Οι επενδυτές αποφεύγουν τα γαλλικά περιουσιακά στοιχεία καθώς χάνουν την εμπιστοσύνη τους στη νέα κυβέρνηση.

Οι πολιτικές αναταραχές έχουν στείλει τις αποδόσεις των ομολόγων της χώρας στο υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με τα αντίστοιχα Ισπανικά από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, ενώ το Παρίσι είναι η μόνη μεγάλη ευρωπαϊκή χρηματαγορά που θα καταγράψει απώλειες το 2024. Ομοειδείς εταιρείες όπως η Citigroup Inc., η Barclays Plc και η Royal London Asset Management προειδοποιούν ότι το νέο υπουργικό συμβούλιο θα μπορούσε γρήγορα να αντιμετωπίσει προβλήματα, αφήνοντας τη Γαλλία και πάλι χωρίς ηγέτες.

Οι κινήσεις αυτές σηματοδοτούν ότι δεν διαφαίνεται τέλος στην αναταραχή στις γαλλικές αγορές. Οι νέοι υπουργοί έχουν ελάχιστο χρόνο για να δημιουργήσουν έναν προϋπολογισμό με στόχο την αντιμετώπιση του ελλείμματος της Γαλλίας.

«Οι αγορές περιμένουν να δουν αν η νέα κυβέρνηση μπορεί να αντέξει», δήλωσε ο στρατηγικός αναλυτής της La Francaise Asset Management, Φρανσουά Ριμό. «Υπάρχει κίνδυνος να πέσει», είπε, προσθέτοντας ότι δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει ένα δεύτερο σκέλος στην τρέχουσα κρίση.

Ένας δείκτης του κινδύνου των γαλλικών ομολόγων – η διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των γαλλικών και των γερμανικών 10ετών ομολόγων – βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από το καλοκαίρι. Η Citigroup αναμένει ότι το spread θα διευρυνθεί έως και 100 μονάδες βάσης το επόμενο έτος, από τις τρέχουσες περίπου 80 μονάδες βάσης. Εν τω μεταξύ, οι γαλλικές μετοχές έχουν υποχωρήσει πάνω από 6% από τότε που ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προκήρυξε πρόωρες εκλογές στις 9 Ιουνίου.

Τα στοιχεία για τη ροή κεφαλαίων δεν είναι ενθαρρυντικά. Τον Σεπτέμβριο, τα γαλλικά funds σημείωσαν τη μεγαλύτερη εκροή κεφαλαίων από τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την EPFR. Οι Ιάπωνες επενδυτές πούλησαν μαζικά γαλλικά κρατικά ομόλογα τον Ιούλιο, ένα σημάδι ότι ένα από τα ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία της Ευρώπης αποφεύγεται από τους ξένους επενδυτές.

«Δεν βλέπω μεγάλη όρεξη από τους επενδυτές να επιστρέψουν στα γαλλικά περιουσιακά στοιχεία», δήλωσε ο Εμάνουελ Σάου της Barclays. «Θέλουν να δουν αν μπορεί να περάσει ένας προϋπολογισμός», ανέφερε, προσθέτοντας ότι η αγορά είναι «κουρασμένη και φοβισμένη» λόγω της προοπτικής νέων εκλογών το επόμενο έτος.

Η πρώτη πρόκληση για τη νέα κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ θα είναι ο προϋπολογισμός. Η προθεσμία της 1ης Οκτωβρίου για την υποβολή του στο κοινοβούλιο είναι πιθανό να αποτελέσει την πρώτη ευκαιρία για έκκληση ψήφου δυσπιστίας από αντίπαλο κόμμα.

Η αριστερή συμμαχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου -που κατέχει τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στην κάτω βουλή- έχει δεσμευτεί να ανατρέψει την κυβέρνηση το συντομότερο δυνατό. Εν τω μεταξύ, το κόμμα του Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν ανέφερε ότι η νέα κυβέρνηση δεν έχει «κανένα μέλλον». Ακόμη και αν ο Μπαρνιέ, γνωστός κυρίως για τις διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Brexit, μπορέσει να περάσει ένα νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό, θα πρέπει στη συνέχεια να λογοδοτήσει στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς.

