Οι στρατηγικές αποφάσεις της ΕΚΤ στο μέτωπο της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να οδηγήσουν την Κριστίν Λαγκάρντ σε σύγκρουση με τους επενδυτές, πολλοί από τους οποίους αμφισβητούν την ικανότητα της Ευρωζώνης για χάραξη της δικής της νομισματικής πορείας.
Λίγες ώρες μετά από την απόφαση της Fed για αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης και τις εκτιμήσεις του Τζερόμ Πάουελ για πιθανή παύση της στρατηγικής σύσφιξης, η Λαγκάρντ υπογράμμισε πως η ΕΚΤ δεν πρόκειται να ακολουθήσει κατά πόδας. Αρκετοί αναλυτές, εξάλλου, υποστηρίζουν πως καμία κεντρική τράπεζα δεν έχει την ικανότητα να ακολουθήσει διαφορετικό μονοπάτι από αυτό που χαράζει η Fed.
Η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE), από την πλευρά της, εκτιμάται πως θα προχωρήσει επίσης σε μια μετριοπαθή αύξηση των επιτοκίων ύψους 25 μονάδων βάσης, στο 4,5%, κατά την επικείμενη συνεδρίαση της, την Πέμπτη. Όμως, μετά από αισίως 12 συνεχόμενες αυξήσεις οι αναλυτές «ποντάρουν» σε παύση της περιοριστικής της πολιτικής. Αν και το αν τελικά θα… σηκώσει χειρόφρενο θα κριθεί, πιθανότατα και από τα πληθωριστικά στοιχεία μέσα στο καλοκαίρι.
Επιπλέον αυξήσεις
H απόφαση της Λαγκάρντ για περαιτέρω σύσφιξη παρά τις αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ οφείλεται στο γεγονός πως, σύμφωνα με την ίδια, «η πληθωριστική απειλή παραμένει σημαντική, ενώ ο κύκλος σύσφιξης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δεν έχει φτάσει ακόμα σε σημείο καμπής».
Την ίδια άποψη εξέφρασε ουσιαστικά και ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας, Φίλιπ Λέιν, σε δηλώσεις του τη Δευτέρα, τονίζοντας πως ο πληθωρισμός εξακολουθεί να παρουσιάζει ισχυρή δυναμική, αν και εκτιμάται πως θα αποκλιμακωθεί από τα τέλη της χρονιάς.
Η ΕΚΤ φαίνεται πως είναι της άποψης πως οι συστημικές τράπεζες της Ευρωζώνης θα καταφέρουν να αποφύγουν οποιαδήποτε προβλήματα επέκτασης του χρηματοοικονομικού σοκ των ΗΠΑ, όπως αυτά που οδήγησαν στην κατάρρευση της Credit Suisse και στην εκροή κεφαλαίων από το βρετανικό τραπεζικό σύστημα.
Παρ’ όλα αυτά, τα ιστορικά δεδομένα υποδεικνύουν πως αυτή η απόκλιση δε θα συνεχιστεί για πολύ. Η τρέχουσα απόφαση για αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ ακολούθησε παρόμοια απόφαση της Fed μετά από τη δημιουργία πληθωριστικών πιέσεων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Ακόμα και το 2008, η ΕΚΤ δε μπορούσε να παραμείνει ανεπηρέαστη από τις επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης η οποία δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με το στέλεχος της Pictet Wealth Management, Φρέντερικ Ντουκροζέ, «δεν υπάρχουν ιστορικά παραδείγματα όπου η ΕΚΤ συνεχίζει τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της τη στιγμή που η Fed την έχει σταματήσει. Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Αναμένουμε πως η ΕΚΤ θα συνεχίσει την αύξηση των επιτοκίων της τουλάχιστον στην επόμενη συνεδρίασή της».
Για τους επενδυτές οι οποίοι αναμένουν πως η Fed θα μειώσει τα επιτόκιά της κατά 90 μονάδες βάσης πριν το τέλος του 2023, το τέλος της επιθετικής στρατηγικής σύσφιξης της ΕΚΤ θα ακολουθήσει κατά πόδας. Οι επενδυτές αυτοί αναμένουν πως το επιτόκιο καταθέσεων θα αγγίξει ανώτατο όριο των 3,66% -κατά μέσο όρο- σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις του 3,90% πριν από λίγους μήνες.
Όπως ανέφερε και το στέλεχος της Natixis, Τεοφίλ Λεγκράν στο Bloomberg, «η αγορά πιστεύει πως ο κύκλος σύσφιξης της ΕΚΤ πλησιάζει το τέλος του, όπως ακριβώς εκτιμά και για τη Fed».
Υψηλότερο τελικό ταβάνι;
Αν και αρκετά στελέχη (κυρίως από την ομάδα των… γερακιών) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα προτιμούσαν σημαντικότερη αύξηση των επιτοκίων, η επιτάχυνση του εξορθολογισμού του ισολογισμού της αποτελεί μία ακόμα επιθετικότερη προσέγγιση, σύμφωνα με τον αναλυτή της ING, Αντουάν Μπουβέ.
