Η Γερμανία προσανατολίζεται σε μαζικές αμυντικές δαπάνες που θα ευνοήσουν κυρίως ευρωπαϊκές εταιρείες, όπως οι Thyssenkrupp, BAE Systems και κατασκευαστές drones. Η μεταστροφή αυτή έρχεται εν μέσω αμφιβολιών για τη δέσμευση των ΗΠΑ στη διατλαντική συνεργασία, ιδιαίτερα μετά τις πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών και την προσωρινή διακοπή αποστολής όπλων στην Ουκρανία.
Στην κορυφή της αμυντικής ατζέντας του Βερολίνου βρίσκονται:
- Έξι πολεμικά πλοία F127 από τη Thyssenkrupp Marine Systems, αξίας άνω των 15 δισ. ευρώ.
- 20 επιπλέον μαχητικά Eurofighter, σε συμφωνία με τη BAE Systems και τους εταίρους της, κόστους 3 δισ. ευρώ.
Η στροφή στις ευρωπαϊκές αγορές σηματοδοτεί απομάκρυνση από την πολιτική του 2022, όταν η Γερμανία ξόδεψε 100 δισ. ευρώ κυρίως σε αμερικανικό εξοπλισμό, όπως 35 μαχητικά F-35, 60 ελικόπτερα Chinook και συστήματα αεράμυνας Patriot.
Αυτήν την εβδομάδα, η γερμανική Βουλή αναμένεται να εγκρίνει συνταγματικές αλλαγές που θα άρουν τους περιορισμούς στον δανεισμό για στρατιωτικές δαπάνες πάνω από το 1% του ΑΕΠ (περίπου 45 δισ. ευρώ ετησίως). Με τα κονδύλια του πρώτου ειδικού αμυντικού ταμείου να έχουν ήδη κατανεμηθεί, το νέο πλαίσιο θα επιτρέψει πρωτοφανή επέκταση στρατιωτικών εξοπλισμών.
Αυξημένο ενδιαφέρον για ευρωπαϊκά αμυντικά έργα
Οι ευρωπαϊκές εταιρείες αμυντικής τεχνολογίας καταγράφουν σημαντικά κέρδη, καθώς οι κυβερνήσεις αυξάνουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς. Παρά την κυριαρχία των ΗΠΑ στις αμυντικές εξαγωγές προς χώρες του ΝΑΤΟ, η Ευρώπη επιδιώκει να ενισχύσει τη δική της παραγωγική βάση.
Το γερμανικό υπουργείο Άμυνας προετοιμάζεται για διαπραγματεύσεις με την Thyssenkrupp Marine Systems για την παραγγελία έξι φρεγατών F127, αντικαθιστώντας τρεις παλαιότερες φρεγάτες Saxony-class από το 2035 και μετά. Το έργο, που αναμένεται να εγκριθεί από το κοινοβούλιο το δεύτερο εξάμηνο του 2025, μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 15 δισ. ευρώ.
Ένα ακόμα μεγάλο εξοπλιστικό πρόγραμμα περιλαμβάνει 20 επιπλέον Eurofighter, σε συνεργασία με τη BAE Systems, την Airbus και τη Leonardo. Η συμφωνία, αξίας 3 δισ. ευρώ, είχε ανακοινωθεί από τον καγκελάριο Όλαφ Σολτς στην αεροπορική έκθεση του Βερολίνου το 2024, αλλά καθυστερούσε λόγω διαφωνιών στην κυβέρνηση.
Με την άρση των δημοσιονομικών περιορισμών, το Βερολίνο επιδιώκει να εξισορροπήσει τις προμήθειες μαχητικών και να ενισχύσει τους ευρωπαϊκούς κατασκευαστές. Το 2020, η Γερμανία είχε ήδη αγοράσει 38 Eurofighter με κόστος 5,5 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, η χώρα σχεδιάζει να επενδύσει πολλά δισ. ευρώ στον εκσυγχρονισμό της στρατιωτικής δορυφορικής υποδομής, με πιθανό ωφελούμενο την εταιρεία OHB SE, που πέρυσι εξασφάλισε σύμβαση 2,1 δισ. ευρώ.
Άλλες προμήθειες περιλαμβάνουν:
- Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για πυρομαχικά πυροβολικού, με συμβάσεις προς τη Rheinmetall AG.
- Περαιτέρω επενδύσεις σε αντιαεροπορικά συστήματα, όπως τα Iris-T της Diehl, τα Patriot και το Arrow 3 από ΗΠΑ και Ισραήλ.
- Νέες παραγγελίες υποβρυχίων και ανάπτυξη στρατηγικής drones, με πιθανή συμμετοχή των Helsing και Quantum Systems.
Η αμυντική πολιτική της Γερμανίας επαναπροσδιορίζεται, με ισχυρή έμφαση στην ευρωπαϊκή αυτάρκεια και εν μέσω ανησυχιών για τη διατλαντική συμμαχία.
Διαβάστε ακόμη
Χατζηδάκης: Υποχρέωσή μας η μάχη με το βαθύ κράτος
Αναβάθμιση της Εθνικής Τράπεζας από τη Moody’s – Ένα βήμα πιο πάνω στην επενδυτική βαθμίδα (pic)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα