Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έφερε στην επιφάνεια μερικά… παράδοξα. Πέρα από τα στρατηγικά λάθη του Πούτιν που θεωρούσε -εσφαλμένα όπως έδειξε η ιστορία – ότι οι Ουκρανοί είναι στην πλειοψηφία τους συμπαθούντες τη Ρωσία κι ότι θα συναινούσαν στην πτώση Ζελένσκι, πέρα από το ότι ο κόσμος θεωρούσε ότι η αντίσταση των Ουκρανών θα κρατούσε μερικά 24ωρα και πέρα από το γεγονός ότι ουσιαστικά οι δύο – ευρύτερα – αντιμαχόμενες πλευρές (Ρωσία VS Δύσης) βολιδοσκοπούσαν από την αρχή σχεδόν τι θα ανεχθεί η άλλη, συγκλίνοντας συνήθως στο τι αποτελεί θεμιτό στόχο και τι όχι, με απώτερο στόχο να μην κλιμακωθεί επικίνδυνα η σύγκρουση, το άλλο παράδοξο έχει να κάνει καθαρά με το ενεργειακό.
Με απανωτές συνεδριάσεις σε επίπεδο υπουργών Ενέργειας, αλλά και αρχηγών των κρατών, η ΕΕ δείχνει από τη μια ότι καταβάλει προσπάθειες να απεμπλακεί από την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία, από την άλλη, όμως, την πληρώνει με δισεκατομμύρια για να εισαγάγει ένα συγκεκριμένο προϊόν.
Αν και έχει ήδη μποϊκοτάρει τις εισαγωγές άνθρακα και ετοιμάζεται να κάνει εμπάργκο και στο ρωσικό πετρέλαιο, υπάρχει ένα εμπόρευμα που μάλλον δεν θα δει εμπάργκο – όχι άμεσα τουλάχιστον: το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Οι εισαγωγές του έχουν αυξηθεί κατά 40% μέσα σε έναν χρόνο, καθώς οι αγοραστές προσπαθούν να αντικαταστήσουν τις φθίνουσες ροές φυσικού αερίου.
Πρόκειται για ένα «πικρό ποτήρι» για πολλές χώρες στην ευρωζώνη, που έχουν επιβάλλει σκληρές κυρώσεις στο Κρεμλίνο με στόχο να το αποστερήσει από κεφάλαια που να τροφοδοτούν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η ΕΕ ξόδεψε ένα ποσό ρεκόρ της τάξης των 12,5 δισ. ευρώ για ρωσικό LNG το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου – πέντε φορές πάνω σε σχέση με έναν χρόνο πριν.
Η αυξανόμενη ζήτηση από χώρες όπως η Γαλλία και το Βέλγιο έχουν βοηθήσει τη Ρωσία να γίνει ο 2ος μεγαλύτερος προμηθευτής LNG στη ΒΑ Ευρώπη φέτος, αρκετά πίσω από τις ΗΠΑ, αλλά μπροστά από το Κατάρ, όπως προκύπτει από στοιχεία της ναυτιλίας.
Πριν τη εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, το φυσικό αέριο που μεταφερόταν μέσω αγωγού από τη Ρωσία, ήταν η μεγαλύτερη πηγή καυσίμου για την Ευρώπη. Με τον περιορισμό των προμηθειών που αποφάσισε το Κρεμλίνο, η Ευρώπη αναγκάστηκε να εισαγάγει περισσότερο LNG – και από τη Ρωσία και από τον υπόλοιπο κόσμο – για να μπορέσει να διατηρήσει τα φώτα αναμμένα αλλά και για να γεμίσει τις αποθήκες ενέργειας ενόψει του χειμώνα.
«Το ρωσικό LNG πρέπει να συνεχίσει να έρχεται», αναφέρει η Αν Σοφί Κορμπό, ερευνήτρια στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια. «Το χρειαζόμαστε αυτό για την παγκόσμια ισορροπία στο LNG: το καύσιμο είναι ήδη αρκετά πιεσμένο και νομίζω ότι οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είναι στην ευχάριστη θέση να κάνουν τα στραβά μάτια σε αυτό». Όπως τονίζει η ίδια: «Μια μέρα, ο Πούτιν θα μπορούσε να ξυπνήσει και να πει, ”θα σταματήσουμε να στέλνουμε LNG στην Ευρώπη”, αναγκάζοντας την περιοχή να αγοράσει από μια ακόμη πιο ακριβή spot αγορά».
Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, μόνο Ηνωμένο Βασίλειο και χώρες της Βαλτικής έχουν σταματήσει να αγοράζουν ρωσικό LNG. Αντιθέτως, το ρωσικό πετρέλαιο έχουν σταματήσει να το αγοράζουν πολλοί και η απαγόρευση του στην ΕΕ αναμένεται να ξεκινήσει από τις 5 Δεκεμβρίου.