Όσο για την Λαγκάρντ, δήλωσε χαρακτηριστικά πως «γνωρίζουμε πως έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας. Οποιαδήποτε κι αν είναι η απόφαση της Fed τις επόμενες εβδομάδες και τους επόμενους μήνες, πρέπει να παραμείνουμε προσηλωμένοι στον στόχο μας».
Με την άποψή της φαίνεται πως συμφωνεί και ο συνήθως μετριοπαθής Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό, ο οποίος υπογράμμισε πως «έχουμε κάνει ό,τι έπρεπε να κάνουμε, ακόμα κι αν υπάρξουν περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων». Μάλιστα, ο πιο… σκληροπυρηνικός συνάδελφος του, ο κεντρικός τραπεζίτης της Ολλανδίας, Κλάας Κνοτ, σε δηλώσεις του την Κυριακή, όχι μόνο υποστήριξε πως απαιτούνται νέες αυξήσεις των επιτοκίων, αλλά δήλωσε… ανοιχτός σε αύξηση τους πάνω από το επίπεδο του 5%, από το 3,25% που βρίσκονται σήμερα.
Ανάμεσα στα σημεία πληθωριστικού κινδύνου θεωρούνται οι αυξήσεις των μισθών, καθώς οι εργαζόμενοι πολλών κλάδων σε όλα τα κράτη ζητούν και συνήθως πετυχαίνουν αυξήσεις, εν μέσω της συνεχιζόμενης ακρίβειας που ταλαιπωρεί τα νοικοκυριά. Σχολιάζοντας το θέμα, Κριστίν Λαγκάρντ είχε υπογραμμίσει ότι οι πρόσφατες συλλογικές συμβάσεις για τις αυξήσεις στους μισθούς σε πολλούς τομείς της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας έχουν διογκώσει τις πληθωριστικές πιέσεις «ιδιαίτερα τη στιγμή που η εταιρική κερδοφορία παραμένει αυξημένη».
Η σταθερότητα του τραπεζικού κλάδου
Πάντως, ένα σημείο διαφοροποίησης είναι σαφώς η κατάσταση στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος στις ΗΠΑ βιώνει μια περίοδο αστάθειας.
Σε αντίθεση με την κατάσταση στις ΗΠΑ, όπου η Fed έχει αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 500 μονάδες βάσης σε σχέση με τις 375 μονάδες βάσης της ΕΚΤ, αλλά καλείται να αντιμετωπίσει και τους κλυδωνισμούς στον τραπεζικό τομέα, η Ευρώπη και ο τραπεζικός της κάδος έχουν καταφέρει να παραμείνουν σε σχετικά σταθερή κατάσταση.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις Ντε Γκίντος, σχολιάζοντας το θέμα, έχει επισημάνει πως οι τράπεζες της Ευρωζώνης παραμένουν σταθερές.
Το εάν αυτό αποδειχθεί σωστό ή όχι, θα εξαρτηθεί από τις πιέσεις τις οποίες θα καταφέρει να αντέξει η ΕΚΤ. Σύμφωνα με το στέλεχος του Kroll Institute, Μέγκαν Γκριν, «οι κεντρικές τράπεζες θα δυσκολευτούν να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις τις οποίες ασκεί η επιθετική σύσφιξη της νομισματικής τους πολιτικής. Αν και δεν έχει δημιουργηθεί μία γενικευμένη τραπεζική κρίση αυτή τη στιγμή, όπως δηλαδή αυτή που πλήττει κυρίως τις μικρές αμερικανικές τράπεζες, το μόνο σίγουρο είναι πως θα υπάρξει περισσότερη αστάθεια στο μέλλον τη στιγμή που οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν την αύξηση των επιτοκίων τους ή τα κρατούν σε υψηλά επίπεδα. Όταν υπάρχει τέτοια αστάθεια, επηρεάζεται και η γενικότερη μακροοικονομική εικόνα».
Ακόμα και σε περίπτωση χρηματοοικονομικής σταθερότητας, δεν υπάρχουν πολλοί αναλυτές οι οποίοι πιστεύουν πως η ΕΚΤ θα μπορέσει να απαγκιστρωθεί από τη στρατηγική της Fed.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της Commerzbank, Ούλριχ Λόιχτμαν, «πριν από δύο περίπου χρόνια οι πελάτες μας ρωτούσαν εάν η ΕΚΤ θα αυξήσει ποτέ τα επιτόκιά της. Τώρα πια, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει επιλέξει να συνεχίσει την αύξηση των επιτοκίων της παρά το “φρένο” που έχει πατήσει η Fed. Πρόκειται για μία ανήκουστη κατάσταση και δεν είμαι σίγουρος εάν η ΕΚΤ θα καταφέρει να παραμείνει επιθετικότερη από την αμερικανική κεντρική τράπεζα για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Διαβάστε ακόμη
ΒΟΑΚ: Τρεις προσφορές για τη σύμβαση παραχώρησης ύψους 1,7 δισ. ευρώ (upd)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