Η οικονομία της Τουρκίας επεκτάθηκε ταχύτερα από αυτή της Κίνας, σημειώνοντας έναν από τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στον κόσμο στις αρχές του έτους, αποτελώντας πιθανώς ένα αναπτυξιακό «κύκνειο άσμα», πριν από την ψυχραιμία που επέρχεται συνήθως μετά από μια σειρά επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων.
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξήθηκε κατά 5,7% ετησίως το α’ τρίμηνο, ελαφρώς κάτω από τη μέση πρόβλεψη των αναλυτών που συμμετείχαν στην έρευνα του Bloomberg, αλλά υψηλότερα από το 4% του προηγούμενου τριμήνου.
Τα πρόσφατα στοιχεία υπέδειξαν επίσης ότι η αύξηση του ΑΕΠ κατέγραψε άνοδο στο 2,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, προσαρμοσμένη στις εργάσιμες ημέρες και την εποχικότητα.
Η ανάπτυξη μόλις και μετά βίας έπεσε κάτω από το 4% κατά τη διάρκεια μιας περιόδου στην οποία η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια σχεδόν έξι φορές στο 50%, μια εκστρατεία σύσφιξης που κορυφώθηκε στο τέλος του α’ τριμήνου.
Η ανθεκτικότητα της οικονομίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατανάλωση των νοικοκυριών, η οποία αυξήθηκε κατά 7,3% σε ετήσια βάση.
«Η ιδιωτική κατανάλωση ήταν ο κύριος μοχλός ανάπτυξης της τελευταίας περιόδου», δήλωσε ο Χαλούκ Μπουρουμσεκσί, οικονομολόγος της Burumcekci Consultancy στην Κωνσταντινούπολη. Η μέτρηση υποδεικνύει την έλλειψη προόδου που έχει σημειωθεί για την εξισορρόπηση της ζήτησης, συμπλήρωσε.
Το να τεθεί σε αδράνεια η καταναλωτική «μηχανή» της οικονομίας ήταν μια πρόκληση, επειδή πολλοί Τούρκοι αύξησαν τις δαπάνες τους εν αναμονή της μείωσης της ισοτιμίας του νομίσματος μετά τις τοπικές εκλογές του Μαρτίου.
Με τα νοικοκυριά να αναμένουν πληθωρισμό κοντά σε τριψήφια νούμερα μέχρι το τέλος του έτους, οι καταναλωτές προχώρησαν σε αγορές που θα έκαναν ούτως ή άλλως, αλλά ενδεχομένως σε υψηλότερες τιμές.
Η σχετικά γενναιόδωρη δημοσιονομική πολιτική δεν βοήθησε στον περιορισμό της ζήτησης για καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες, κάτι το οποίο αποτελεί και έναν από τους κύριους λόγους για τους οποίους ο πληθωρισμός βρίσκεται ακόμα κοντά στο 75%.
Παράλληλα, οι κρατικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 3,9% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του περασμένου έτους.
Καθώς πλησίαζαν οι δημοτικές εκλογές, για παράδειγμα, η κυβέρνηση αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά 50% στις αρχές του έτους για να αντισταθμίσει το υψηλό κόστος διαβίωσης, μια απόφαση που σύμφωνα με αξιωματούχους αποτέλεσε βασικό παράγοντα για την ανθεκτικότητα των δαπανών των νοικοκυριών.
Σύμφωνα με την οικονομολόγο του Bloomberg Economics, Σελβά Μπαχάρ Μπαζίκι, «αναμένουμε ότι η οικονομία θα αισθανθεί το πλήγμα από τον αυστηρότερο κύκλο πολιτικής που ξεκινά από το τρέχον τρίμηνο και θα διαρκέσει έως το 2025. Αναμένουμε ότι το υψηλό κόστος δανεισμού, σε συνδυασμό με την αυστηρότερη δημοσιονομική στάση, θα μειώσει τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του 2024 στο 3,2%».
Η μέτρηση του παλμού της εγχώριας ζήτησης είναι όλο και πιο σημαντική για τους επενδυτές που επιστρέφουν μαζικά στην αγορά χρέους της Τουρκίας, δελεασμένοι από τα περιουσιακά στοιχεία υψηλής απόδοσης και την προοπτική μιας απότομης επιβράδυνσης του πληθωρισμού.
Πάραυτα, μέχρι στιγμής δεν έχουν προκύψει πολλές ενδείξεις για μια κάμψη της καταναλωτικής διάθεσης.
Η αύξηση των λιανικών πωλήσεων κυμαίνεται γύρω στο 20% και η καταναλωτική εμπιστοσύνη είναι η υψηλότερη εδώ και σχεδόν ένα χρόνο. Πρόσφατη έρευνα σε νοικοκυριά αυτό το μήνα από το Πανεπιστήμιο Koc με έδρα την Κωνσταντινούπολη διαπίστωσε ότι οι καταναλωτές ως επί το πλείστον αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα κλείσει το έτος στο 92%, υπερδιπλάσιος από την πρόβλεψη της ίδιας της κεντρικής τράπεζας.
Η ανακούφιση από τον πληθωρισμό εξαρτάται τώρα από τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ της νομισματικής και της δημοσιονομικής πολιτικής – καθώς και από την υπομονή του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εάν η οικονομία κινηθεί καθοδικά.
Επί μακρόν υπέρμαχος και πολιτικά ωφελημένος του φθηνού χρήματος, ο Ερντογάν άλλαξε απότομα πορεία πριν από ένα χρόνο και άφησε μια ομάδα τεχνοκρατών στο «τιμόνι» της οικονομίας.
Μια ισχυρότερη δέσμευση για τη μείωση του πληθωρισμού θέτει τις βάσεις για μέτρα όπως η ισχυρότερη δημοσιονομική προσαρμογή για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και η παράλειψη μιας ενδιάμεσης αύξησης των μισθών τους επόμενους μήνες.
Η κεντρική τράπεζα αναμένει ότι το αρνητικό παραγωγικό κενό -όπου η οικονομία παράγει λιγότερο από τη μακροπρόθεσμη ικανότητά της- θα επεκταθεί μετά τον επόμενο μήνα, στο σημείο που η έλλειψη της ζήτησης θα πρέπει να αρχίσει να συγκρατεί τον πληθωρισμό.
Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης της κεντρικής τράπεζας της χώρας αυτόν το μήνα, «οι πρόσφατοι δείκτες δείχνουν επιβράδυνση της εγχώριας ζήτησης σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο». Παράλληλα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δήλωσαν ότι «το επίπεδο της ζήτησης παραμένει ως παράγοντας κινδύνου για τον πληθωρισμό».
Το τι θα συμβεί στη συνέχεια είναι λιγότερο σαφές. Οι αναλυτές της Goldman Sachs Group προβλέπουν ότι η επιβράδυνση θα λάβει χώρα το β’ εξάμηνο, ενώ η ανάπτυξη για το σύνολο του έτους θα διαμορφωθεί στο 2,8%.
«Ο κύριος κίνδυνος για την άποψη αυτή είναι μια αντιστροφή της πολιτικής με την εστίαση των ρυθμιστικών αρχών να μετατοπίζεται από τον αποπληθωρισμό προς τη διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής», ανέφεραν σε έκθεσή τους πριν την ανακοίνωση των επικαιροποιημένων στοιχείων.
Διαβάστε ακόμη
Ποσειδώνια 2024: Ανοίγει σήμερα 3/6 τις πύλες της η Διεθνής Ναυτιλιακή Έκθεση (pic)
Ρεύμα: Πονοκέφαλος τιμολογίων ξανά στο ρεύμα – Γιατί επιστρέφει η αβεβαιότητα
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