήσεων και βυθίζει τα 19 κράτη- μέλη στη χειρότερη ύφεση των τελευταίων δεκαετιών, δήλωσε ο αντιπρόεδρος Λούις ντε Γκίντος.
«Παραμένουμε σε ετοιμότητα να κάνουμε περαιτέρω προσαρμογές στα μέτρα νομισματικής πολιτικής μας εάν διαπιστώσουμε ότι το μέγεθος των κινήτρων υπολείπεται αυτού που χρειάζεται», δήλωσε στην Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου χθες κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης. «Κοιτώντας μπροστά, αντιμετωπίζουμε ένα σύννεφο αβεβαιότητας σχετικά με την πορεία της πανδημίας και την οικονομική ζημία που θα αφήσει πίσω της».
Τα σχόλια του αντιπροέδρου της ΕΚΤ έγιναν μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις εκτιμήσεις της για το έτος, που υπογράμμισαν την επείγουσα ανάγκη για στήριξη. Η πρόβλεψη για ύφεση στη ζώνη του ευρώ κατά 7,7% συνοδεύτηκε από την προειδοποίηση ότι χωρίς κάποιο κοινό σχέδιου διάσωσης, διακυβεύεται η ίδια η σταθερότητα του μπλοκ.
Ο Γκίντος τόνισε ότι η αβεβαιότητα που συνδέεται με τις τρέχουσες προβλέψεις είναι «τεράστια» επειδή δεν είναι σαφές το πώς εξελίσσεται η επιδημία. Η οικονομική συρρίκνωση κατά το δεύτερο τρίμηνο θα μπορούσε να είναι διπλάσια ή και τριπλάσια από εκείνη του σχεδόν 4% για τους πρώτους τρεις μήνες του έτους, είπε. Θα πρέπει να ακουλουθήσει ανάκαμψη (μετά από αυτή την συρρίκνωση) στο δεύτερο μισό του χρόνου που θα συνεχιστεί το 2021.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ έχουν ήδη προσθέσει ένα σχέδιο αγοράς ομολόγων ύψους 750 δισ. ευρώ και νέα προγράμματα τραπεζικού δανεισμού στην εργαλειοθήκη τους, και ο Γκουίντος επανέλαβε την δέσμευση να παρέχουν περισσότερα κίνητρα εφόσον απαιτηθεί. Ωστόσο, όπως είπε είναι «ζωτικής σημασίας» η δημοσιονομική απάντηση στην κρίση «να είναι αρκετά ισχυρή, σε όλα τα μέρη της ευρωζώνης».
Νομικές προκλήσεις
Ακόμα μια πρόκληση για τις μελλοντικές ενέργειες της ΕΚΤ συνιστά η απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου που δημιούργησε αμφιβολίες για ένα παλαιότερο αλλά συνεχιζόμενο πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων. Η απόφαση του προκάλεσε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να υποβάλουν την αξιολόγησή τους σχετικά με το εάν το αμφιλεγόμενο πρόγραμμα, που ξεκίνησε το 2015, είναι αιτιολογημένο σε αναλογία με τις παρενέργειές του.
Η πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, παρουσιάζοντας τον Γκίντος έκανε μια μακροσκελή αναφορά στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας της ΕΚΤ και των προσπαθειών της να εξηγήσει τις αποφάσεις της στους πολίτες. Ο αντιπρόεδρος σχολίασε την δικαστική απόφαση υπογραμμίζοντας την πεποίθηση της ΕΚΤ να εκπληρώσει την εντολή της για σταθερότητα των τιμών.
«Είμαστε υπόλογοι, πρέπει να απαντάμε σε εσάς, στο κοινοβούλιο της ΕΕ, είστε οι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού λαού», είπε. «Σε κάθε απόφαση που παίρνουμε υπάρχει μια σοβαρή ανάλυση».
Η ΕΚΤ σταθμίζει τις παρενέργειες της νομισματικής της πολιτικής «συνεχώς», δήλωσε ο Γκίντος, προσθέτοντας ότι με κάθε απόφαση, «υπάρχει ένα είδος αξιολόγησης αναλογικότητας σε όρους εγγράφων, ανάλυσης και έρευνας που διεξάγουμε».
Ερωτηθείς για την κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών, ο αντιπρόεδρος είπε ότι ενώ ο τομέας είναι καλά κεφαλαιοποιημένος, τα μακροχρόνια διαρθρωτικά προβλήματα όπως η χαμηλή κερδοφορία θα οξυνθούν λόγω της τρέχουσας κρίσης. «Η ενοποίηση είναι κάτι που θα πρέπει να εξετάσουμε με πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον, γιατί νομίζω ότι αυτός είναι ο πραγματικός δρόμος προς τα εμπρός», είπε.