Η Ε.Ε. έχει ήδη επιπλήξει την προηγούμενη κυβέρνηση για το υπερβολικά μεγάλο έλλειμμα το οποίο δημιούργησε. Το επίπεδο χρέους της Γαλλίας σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας της είναι πολύ υψηλότερο από εκείνο της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, που παραδοσιακά θεωρούνται πιο επικίνδυνες για τους επενδυτές ομολόγων.

«Νομίζω ότι οι αντίξοες συνθήκες για τη Γαλλία είναι αρκετά μεγάλες», δήλωσε ο Γκάρεθ Χιλ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου της Royal London Asset Management, ο οποίος διατηρεί υποεπενδεδυμένη θέση στο γαλλικό χρέος σε σχέση με την προεκλογική περίοδο. «Ο Μπαρνιέ είναι τώρα στη θέση του, οπότε τουλάχιστον υπάρχει ένας πρωθυπουργός για να προωθήσει σχέδια όπως η υποβολή προϋπολογισμών, τουλάχιστον θεωρητικά», προσέθεσε, τονίζοντας ότι τα πράγματα «εξακολουθούν να μοιάζουν πολύ εύθραυστα σε αυτό το στάδιο».

Όπως αναφέρει το Bloomberg, η πολιτική κατάσταση και οι αγορές έχουν καταγράψει μικρή βελτίωση σε σχέση με τον περασμένο μήνα, από τότε που μια μικρή ομάδα επενδυτών, μεταξύ των οποίων η Jupiter Asset Management και το hedge fund Mount Lucas Management, δήλωσαν ότι άρχισαν να αγοράζουν γαλλικά ομόλογα θεωρώντας ότι το sell-off ήταν υπερβολικό.

Τα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία είναι επίσης ανησυχητικά. O ιδιωτικός τομέας της Ευρωζώνης συρρικνώθηκε για πρώτη φορά από τον Μάρτιο, με το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων και την εμβάθυνση της ύφεσης της μεταποίησης να εντείνουν τις ανησυχίες ότι η ανάκαμψη της περιοχής δεν έχει, πια, δυναμική.

Αυτό αποτελεί πρόβλημα για τον γαλλικό χρηματιστηριακό δείκτη, καθώς η εξάρτησή του από τον τομέα της πολυτέλειας σημαίνει ότι κλίνει προς τις εταιρείες που συνδέονται με την οικονομική δυναμική. Τις τελευταίες εβδομάδες, η αξία των μετοχών που είναι εισηγμένες στο Παρίσι έπεσε κάτω από εκείνη του Τορόντο για πρώτη φορά από το 2022.

Τέλος, οι οίκοι αξιολόγησης θα δώσουν επίσης σύντομα την ετυμηγορία τους για τα οικονομικά της χώρας. Η Fitch Ratings θα επανεξετάσει τη Γαλλία στις 11 Οκτωβρίου και θα ακολουθήσει η Moody’s Ratings στις 25 Οκτωβρίου. Ο δεύτερος οίκος αξιολόγησης έχει προειδοποιήσει ότι οι προοπτικές μπορεί να μειωθούν σε αρνητικές από σταθερές, εάν τα δημοσιονομικά και το χρέος επιδεινωθούν. Η S&P Global Ratings έχει ήδη υποβαθμίσει τη χώρα φέτος.

Οι κίνδυνοι αρνητικής αξιολόγησης είναι «ενδεχομένως μεγαλύτεροι αυτή τη φορά», δήλωσε ο Aμάν Μπανσάλ, στρατηγικός αναλυτής στη Citigroup. Ο διορισμός πρωθυπουργού και νέου υπουργικού συμβουλίου «δεν μετριάζει πραγματικά τους κινδύνους για τη μακροβιότητα της κυβέρνησης, την παράλυση της πολιτικής, την αναγκαία δημοσιονομική εξυγίανση ή την πιστοληπτική αξιολόγηση», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.

Διαβάστε ακόμη:

ΥΠΕΝ: Πώς «κουρεύεται» μεγάλο αιολικό project στη Ροδόπη

Μπετίνα Ορλόπ: Το μυστικό όπλο της Commerzbank που βγαίνει από το παρασκήνιο για να ηγηθεί της μάχης με την UniCredit

Με «ειδικό βάρος» οι ελληνικές τράπεζες στο 29ο συνέδριο της BofA (γραφήματα)

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα