Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε ότι από τις 109 τράπεζες που αξιολόγησε το 2019, οι έξι θα πρέπει να αυξήσουν τα εποπτικά τους κεφάλαια για το 2020. Η αντίστοιχη αξιολόγηση το 2018 βρήκε μόνο μία τράπεζα να μην ικανοποιεί τις εποπτικές προϋποθέσεις.
«Για τις τράπεζες που δεν έλαβαν ικανοποιητικά μέτρα το τελευταίο τρίμηνο του 2019, ζητήθηκαν διορθωτικές ενέργειες με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και προθεσμίες», ανέφερε η ΕΚΤ σε δήλωσή της την Τρίτη στη Φραγκφούρτη. Δεν ονόμασε όμως τις έξι τράπεζες που θα πρέπει να πάρουν μέτρα φέτος.
Ο επικεφαλής του εποπτικού βραχίονα της ΕΚΤ Αντρέα Ενρία είπε δήλωσε γενικά ικανοποιημένος με τα αποτελέσματα της τελευταίας αξιολόγησης των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών. Αλλά επισήμανε ότι υπάρχουν ανησυχίες ως προς το business model (κερδοφορία), την εσωτερική διακυβέρνηση, και την αξιολόγηση ρίσκου. «Σε αυτά τα θέματα θα εστιάσουμε καλύτερα την εποπτική μας δουλειά», είπε
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντιμετωπίζουν εδώ και μια δεκαετία όλο και υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις οι οποίες μόλις τώρα αρχίζουν να σταθεροποιούνται. Το νέο πιο αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο αποσκοπούσε να ενισχύσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, έχει επιβαρύνει τη λειτουργία τους – σωρευτικά με τα αρνητικά επιτόκια και τη κατακερματισμένη τραπεζική αγορά που άφησε τις ευρωπαϊκές τράπεζες να προσπαθούν ασθμαίνοντας να ανταγωνιστούν τις αμερικανικές τράπεζες. Στις ΗΠΑ όμως, τα κυβερνητικά προγράμματα βοήθησαν τις τράπεζες να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους πιο γρήγορα.
Η ΕΚΤ απαιτεί από τις τράπεζες να κατέχουν ένα ελάχιστο ποσό κεφαλαίου – το οποίο μετράται ως ο λόγος του κεφαλαίου κοινής κεφαλαιακής επάρκειας Tier 1 σε σχέση με τα σταθμισμένα περιουσιακά στοιχεία – και ένα πρόσθετο μη δεσμευτικό “μαξιλάρι”. Μια τράπεζα που δεν ικανοποιεί το τελευταίο κριτήριο οφείλει να εξηγήσει στην εποπτική αρχή τον τρόπο που σχεδιάζει να επιστρέψει στο «ασφαλές επίπεδο». Εάν τα κεφάλαια της τράπεζας υποχωρήσουν ακόμη πιο χαμηλά παραβιάζοντας τις εποπτικές απαιτήσεις, τότε η τράπεζα υπόκειται σε περιορισμούς στις πληρωμές επενδυτών και στα μπόνους προσωπικού.
Η ανακοίνωση της Τρίτης δεν ανέφερε ποια επίπεδα παραβιάστηκαν από τις έξι τράπεζες.
Η ΕΚΤ δήλωσε ότι οι συνολικές κεφαλαιακές απαιτήσεις παρέμειναν σταθερές από πέρυσι. Οι τράπεζες αντιμετωπίζουν ένα ελαφρώς υψηλότερο στόχο όταν παράγουν πρόσθετα αποθέματα που ζητούν άλλες αρχές.
Το μέτρο αυτό αυξήθηκε στο 11,7% του κεφαλαίου CET1 από 11,5% για να αντανακλά περισσότερα κεφάλαια που απαιτούνται για την αντιμετώπιση της πιθανής οικονομικής ύφεσης και του κεφαλαίου που έχει σχεδιαστεί για την προστασία του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού συστήματος, σύμφωνα με την ΕΚΤ.
Πρόοδος στα κόκκινα δάνεια
Η ΕΚΤ επεσήμανε την πρόοδο σε ένα βασικό ζήτημα το οποίο έχει επιβαρύνει τις τράπεζες τα τελευταία χρόνια: τα κόκκινα δάνεια. Οι τράπεζες με υψηλά επίπεδα επισφαλών δανείων «ανταποκρίνονται σε γενικές γραμμές στους στόχους καθαρισμού των ισολογισμών τους», δήλωσε η ΕΚΤ, προσθέτοντας ότι πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους.
Η ΕΚΤ είναι «γενικά ικανοποιημένη από το γενικό επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας» των μεγάλων τραπεζών που επιβλέπει, δήλωσε ο Αντρέα Eνρία, ο οποίος είναι επικεφαλής του εποπτικού σκέλους της κεντρικής τράπεζας. Ωστόσο, ως επόπτης υπογράμμισε “τις εναπομένουσες ανησυχίες, ιδίως όσον αφορά τα επιχειρηματικά μοντέλα, την εσωτερική διακυβέρνηση και τους λειτουργικούς κινδύνους στις τράπεζες”.
Επιδείνωση στην εσωτερική διακυβερνηση
Καθώς η μείωση των κόκκινων δανείων πήρε το δρόμο της, τα παραπάνω ζητήματα γίνονται πιο ανησυχητικά: Ως προς την εσωτερική διακυβέρνηση για παράδειγμα, η επιδείνωση είναι εμφανής. Στην αξιολόγηση του 2017 το 58% των τραπεζών είχε χαμηλή βαθμολογία στο συγκεκριμένο τομέα. Στην φετινή οι τράπεζες με κακό βαθμό αυξήθηκαν σε 76% του συνόλου.