Η αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων αυτή την εβδομάδα αποτελεί ορόσημο για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Για πρώτη φορά μετά από δύο δεκαετίες οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής ξεκινούν έναν κύκλο νομισματικής χαλάρωσης χωρίς να τους αναγκάσει μια κρίση. Αντ’ αυτού, οι επενδυτές δείχνουν εμπιστοσύνη για τη ζώνη του ευρώ και διατηρούν τις αποδόσεις υπό έλεγχο.
Παρά την φαινομενική ηρεμία,ωστόσο, η οικονομία αρχίζει να νιώθει τις συνέπειες των προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί εδώ και δεκαετίες. Ολοένα και περισσότερο επισκιασμένη από τη δυναμική των ΗΠΑ και την άνοδο της Κίνας, η Ευρωζώνη «βρίσκεται υπό πίεση λόγω της αναιμικής ανάπτυξης, της αδύναμης παραγωγικότητας, των φτωχών δημογραφικών στοιχείων και των διογκωμένων δημοσιονομικών.
Οι ευνοϊκές αγορές και η ανάκαμψη της οικονομίας προσφέρουν στις Βρυξέλλες και τις ευρωπαϊκές χώρες σπάνια περιθώρια για να προσπαθήσουν να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις.
Εάν οι πολιτικοί δεν επωφεληθούν και δεν προχωρήσουν σύντομα σε μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύσουν την ανάπτυξη και θα αποκαταστήσουν τα δημοσιονομικά η περιοχή κινδυνεύει να διολισθήσει όλο και περισσότερο στην ασημαντότητα.
«Χωρίς ένα σημαντικό τράνταγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μετατραπεί σε μια πολύ μικρότερης εμβέλειας παγκόσμια δύναμη, αφήνοντας τις ΗΠΑ να μάχονται με την Κίνα για την οικονομική υπεροχή», δήλωσε ο αναλυτής του Bloomberg Economics, Τζέιμι Ρας.
Η αίσθηση μιας καμπής για την περιοχή του ευρώ αυτή τη στιγμή είναι αισθητή. Η μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ λαμβάνει χώρα καθώς η χειρότερη κρίση πληθωρισμού φαίνεται να έχει σε μεγάλο βαθμό ξεπεραστεί και μια ρηχή ύφεση μόλις έληξε με μια απροσδόκητη αύξηση της ανάπτυξης.
Το spread μεταξύ των ιταλικών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών, ένα βασικό μέτρο κινδύνου, μειώθηκε το 2024 σε χαμηλό διετίας. Ενώ οι αποδόσεις έχουν αυξηθεί, δεν υπάρχει κανένα σημάδι των φόβων κατακερματισμού που προβλημάτιζαν την αγορά πριν από την πρώτη αύξηση το 2022.
Μια απόδειξη της ανθεκτικότητας της περιοχής έγινε φανερή πέρυσι, όταν ο πανικός των επενδυτών προκάλεσε κατάρρευση τραπεζών τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ελβετία. Πάραυτα, δεν υπήρξαν τέτοια προβλήματα στη ζώνη του ευρώ, η οποία θα συμπληρώσει μια δεκαετία ενιαίου καθεστώτος εποπτείας φέτος.
Τα μακροπρόθεσμα προβλήματα της περιοχής, όμως, φαντάζουν πιο μεγάλα από ποτέ. «Ενώ η Ευρώπη τα πηγαίνει καλύτερα τώρα, βαθιές διαρθρωτικές προκλήσεις όπως η γήρανση του πληθυσμού, η κλιματική αλλαγή και ο κατακερματισμός του παγκόσμιου εμπορίου παραμένουν αισθητές», προειδοποίησε τον Μάιο ο ανώτερος αξιωματούχος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Άλφρεντ Κάμερ.
