Οι ανησυχίες για πρόκληση ύφεσης αυξάνονται στη Wall Street, αλλά για τα νοικοκυριά και τους απλούς καταναλωτές η ύφεση έχει ήδη ξεκινήσει.
Ένα απλό παράδειγμα είναι η Gina Palmer και το κομμωτήριό της She Salon στην Atlanta το οποίο είναι συνήθως γεμάτο με πελάτες το πρωί της Παρασκευής. Τώρα πια παραμένει άδειο. Οι πελάτες προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα και να στείλουν τα παιδιά τους σε καλοκαιρινές κατασκηνώσεις ή απλά να ανταπεξέλθουν στις υψηλές τιμές των τροφίμων και της βενζίνης.
«Τα πρώτα έξοδα που σταματάνε σε περιόδους κρίσης είναι τα έξοδα για προσωπική φροντίδα. Οι πελάτες μου κάποτε έκλειναν εβδομαδιαία ραντεβού. Τώρα πια κλείνουν ραντεβού μόλις κάθε έξι εβδομάδες».
Περίπου 4000 μίλια προς ανατολάς, η Abbie Marshall του The Buck Inn στη βόρεια Αγγλία προσπαθεί κι αυτή να τα βγάλει πέρα με τα αυξημένα κόστη. Όταν ανέλαβε τη διοίκηση της παμπ πέρυσι, υπολόγισε πληθωρισμό 4%, πολύ παραπάνω από τον στόχο της ΤτΑ, έτσι ώστε να είναι σίγουρη. Τώρα πια ο πληθωρισμός ο οποίος έχει ξεπεράσει το 9% και συνεχίζει να αυξάνεται της προκαλεί τεράστια προβλήματα.
Η Marshall έχει αναγκαστεί να αυξήσει τις τιμές των προϊόντων της τέσσερις φορές, ενώ έχει αυξήσει τις τιμές της μπύρας τρεις φορές.
Η ύφεση είναι ήδη εδώ
Για τις Palmer και Marshall και πολλούς άλλους, τα «επίσημα στοιχεία» της ύφεσης δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
Οι αναλυτές της Goldman Sachs εκτιμούν την πιθανότητα δημιουργίας ύφεσης στις ΗΠΑ το 2023 στο 30%. Το Bloomberg εκτιμά πως η πιθανότητα αυτή είναι αυξημένη στο 38%. Για πολλούς απλούς καταναλωτές, όμως, η ύφεση είναι ήδη εδώ. Πάνω από το 1/3 των Αμερικανών πολιτών τονίζουν πως η οικονομία ήδη περνάει κρίση, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της CivicScience.
Oι ανησυχίες των απλών καταναλωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων συμπεριλαμβάνονται στους δείκτες Misery Indexes οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη την ανεργία και τον πληθωρισμό. Ο αντίστοιχος δείκτης των ΗΠΑ βρίσκεται ήδη στο 12,2%, κοντά στα επίπεδα της αρχής της πανδημίας και τα αντίστοιχα επίπεδα της κρίσης του 2008.
Σε παρόμοια επίπεδα κυμαίνεται και ο αντίστοιχος βρετανικός δείκτης. Παράλληλα, το καταναλωτικό συναίσθημα στις χώρες του ΟΟΣΑ έχει καταγράψει πτώση για 11ο συνεχόμενο μήνα, σε χαμηλά 12ετίας.
«Οι καταναλωτές γίνονται ολοένα και φτωχότεροι», ανέφερε ο Ludovic Subran, αναλυτής της Allianz SE, τονίζοντας πως «επίσημα μπορεί να μη βρισκόμαστε σε ύφεση, αλλά τα πάντα μοιάζουν με ύφεση».
Οι λόγοι είναι απλοί. Οι τιμές των βασικών αγαθών όπως τρόφιμα και καύσιμα έχουν καταγράψει δραματική αύξηση, αυξάνοντας παράλληλα το κόστος διαβίωσης των νοικοκυριών. Οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τον πληθωρισμό με αύξηση των επιτοκίων αλλά αυτή η κίνηση ασκεί πιέσεις στα χρέη των καταναλωτών. Οι εργαζόμενοι παραπονιούνται πως οι μισθοί τους δεν είναι πια αρκετοί για να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος διαβίωσης, κάτι που έχει οδηγήσει σε πορείες διαμαρτυρίας και απεργίες σε αρκετές χώρες.
Με λίγα λόγια, οι αποταμιεύσεις των πολιτών εξανεμίζονται με γοργούς ρυθμούς, και οι καταναλωτές φοβούνται πως τα πράγματα θα χειροτερεύσουν.
Εκτός των ανησυχιών για τον πληθωρισμό, τώρα όλοι πρέπει να λάβουν υπόψη και την απειλούμενη οικονομική ανάπτυξη, τόσο για το 2022 όσο και για το 2023. Τα μακροοικονομικά στοιχεία έχουν επανεμφανίσει το «φάντασμα» του στασιμοπληθωρισμού.
Ο ΟΟΣΑ επικαιροποίησε, τον προηγούμενο μήνα, τα στοιχεία του για την παγκόσμια ανάπτυξη του 2022, στο 3% από το 4,5%, με περαιτέρω επιβράδυνση το 2023. Η Παγκόσμια Τράπεζα επίσης μείωσε τις εκτιμήσεις της και προειδοποιεί για «κίνδυνο στην παγκόσμια οικονομία».
