«Κάθε αρχή και δύσκολη» απ’ ό,τι φαίνεται και για τις αγορές το 2022, με αρκετούς επενδυτές να προετοιμάζονται για ακόμη δυσκολότερες συνθήκες.
Στις 25 Ιανουαρίου ο δείκτης S&P 500 βρισκόταν 10% υπό του προηγούμενου υψηλού του. Ο Nasdaq-100 είχε καταγράψει πτώση 15% σε σχέση με το προηγούμενο υψηλό του τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ παράλληλη ήταν και η πτώση του Russell 2000 ο οποίος είχε καταβαραθρωθεί κατά 18% από το τελευταίο υψηλό του ρεκόρ. Οι επενδυτές, όμως, ανησυχούν ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι υποδεικνύουν τα στοιχεία των δεικτών, με αναφορές «μακροπρόθεσμου επενδυτικού χειμώνα» και «σκάσιμο της φούσκας» ακόμα και κατά τη διάρκεια των πρόσφατων μίνι-ράλι στο τέλος των συνεδριών. Πιθανή εξήγηση αποτελεί το γεγονός πως η Fed δεν πρόκειται να υποστηρίξει τις αγορές, ενώ ακόμα και οι μακροπρόθεσμες αποδόσεις των επισφαλών επενδύσεων μπορεί να μην αποδώσουν κέρδη.
Eκτός των μεγάλων σημείων αναφοράς, υπάρχουν και πολλά παραδείγματα απωλειών ακόμη και πάνω από 50%. Η ARK Innovation ETF, της Cathie Wood, η οποία επέδειξε άνοδο 153% το 2020, έχει υποχωρήσει κατά 55% από το υψηλό του περασμένου Φεβρουαρίου. Τα κρυπτονομίσματα έχουν καταβαραθρωθεί, με την αξία των Bitcoin να βρίσκεται σχεδόν στο ήμισυ σε σχέση με τον περασμένο Νοέμβριο, ενώ παράλληλη πτώση έχει καταγράψει και το Ethereum.
Mε λίγα λόγια, τα κερδοσκοπικά assets καταγράφουν και τη μεγαλύτερη πτώση. Η κατάσταση που επικρατεί μοιάζει με απροσδόκητο stress test για τις αγορές και οι συσχετισμοί με το σκάσιμο της φούσκας των dot-com είναι αναπόφευκτες. Αντιθέτως με το ξέσπασμα του κορωνοϊού, αυτή τη φορά το σύστημα δεν έχει δεχθεί εξωγενείς πιέσεις. Οι επενδυτές απλά επαναπροσδιορίζουν τις αποτιμήσεις των εταιρειών στις αγορές και των επενδύσεών τους.
«Τέλεια καταιγίδα»
Ένας εκ των σημαντικών παραγόντων που επιδρούν στην αναταραχή των αγορών είναι και η απότομη ανάκαμψη των οικονομιών μετά την αρχική κρίση της πανδημίας. Η υπερβολική και απότομη αύξηση της ζήτησης, τη στιγμή που η προσφορά αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω πολλαπλών παραγόντων, έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών κατά 7%, με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να φτάνει σε ρεκόρ σχεδόν 40ετίας.
Στην εικόνα βρίσκεται και η Fed η οποία εδώ και αρκετά χρόνια προσπαθεί να επιτύχει πληθωριστικό στόχο 2%. Με την ανεργία να πλησιάζει τα προ-πανδημικά στοιχεία και τον πληθωρισμό να αποδεικνύεται μονιμότερος του παροδικού, η Fed προετοιμάζεται για σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της και αύξηση των επιτοκίων της. Γι αυτούς τους λόγους, τα στελέχη των εταιρειών θα πρέπει να οπλιστούν με υπομονή και θάρρος, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν την αύξηση του κόστους δανεισμού και του μισθολογικού κόστους.
Ακόμα και πέραν της μετάλλαξης Όμικρον, οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία προσθέτουν και αυτές το λιθαράκι τους στην «τέλεια καταιγίδα» των αγορών.
Οι μέχρι πρότινος θεωρίες πως η Fed ενδέχεται να αναστρέψει την πορεία της και να καθυστερήσει την αύξηση των επιτοκίων έχουν αποδειχθεί λανθασμένες. Τουλάχιστον μέχρι το sell-off να αποδειχθεί πραγματικά επικίνδυνο για τη σταθερότητα της αμερικανικής -και όχι μόνο- οικονομίας.
Ο ρόλος των κολοσσών
«Αγκυροβόλιο» των αγορών αντί για τη Fed μπορεί αυτή τη φορά να αποδειχθούν οι κολοσσοί της βιομηχανίας. Αρκετές αμερικανικές εταιρείες όπως Alphabet, Microsoft και Amazon, έχουν $2,4 τρισ ρευστότητας στους ισολογισμούς τους και μπορεί να αποτελέσουν αντισταθμιστικό παράγοντα σε οποιοδήποτε μινι-κραχ των αγορών και ιδιαίτερα του δείκτη S&P 500.
Ένα, ακόμα, πλεονέκτημα είναι η αναλογία των Ebitda των εταιρειών τα οποία βρίσκονται σε εξαιρετικά επίπεδα κοντά στο 1 σύμφωνα με στοιχεία του 2021, ρεκόρ-χαμηλό σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg. Σημειωτέον πως η αναλογία αυτή πριν το κραχ των αγορών το 2007 βρίσκονταν στο 4,25, ενώ το 1999 πριν το σκάσιμο της φούσκας των dot-com στο 3,88.
Οι θετικοί αυτοί ισολογισμοί των κολοσσών ενδέχεται να αντισταθμίσουν τις απώλειες της αγοράς με δύο τρόπους.
Πρώτον, οι κολοσσοί αυτοί έχουν αρκετή ρευστότητα για να προχωρήσουν σε επαναγορές μετοχών εάν η αξία τους μειωθεί υπερβολικά. Δεύτερον, η ρευστότητα αυτή τους δίνει τη δυνατότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών, όπως αυτή της πρόσφατης εξαγοράς της Activision Blizzard από τη Microsoft. Παρόμοιες φήμες για εξαγορά της γνωστής και μη εξαιρετέας Peloton από μια μεγαλύτερη εταιρεία ήδη δίνουν και παίρνουν.
Σύμφωνα με το στέλεχος της Morgan Stanley, Andrew Slimmon, η ανάπτυξη των εταιρειών αυτή τη στιγμή βασίζεται στην επένδυση της ρευστότητάς τους σε εξαγορές αντί για αποταμιεύσεις.
Εν κατακλείδι, το sell-off στις αγορές αποτελεί ένδειξη ότι ακόμα μεγάλη πιθανότητα πως η αγορά θα βιώσει ένα δύσκολο 2022, παρά την υποστήριξη των κολοσσιαίων εταιρειών ή της Fed, αλλά αυτή η κρίση ενδέχεται να αποτελέσει ένα ακόμα βήμα προς την επιστροφή στην κανονικότητα.
Διαβάστε ακόμη
Εθνική υπόθεση το «2 στα 2» για το Χρηματιστήριο
JP Morgan: Έρχονται νέες μεγάλες επενδύσεις στην Ελλάδα (pics+vid)