Μια αγορά ομολόγων, όπως η ελληνική, που πριν κάποια χρόνια θεωρείτο «παρίας», είναι τώρα πιθανό να βρίσκεται στο δρόμο της επιστροφής στην κορυφή του κόσμου.
Λιγότερο από οκτώ χρόνια πριν, όσοι είχαν επενδύσει στο ελληνικό χρέος χτυπήθηκαν από τη μεγαλύτερη αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους της ιστορίας, με αποτέλεσμα να χάσουν δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Τώρα, η αισιοδοξία για τη φερεγγυότητα της χώρας αυξάνεται και οι αγοραστές επιστρέφουν σε πανούκλες – συμπεριλαμβανομένων μερικών από αυτούς που καίγονται το 2012.
«Είναι μόνο θέμα χρόνου μέχρι να πετύχει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα», δήλωσε ο Κάσπαρ Χενζ, διευθυντής χαρτοφυλακίου της BlueBay Asset Management, ο οποίος είναι κάτοχος ομολόγων του ελληνικού δημοσίου. Ο Χενζ, ο οποίος ήταν ιδιώτης επενδυτής στην Ελλάδα το 2012 και αναγκάστηκε να περιμένει πολλά χρόνια πριν καλύψει τις ζημιές του, βλέπει τώρα την Ελλάδα ως «βασική συμμετοχή» από τη BlueBay.
Η μεταβολή της αίσθησης της αγοράς έχει ήδη μειώσει το κόστος δανεισμού της Ελλάδας σε χαμηλά επίπεδα, επιτρέποντας στο κράτος αυτό να πουλήσει το μεγαλύτερο μακροπρόθεσμο ομόλογο του για περισσότερο από μια δεκαετία. Η επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα μετά από περίπου 10 χρόνια, κι αφού προηγήθηκαν οικονομικές μεταρρυθμίσεις και καθαρισμός των ισολογισμών των τραπεζών, αναμένεται να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τα ομόλογα, καθώς τα κεφάλαια υψηλής ποιότητας που διαχειρίζονται τρισεκατομμύρια δολάρια, θα μπορούσαν να αρχίσουν να αγοράζουν ελληνικά ομόλογα.
Η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αποτινάξει την εικόνα μιας χώρας όπου οι επενδύσεις δεν είναι αξιόπιστες, καθώς η χώρα έγινε αποδέκτης της μεγαλύτερης διάσωσης στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Η χώρα εκπλήρωσε το 2019 το στόχο της για πρωτογενές πλεόνασμα και προτίθεται να κάνει το ίδιο και το 2020, σύμφωνα με την ελληνική κυβέρνηση, πράγμα που θα οδηγήσει στην έκκληση εκ μέρους του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για μείωση των δημοσιονομικών στόχων από το 2021. Παρόλο που δεν έχει χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2020, η κυβέρνηση σχεδιάζει να εκδώσει ομόλογα ύψους 10,65 δις ευρώ για να εκμεταλλευτεί το χαμηλό κόστος δανεισμού.
Ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας υποχώρησε στο 185% περίπου στο 2019 και, ενώ αυτό εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο στην ευρωζώνη, η μείωση αποτελεί μια τάση που η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να διατηρήσει. Η ελληνική οικονομία αναμένεται επίσης να αυξηθεί περίπου 2% σε σχέση με πέρυσι, πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η αντίληψη έχει αλλάξει σαφώς», παρατηρεί ο Δημήτρης Δαλίπης, επικεφαλής σταθερού εισοδήματος στην Alpha Trust Αμοιβαία Κεφάλαια Διαχείρισης Α.Ε., η οποία μετείχε στην αγορά ομολόγων αυτής της εβδομάδας. Η μετάβαση σε «επενδυτική βαθμίδα σε 18 μήνες δεν θα είναι εύκολη αλλά μπορεί να συμβεί», πρόσθεσε.