search icon

Bloomberg

Γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να απεξαρτηθεί από τη ρωσική ενέργεια

Οι Ευρωπαίοι πληρώνουν περισσότερο για την ενέργεια ενώ ορισμένες από τις βιομηχανίες της περιοχής δυσκολεύονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές σε παγκόσμιο επίπεδο

Πριν από τρία χρόνια, η Ρωσία ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας φυσικού αερίου στον κόσμο και η Ευρώπη ο μεγαλύτερος πελάτης της. Για τους ηγέτες της ηπείρου, η πρόσβαση σε όλη αυτή τη φτηνή ρωσική ενέργεια υπερίσχυε των όποιων ενδοιασμών για τη συνεργασία με τον πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.

Στη συνέχεια, η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή πλήρους κλίμακας στην Ουκρανία και αυτή η συντριπτική εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή έμοιαζε ξαφνικά με απειλή για την οικονομική και πολιτική ασφάλεια της περιοχής.

Πολλοί εισαγωγείς φυσικού αερίου, πετρελαίου και άνθρακα εγκατέλειψαν τη Ρωσία υπέρ εναλλακτικών πηγών. Οι καταναλωτές βρήκαν τρόπους να χρησιμοποιούν λιγότερη ενέργεια, μειώνοντας τη ζήτηση. Στο τέλος, τα φώτα έμειναν αναμμένα και τα περισσότερα εργοστάσια συνέχισαν να λειτουργούν. Αλλά οι Ευρωπαίοι πληρώνουν τώρα περισσότερο για την ενέργειά τους και ορισμένες από τις πιο ενεργοβόρες βιομηχανίες της αγωνίζονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτό που πολλοί δεν γνωρίζουν είναι ότι η Ρωσία παραμένει ένας από τους σημαντικότερους προμηθευτές ενέργειας της ηπείρου και ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να σταματήσει την εξάρτησή της από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα έως το 2027 φαίνεται ότι δύσκολα θα επιτευχθεί.

H κατάσταση αυτή ξεκίνησε πριν από περισσότερο από μισό αιώνα. Η Σοβιετική Ένωση χρειαζόταν χρήματα και εξοπλισμό για να αναπτύξει τα γιγαντιαία κοιτάσματα φυσικού αερίου στη Σιβηρία εν μέσω εντάσεων με την Κίνα και τις ΗΠΑ. Η Δυτική Γερμανία κυνηγούσε φτηνή ενέργεια για να στηρίξει τον ταχέως αναπτυσσόμενο κατασκευαστικό της τομέα.

Το 1970, η ΕΣΣΔ και η Δυτική Γερμανία υπέγραψαν μια συμφωνία στην οποία τα γερμανικά εργοστάσια προμήθευαν χιλιάδες μίλια αγωγών για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στη Δυτική Ευρώπη. Οι ενεργειακές ροές αυξήθηκαν σταθερά τις επόμενες δεκαετίες, μέχρι που η Γερμανία διαπίστωσε ότι αγόραζε περισσότερο από το ήμισυ του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία, μαζί με περίπου το ένα τρίτο του συνόλου του πετρελαίου της.

Η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να στρέφονται στην αιολική και ηλιακή ενέργεια τα τελευταία χρόνια. Αλλά το διοχετευόμενο ρωσικό φυσικό αέριο παρέμεινε μια βολική, προσιτή επιλογή για την παραγωγή της ενέργειας που χρειαζόταν όταν ο άνεμος δεν φυσούσε και ο ήλιος δεν έλαμπε.

Οι εισαγωγές ρωσικών ορυκτών καυσίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανήλθαν σε περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια μηνιαίως στα τέλη του 2023, από το υψηλό επίπεδο των 16 δισεκατομμυρίων δολαρίων μηνιαίως στις αρχές του 2022, σύμφωνα με το think tank Bruegel.

Οι περισσότερες από αυτές τις εναπομείνασες εισαγωγές ήταν φυσικό αέριο. Η Ρωσία εξακολουθούσε να αντιπροσωπεύει το 15% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου της ΕΕ το 2023, πίσω από τη Νορβηγία και τις ΗΠΑ με 30% και 19% αντίστοιχα και μπροστά από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής με 14%, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Μεγάλο μέρος αυτού του ρωσικού φυσικού αερίου περνά από αγωγούς που διασχίζουν την Ουκρανία και την Τουρκία. Μεταξύ των μεγαλύτερων αγοραστών είναι η Αυστρία, η Σλοβακία και η Ουγγαρία, οι οικονομίες των οποίων εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το καύσιμο.

Μεγάλοι καταναλωτές ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ολλανδίας, εξακολουθούν επίσης να εισάγουν ρωσικό υγροποιημένο φυσικό αέριο με δεξαμενόπλοια. Κάποιο από αυτό καταλήγει να αναμειγνύεται με άλλες πηγές φυσικού αερίου στο δίκτυο αγωγών της Ευρώπης, πράγμα που σημαίνει ότι δυνητικά πηγαίνει στη Γερμανία, παρά τη δέσμευση της χώρας αυτής να αποφεύγει το ρωσικό φυσικό αέριο. Οι Ευρωπαίοι πελάτες της Ρωσίας συχνά δεσμεύονταν σε μακροπρόθεσμες συμβάσεις από τις οποίες δεν ήταν εύκολο να ξεφύγουν, σύμφωνα με το Bloomberg.

Μεγάλες εταιρείες της δυτικής Ευρώπης πιέζουν για μια συμφωνία που θα επιτρέπει τη συνέχιση της διαμετακόμισης φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας το 2025, μετά τη λήξη της τρέχουσας συμφωνίας μεταξύ Μόσχας και Κιέβου.

Ορισμένοι από τους μεγαλύτερους και παλαιότερους πελάτες του ρωσικού κρατικού κολοσσού φυσικού αερίου Gazprom, όπως η γερμανική εταιρεία κοινής ωφέλειας Uniper SE και η αυστριακή εταιρεία ενέργειας OMV AG, έχουν ακυρώσει τα συμβόλαιά τους.

Άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες εξακολουθούν να έχουν μακροχρόνιες επενδύσεις στη ρωσική ενέργεια τις οποίες δεν επιθυμούν να εγκαταλείψουν. Η γαλλική TotalEnergies SE παραμένει μέτοχος στο γιγαντιαίο έργο υγροποιημένου φυσικού αερίου Yamal στην Αρκτική περιοχή της Ρωσίας. Η ισπανική Naturgy Energy Group SA κατέχει συμβόλαιο 20ετούς διάρκειας για την αγορά υγροποιημένου καυσίμου από το Yamal μέχρι το 2038.

Οι εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου μέσω αγωγών και οι χερσαίες παραδόσεις ορισμένων μη εγκεκριμένων πετρελαιοειδών έχουν συνεχιστεί, αν και σε πολύ μικρότερες ποσότητες από ό,τι στο παρελθόν. Δεν υπάρχει ακόμη απαγόρευση για τα πετρελαιοειδή που παράγονται σε διυλιστήρια εκτός Ευρώπης που χρησιμοποιούν ρωσικό πετρέλαιο, όπως στην Τουρκία. Οι πωλήσεις από αυτά τα διυλιστήρια στην ΕΕ απέφεραν στη Ρωσία εκτιμώμενα φορολογικά έσοδα ύψους 1,1 δισεκατομμυρίου ευρώτο 2023, σύμφωνα με την Global Witness.

Είναι πιθανό ότι κάποιο ρωσικό αργό πετρέλαιο βρίσκει το δρόμο του προς την Ευρώπη αφού αγοραστεί από μεσάζοντες σε άλλες χώρες και αναμιχθεί με προμήθειες από άλλες πηγές.

Ο εντοπισμός του ρωσικού αργού πετρελαίου και του υγροποιημένου φυσικού αερίου έχει γίνει δυσκολότερος από τότε που η Μόσχα ανέπτυξε έναν μεγάλο «σκιώδη στόλο» δεξαμενόπλοιων για να παρακάμψει τις επιπτώσεις των διεθνών κυρώσεων.

Η Ρωσία αντιπροσώπευε λιγότερο από το 10% της κατανάλωσης φυσικού αερίου της Ευρώπης το 2023, από περισσότερο από το ένα τρίτο πριν από το 2022. Η Νορβηγία έχει εκτοπίσει τη Ρωσία ως ο μεγαλύτερος πάροχος αερίου από αγωγούς στην ήπειρο. Χάρη εν μέρει στις νέες εγκαταστάσεις που κατασκευάστηκαν για την εκφόρτωση υγροποιημένου φυσικού αερίου από εναλλακτικές χώρες εξαγωγής, οι ΗΠΑ έχουν γίνει ο κορυφαίος προμηθευτής της Ευρώπης για το υγροποιημένο καύσιμο.

Συν τοις άλλοις, η Ευρώπη καταναλώνει λιγότερα ορυκτά καύσιμα, εν μέρει επειδή ορισμένες βιομηχανίες που δυσκολεύονται με τους υψηλούς λογαριασμούς ενέργειας έχουν μειώσει την παραγωγή ή έχουν στραφεί στην παραγωγή λιγότερο ενεργοβόρων προϊόντων, καθώς και λόγω της εξοικονόμησης ενέργειας και των εγκαταστάσεων-ρεκόρ ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Η κρίση του 2022 έκανε τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πιο αποφασισμένες να επιταχύνουν την υιοθέτηση καθαρότερης ενέργειας. Ως αποτέλεσμα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο και άνθρακα μειώθηκε κατά ποσό-ρεκόρ, σύμφωνα με την εταιρεία ενεργειακών ερευνών Ember με έδρα το Λονδίνο.

Οι τιμές της ενέργειας, παρά ταύτα, αυξήθηκαν κατακόρυφα το 2022, κατά περιόδους περισσότερο από 20 φορές σε σύγκριση με τα ιστορικά τους πρότυπα. Ορισμένα ευρωπαϊκά εργοστάσια αναγκάστηκαν να μειώσουν την παραγωγή και πολλές μικρές επιχειρήσεις έκλεισαν.

Οι τιμές έχουν μειωθεί έκτοτε, αλλά παραμένουν πάνω από τα προ κρίσης επίπεδά τους, καθιστώντας τις πιο ενεργοβόρες βιομηχανίες της Ευρώπης λιγότερο ανταγωνιστικές.

Τα νοικοκυριά που πλήττονται από την αύξηση των λογαριασμών ενέργειας έχουν βρει τρόπους να μειώσουν την κατανάλωσή τους. Αλλά για πολλούς, το πρόσθετο κόστος προκαλεί πραγματικές δυσκολίες. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχεδόν το 11% των πολιτών της ΕΕ δεν μπόρεσαν να διατηρήσουν τα σπίτια τους αρκετά ζεστά το 2023.

Διαβάστε ακόμη

Forbes για F1: Αυτοί είναι οι 10 πιο ακριβοπληρωμένοι οδηγοί για το 2024 (λίστα + vid)

«Βουνό» 157,3 δισ. οι οφειλές προς Δημόσιο και ασφαλιστικά Ταμεία τον Οκτώβριο

Το μέλλον για τα χιονοδρομικά κέντρα θα είναι… πράσινο (pics+vid)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα

Exit mobile version