Η αδύναμη παραγωγικότητα και μαζί της η χαμηλή δυνητική ανάπτυξη είναι ένα τέτοιο πρόβλημα. Η Ε.Ε. στο σύνολό της έχει σταθερά χειρότερες επιδόσεις από τις ΗΠΑ σε αυτό το θέμα από τις αρχές του 21ου αιώνα. Η βραδύτερη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και η «μείωση της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος» είναι το αποτέλεσμα του φαινομένου αυτού, ανέφερε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας σε μελέτη του τον Μάιο.
Το χάσμα μεταξύ των οικονομιών της Ευρώπης και των ΗΠΑ από το 2000 έφτασε περίπου το 18% του δυνητικού ΑΕΠ το 2023, που ισοδυναμεί με περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με το Bloomberg Economics, το οποίο υπολογίζει ότι το έλλειμμα θα φτάσει σχεδόν το 40% μέχρι το 2050.
«Είναι στο χέρι μας ως Ευρωπαίοι να κάνουμε περισσότερα», δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ σε δημοσιογράφους τον περασμένο μήνα.
Ένα άλλο μείζον πρόβλημα είναι η γήρανση του πληθυσμού – η οποία προσθέτει χαμηλό δυναμικό ανάπτυξης και προκαλεί ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους, τουλάχιστον δεδομένου ότι οι συντάξεις σε όλη την περιοχή χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από το δημόσιο και τα φορολογικά έσοδα.
«Το ποσοστό γεννήσεων είναι πολύ χαμηλότερο από το αναμενόμενο», δήλωσε ο Όλιβερ Ρακάου, οικονομολόγος στην Oxford Economics. «Αυτό δεν θα αποτελέσει πρόβλημα σε δύο, τρία ή πέντε χρόνια, αλλά είναι μεγάλο πρόβλημα μακροπρόθεσμα».
Πιο πιεστική είναι η επιδείνωση των δημοσιονομικών στις χώρες που ήδη αγωνίζονται να επιβάλουν δημοσιονομικό έλεγχο. Η Ιταλία, για παράδειγμα, θα έχει τα περισσότερα δάνεια στην Ευρώπη σε μόλις τρία χρόνια, σύμφωνα με την Scope Ratings.
Οι προβλέψεις του ΔΝΤ δείχνουν τώρα ότι το χρέος ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος αυξάνεται στην Ιταλία, στη Γαλλία και το Βέλγιο – με ελλείμματα πολύ πάνω από το ανώτατο όριο του 3% που επιδιώκει να επιβάλλει η Ε.Ε.
Την περασμένη Παρασκευή, η S&P Global Ratings μείωσε την πιστοληπτική ικανότητα της Γαλλίας κατά μία βαθμίδα στο AA-, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν κατάφερε να επιτύχει τους στόχους της μετά τις τεράστιες δαπάνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.
«Οι κίνδυνοι αυξάνονται», δήλωσε ο Μορίτς Κρέιμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της LBBW και πρώην ανώτερος αναλυτής της S&P Global Ratings. «Νομίζω ότι δεν υπάρχει αρκετή ανησυχία στην αγορά».
Παρ’ όλες τις προσπάθειες που μπορεί να καταβάλουν οι κυβερνήσεις για να θέσουν υπό έλεγχο το χρέος μέσω περικοπών δαπανών ή αυξήσεων φόρων, οι καλύτερες προοπτικές για την αποκατάσταση των δημοσιονομικών μακροπρόθεσμα θα είναι μέσω της επίτευξης καλύτερης οικονομικής ανάπτυξης.
Στα μέσα Απριλίου ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Ενρίκο Λέτα, παρουσίασε μια έκθεση σχετικά με το μέλλον της ενιαίας αγοράς της Ένωσης. Μεταξύ άλλων, προέτρεψε την ενοποίηση των τηλεπικοινωνιακών φορέων και την περαιτέρω ενοποίηση των αγορών ενέργειας.
Ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, θα δημοσιεύσει σύντομα μια πολυαναμενόμενη έκθεση για το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, η οποία θα επιχειρήσει να σταματήσει τη σήψη με μια έκκληση για «ριζικές αλλαγές» που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μικρότερο ρυθμιστικό βάρος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μαζικές επιδοτήσεις.