Αυτοεκπληρούμενη προφητεία
Δύσκολη είναι η κατάσταση και στις αγορές, όπου ο S&P 500 έχει καταγράψει πτώση της τάξης του 20% από τα υψηλά Ιανουαρίου, ενώ ο Stoxx 600 έχει καταγράψει αντίστοιχη πτώση της τάξης του 19%. Το μειωμένο επενδυτικό συναίσθημα ενδέχεται να οδηγήσει σε μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία, όπου τόσο οι επενδυτές όσο και οι επιχειρήσεις μειώνουν τα έξοδά τους και αναγκάζονται να προετοιμαστούν για μία ύφεση, προκαλώντας παράλληλο «ντόμινο» στην αγορά.
Όσο για τον όρο ύφεση αυτόν καθ’εαυτόν, θα αποτελέσει το επίσημο αφήγημα μόνο εάν εκπληρωθούν ορισμένοι μακροοικονομικοί παράγοντες και -όπως όλα δείχνουν- απλά θα επιβεβαιώσει όλα τα οποία ήδη γνωρίζουν οι απλοί καταναλωτές.
Ο CEO της Deutsche Bank, Christian Sewing, προβλέπει πιθανότητα ύφεσης στο 50%, συμπλέοντας με τις απόψεις των αναλυτών της Citigroup. Ο επικεφαλής της Fed, Jerome Powell έχει τονίσει πως η πρόκληση ύφεσης είναι πιθανή αλλά όχι αναπόφευκτη. Οι αναλυτές της Morgan Stanley αναμένουν περιορισμένη ύφεση στην Ευρωζώνη στα τέλη του 2022.
Πέραν από τις αναλύσεις, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις προσπαθούν να βγάλουν άκρη με τα οικονομικά τους.
Ο πληθωρισμός είχε ήδη αρχίσει την ανοδική του τροχιά τη στιγμή που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο οποίος με τη σειρά του προκάλεσε επισιτιστική και ενεργειακή κρίση. Ο πλανήτης βρέθηκε απότομα αντιμέτωπος με υψηλές τιμές μετά από πολυετή ανάπαυλα χαμηλού πληθωρισμού. Η βενζίνη στις ΗΠΑ ξεπέρασε τον μέσο όρο των $5/γαλόνι για πρώτη φορά τον περασμένο μήνα.
Χωρίς διαφυγή
Ελάχιστοι έχουν καταφέρει να αποφύγουν τις πληθωριστικές πιέσεις αυτές.
Οι «ραντσέρος» του Rodeo de Santa Fe στην πολιτεία του New Mexico ανησυχούσαν περισσότερο για τις τιμές της βενζίνης παρά για το ροντέο πάνω σε ένα ταύρο ενός σχεδόν τόνου. Οι συμμετοχές στο event μειώθηκαν κατά 1/3, με τον επικεφαλής της διοργάνωσης Jim Butler να τονίζει πως ο κύριος λόγος ήταν το αυξημένο κόστος των καυσίμων.
Δύσκολα είναι τα πράγματα και στην Ασία όπου τα πρόσφατα lockdowns στην Κίνα επιδείνωσαν την ήδη εύθραυστη κατάσταση της αγοράς ακινήτων της χώρας.
Στο Πεκίνο, η 31χρονη Tian Lijun αναγκάστηκε να κλείσει δύο ανθοπωλεία που διοικούσε στις αρχές του έτους. Βρήκε δουλειά ως αντιπρόσωπος κέντρου υγείας αλλά την έχασε τον Μάιο. Τώρα πια αναγκάζεται να πουλά λουλούδια σε αγορές και δεν αγοράζει τίποτα παρά αναγκαία για την επιβίωσή της αγαθά.
Πολλοί έχουν αναγκαστεί να λάβουν πολύ δυσκολότερες αποφάσεις όσον αφορά την επιβίωσή τους και την καθημερινότητά τους, πολλές φορές επιλέγοντας μεταξύ πληρωμής του λογαριασμού του ηλεκτρικού και αγοράς των τροφίμων τους.
Η βρετανική αλυσίδα σούπερ μάρκετ Tesco τονίζει πως οι καταναλωτές αγοράζουν λιγότερα προϊόντα και επιλέγουν φθηνότερες μάρκες.
Σύμφωνα με το think tank Resolution Foundation, η πολυετής στασιμότητα των εσόδων των φτωχότερων νοικοκυριών στη Βρετανία τα έχει εκθέσει τα μάλα στην παρούσα κρίση του κόστους διαβίωσης.
Ο Phil Storey, CEO του Hammersmith & Fulham Foodbank του Λονδίνου υπογράμμισε πως όλο και περισσότεροι πολίτες προσέρχονται στην τράπεζα τροφίμων του αφού δεν έχουν καμία άλλη λύση.
Στη βόρεια Αγγλία η Marshall αναρωτιέται, πια, για το πόσο θα μπορέσει να αυξήσει τις τιμές της και κατά πόσο οι καταναλωτές θα μπορούν πια να προσέρχονται στην παμπ της. Για το εάν θα αναγκαστεί να την κλείσει και να ψάξει για κάτι διαφορετικό. Για το τί μέλλει γενέσθαι αύριο.
Διαβάστε ακόμη
Δρ Νικόλαος Λιάπης: Πώς η ψηφιοποίηση βοηθά την πράσινη ναυτιλία
Με ηλεκτρονικές διασταυρώσεις στοιχείων οι έλεγχοι της Εφορίας