Ένα χρόνο μετά από την εκκίνηση του προγράμματος σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, οι κεντρικοί τραπεζίτες φαίνεται πως προετοιμάζουν, πλέον, τα τελευταία στάδια του σκληρότερου προγράμματος αύξησης των επιτοκίων.
Η συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη αυτή την εβδομάδα αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, στο 3,75%.
Παρ’ όλα αυτά, όπως όλα δείχνουν, δε φαίνονται έτοιμοι να μιλήσουν όσον αφορά την στρατηγική που θα ακολουθήσουν στην επόμενή τους σύνοδο. Παρά τη γενικότερη, συμφιλιωτική στάση των «γερακιών» της ΕΚΤ, το ντιμπέιτ όσον αφορά τις επόμενες κινήσεις παραμένει αυξημένο, με τους επενδυτές και τους αναλυτές να εκτιμούν ανώτατο όριο επιτοκίων στο 4%.
«Το κύριο ζήτημα θα είναι να ξεκαθαριστεί πως το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας έχει βάλει στόχο την επιστροφή του πληθωρισμού εντός πληθωριστικού στόχου, αλλά και να εννοηθεί πως το τέλος του κύκλου σύσφιξης πλησιάζει», τόνισε το στέλεχος της Generali Investments Europe, Μάρτιν Γουόλμπουργκ, προσθέτοντας πως «αναμένω πως το τελικό μήνυμα θα είναι πως τα επιτόκια θα παραμείνουν σε υψηλό σημείο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα».
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Bloomberg, οι περισσότεροι αναλυτές προεξοφλούν τη μείωση των επιτοκίων ακόμα και την άνοιξη του 2024. Οι περασμένες, λανθασμένες παρόμοιες εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζιτών, όπως οι δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ στα τέλη του 2021 πως «δεν προβλέπονται αυξήσεις των επιτοκίων το επόμενο έτος», παράλληλα, έχουν αυξήσει τις αμφιβολίες των αναλυτών.
Η ΕΚΤ και οι λοιπές κεντρικές τράπεζες, εκτός από την προσπάθεια βελτίωσης της γενικότερης εικόνας και της αξιοπιστίας τους, έχουν ξοδέψει αρκετή φαιά ουσία για να οδηγήσουν τις οικονομίες τους σε «ομαλή προσγείωση», τη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδείνωσε τον πληθωρισμό και ανέτρεψε τη μετά-πανδημική ανάκαμψη.
Η σημαντική αύξηση των επιτοκίων η οποία έχει, γενικότερα, χρονοκαθυστέρηση σε ό,τι αφορά την επίδρασή της στην πραγματική οικονομία σημαίνει πως η ΕΚΤ θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί από κοντά τα μακροοικονομικά δεδομένα μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Ένα χρόνο μετά από την αύξηση των επιτοκίων, ο πληθωρισμός έχει μειωθεί στο 5,5% από σχεδόν διπλάσιο υψηλό, αν και αυτό οφείλεται κυρίως στη μείωση των τιμών του φυσικού αερίου. Ο δομικός πληθωρισμός ο οποίος δεν συμπεριλαμβάνει τις τιμές ενέργειας και τροφίμων παραμένει σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με πριν από ένα έτος, ενώ αναμένεται πως θα πλησιάσει τον πληθωριστικό στόχο του 2% το 2025.
H οικονομία της Ευρωζώνης, παράλληλα, έχει μέχρι τώρα αποφύγει την ύφεση παρά το υψηλό κόστος διαβίωσης. Η στιβαρή αγορά εργασίας ενισχύει την κατανάλωση αν και ορισμένοι τομείς όπως αυτός της βιομηχανίας, αντιμετωπίζουν προβλήματα. Η βιομηχανική παραγωγή στην «καρδιά» της Ευρωζώνης, Γερμανία, περιορίστηκε το χειμώνα.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, η ανάπτυξη μπορεί στην πραγματικότητα να βρίσκεται σε χαμηλότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα, υποδεικνύοντας παράλληλα μειωμένο πληθωρισμό. Παράλληλη είναι και η άποψη του Ιταλού ομολόγου του Ιγνάσιο Βίσκο ο οποίος υπογράμμισε πως οι πιέσεις των τιμών ενδέχεται να καταγράψουν γρηγορότερη από την αναμενόμενη μείωση. Τα δύο στελέχη της ΕΚΤ αναμένεται πως προτιμούν παύση της αύξησης των επιτοκίων των Σεπτέμβριο.
Στην άλλη μεριά του νομίσματος, ο πρόεδρος της Bundesbank, Γιοακίμ Νάγκελ, έχει προειδοποιήσει πως «είναι πολύ νωρίς για να υποστηρίζουμε πως έχουμε πετύχει κάποια γενική νίκη έναντι του πληθωρισμού», υποδεικνύοντας πως ενδέχεται να προωθήσει το αφήγημα περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων το φθινόπωρο.
Αυτό το οποίο μπερδεύει τους αναλυτές ήταν η δήλωση του γνωστού «γερακιού» της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας, Κλάας Κνοτ, ο οποίος υποστήριξε πρόσφατα πως «οποιεσδήποτε κινήσεις πέραν του Ιουλίου είναι πιθανές αλλά όχι σίγουρες».
«Το δ.σ. της ΕΚΤ φαίνεται ολοένα και πιο διασπασμένο όσον αφορά την περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής», σημείωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Swedbank, Νερίγιους Ματσιούλις, προσθέτοντας πως «αν και θα αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αυξήσεων, δε θα συνεχίσει να επαναλαμβάνει πως η προσπάθεια δεν έχει τελειώσει».
Τόσο η Fed όσο και η ΕΚΤ θα βρεθούν αντιμέτωπες με το δίλημμα νέας, ή όχι, περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο. Η Fed, όμως, έχει ξεκινήσει νωρίτερα ενώ έχει προχωρήσει και σε επιθετικότερες κινήσεις.
Τον Δεκέμβριο του 2021, όταν η ΒοΕ προχώρησε πρώτη στην αύξηση των επιτοκίων της, τα στελέχη της ΕΚΤ υποστήριζαν πως ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης του 5% θα ήταν παροδικός.
Όταν η ΕΚΤ αποφάσισε να λάβει μέτρα, ο πληθωρισμός αυτός είχε αγγίξει εν τέλει το 8,9%. Τώρα πια, όμως, η ΒοΕ έχει καταλήξει να χρειαστεί να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες πιέσεις από την ΕΚΤ, με τον επικεφαλής οικονομολόγο Φίλιπ Λέιν να υποστηρίζει πως οι προσπάθειες των τελευταίων 12 μηνών θα καταφέρουν να αποδειχθούν αρκετές.
Διαβάστε ακόμη
ΑΑΔΕ: Ξεκινούν διασταυρώσεις για την προκλητική φοροδιαφυγή
Crash test ο περατεταμένος καύσωνας για το ηλεκτρικό σύστημα
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