«Χωρίς στρατηγικά σχεδιασμένες και συντονισμένες δράσεις πολιτικής, είναι λογικό ότι ορισμένες από τις βιομηχανίες μας θα περιορίσουν την παραγωγική τους ικανότητα ή θα μετεγκατασταθούν εκτός Ε.Ε.», δήλωσε τον Απρίλιο.
Εν τω μεταξύ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ακολουθεί μια δική του ατζέντα που περιλαμβάνει την προώθηση μεγαλύτερης ολοκλήρωσης της κεφαλαιαγοράς, προσπαθώντας να μιμηθεί την επιτυχία των ΗΠΑ στη δημιουργία τεράστιων δεξαμενών χρηματοδότησης.
«Η ανησυχία μου δεν είναι μόνο η Γαλλία, είναι η Ευρώπη σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και την Κίνα», δήλωσε στο Bloomberg τον περασμένο μήνα. «Η πρώτη μου προτεραιότητα είναι να έχουμε μια ευρωπαϊκή πολιτική που να στηρίζει την καινοτομία. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια πολύ πιο αποτελεσματική κεφαλαιαγορά, πρέπει να επενδύσουμε πολύ περισσότερο από έναν κοινό προϋπολογισμό ως Ευρωπαίοι και περισσότερο από τον ιδιωτικό τομέα».
Υπάρχει αναμφισβήτητα μεγαλύτερη δυναμική από ό,τι συνήθως στην προσπάθεια της Ε.Ε. για αυτοβελτίωση.
«Αισιοδοξώ πως, τόσο με την έκθεση Λέτα και την επερχόμενη έκθεση Ντράγκι όσο και με τις ευρωεκλογές να λειτουργούν ως ένα είδος καταλύτη, υπάρχει μια ευκαιρία για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να επικεντρωθούν σε αυτά που έχουν σημασία», δήλωσε ο Πολ Χόλινγκσγουορθ, επικεφαλής οικονομολόγος της BNP Paribas στην Ευρώπη.
Πάραυτα, ο Κονσταντίν Βάιτ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Pimco, σημειώνει ότι το ιστορικό της Ευρώπης όσον αφορά την κατάσταση αυτή δεν είναι και τόσο καλό.
«Τέτοιες εκθέσεις περιέχουν πολλά σωστά πράγματα, αλλά, αν η ιστορία αποτελεί ένδειξη του τι πρόκειται να γίνει, μάλλον λίγα θα εφαρμοστούν πραγματικά», δήλωσε.
Οι μεγάλες εκθέσεις και πρωτοβουλίες αποτελούσαν παλαιότερα έναν πιο φυσιολογικό τρόπο για να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως αποδεικνύεται από την προσπάθεια της δεκαετίας του 1980 για τη δημιουργία της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς.
Παρ’ όλα αυτά οι πιο πρόσφατες καινοτομίες, όπως η δημιουργία ενός εργαλείου ελέγχου των αγορών από τον Ντράγκι το 2012 και το ταμείο ανάκαμψης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οφείλονταν σε κρίσεις.
«Θα ήθελα πολύ να δω μια νέα Ε.Ε. η οποία θα προχωρήσει με την ένωση των κεφαλαιαγορών της», δήλωσε η Μικέιλα Μάρκουσεν, επικεφαλής οικονομολόγος της Societe Generale. «Ελπίζω ότι δεν θα χρειαστεί να περάσουμε άλλη μια κρίση για να εξελιχθούμε», προσέθεσε χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ακόμη
Ποσειδώνια 2024: Ανοίγει σήμερα 3/6 τις πύλες της η Διεθνής Ναυτιλιακή Έκθεση (pic)
Ρεύμα: Πονοκέφαλος τιμολογίων ξανά στο ρεύμα – Γιατί επιστρέφει η αβεβαιότητα
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