Όπως σημειώνει το Bloomberg, το πλήρες εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο δεν εξετάστηκε ποτέ σοβαρά, δεδομένης της σπανιότητας του παγκόσμιου εφοδιασμού και της πιθανότητας για μια ακόμα πιο σφιχτή αγορά το επόμενο έτος. Ωστόσο, η ΕΕ έχει καταβάλει προσπάθειες για την εξεύρεση εναλλακτικών πηγών προμηθειών.
Τον Μάρτιο, το μπλοκ δεσμεύτηκε να αντικαταστήσει σχεδόν τα δύο τρίτα των εισαγωγών του φυσικού αερίου από τη Ρωσία φέτος, με τους περισσότερους από τους νέους όγκους να έρχονται υπό τη μορφή LNG.
Το ρωσικό φυσικό αέριο αποτελεί τώρα λιγότερο από το 10% της προσφοράς καυσίμου της περιοχής, έναντι άνω του 1/3 πέρυσι, αλλά το μερίδιο του LNG στις παραδόσεις της Ρωσίας είναι σχεδόν στο ½.
Οι παραδόσεις σε όλη την Ευρώπη μόνο ομοιόμορφες δεν είναι, σύμφωνα με τα στοιχεία παρακολούθησης πλοίων. Με τη Βρετανία να απορρίπτει το ρωσικό LNG, τα φορτία διοχετεύονται αλλού, με τις αποστολές στα βελγικά λιμάνια να υπερδιπλασιάζονται από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο και τις εισαγωγές της Γαλλίας να αυξάνονται κατά 60%.
Κανένα εμπάργκο
«Δεν έχουμε ανακοινώσει ποτέ καμία εργασία για την απαγόρευση του ρωσικού φυσικού αερίου και αυτό δεν έχει αλλάξει», δήλωνε ο Έρικ Μάμερ, επικεφαλής εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε ενημέρωση στις 25 Νοεμβρίου.
Οι περισσότερες παγκόσμιες προμήθειες LNG είναι δεσμευμένες σε μακροπρόθεσμα συμβόλαια, με πωλητές συχνά μεγάλες πολυεθνικές, χωρίς κρατικό έλεγχο.
Η γαλλική TotalEnergies SE, για παράδειγμα, έχει μερίδιο 20% στη Yamal LNG, τη μεγαλύτερη μονάδα παραγωγής της Ρωσίας. Ενώ η εταιρεία έχει σταματήσει να κάνει νέες επενδύσεις στη Ρωσία και έχει πουλήσει ορισμένα περιουσιακά στοιχεία στη χώρα, έχει δεσμευτεί να παραμείνει στη Yamal για να βοηθήσει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού της Ευρώπης με φυσικό αέριο – όσο το επιτρέπουν οι κυρώσεις. Η Total κατέχει επίσης το 19% της ρωσικής Novatek PJSC, η οποία ελέγχει το έργο.
«Υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορούν να υπάρξουν “καλά” και “κακά” έργα LNG», δήλωσε τον περασμένο Οκτώβριο ο Διευθύνων Σύμβουλος της Novatek, Λεονίντ Μίκελσον. Η εταιρεία αυξάνει επίσης χωρητικότητα, καθώς το επόμενο έτος ξεκινά η ανάπτυξη του γιγαντιαίου Arctic LNG 2.
Ο ρωσικός ενεργειακός κολοσσός Gazprom προμηθευτής φυσικού αερίου με αγωγούς στην Ευρώπη, άρχισε επίσης να στέλνει LNG στην περιοχή. Αν και το τεράστιο έργο Sakhalin 2 στην Άπω Ανατολή της Ρωσίας γενικά αποστέλλει φορτία στην Ασία, μια νέα, μικρότερη εγκατάσταση στη ρωσική ακτή της Βαλτικής Θάλασσας έστειλε τις πρώτες παραδόσεις της στην Ελλάδα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ρωσία δεν θα περιορίσει τις προμήθειες LNG στο μέλλον, όπως γίνεται με το φυσικό αέριο μέσω αγωγών. Νωρίτερα φέτος, η Μόσχα απαγόρευσε τις αποστολές του υπερψυκτικού καυσίμου σε μια πρώην εμπορική μονάδα της Gazprom που είχε κατασχεθεί από τη Γερμανία. Ορισμένοι αγοραστές φοβήθηκαν επίσης ότι η κυβέρνηση μπορεί να απαιτήσει πληρωμές σε ρούβλια για το LNG, όπως έκανε για το φυσικό αέριο, αλλά δεν υπάρχει τέτοια απόφαση μέχρι στιγμής.
Διαβάστε ακόμη:
Amazon Web Services: Πώς η νέα κρίση αλλάζει το τοπίο στις τεχνολογίες cloud