Οι υπουργοί Oικονομικών της ευρωζώνης συμφώνησαν τελικά σε ένα σύνολο μέτρων για την αντιμετώπιση της ύφεσης που προκαλεί η επιδημία του Covid-19. Η συμφωνία προσφέρει κάποια πολιτική στήριξη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία βοηθά τις κυβερνήσεις στις άμεσες ανάγκες τους. Ωστόσο, δεν επιλύει το μακροχρόνιο πρόβλημα που στοιχειώνει τη νομισματική ένωση: Τι πρέπει να κάνουμε με το υπερβολικό δημόσιο χρέος στις πιο αδύναμες χώρες του μπλοκ.
Το πακέτο -το οποίο περιλαμβάνει κάποια καινοτόμα εργαλεία χρηματοδότησης, αλλά δεν καταγράφει πρόοδο στην αμοιβαιοποίηση του χρέους μεταξύ των κρατών μελών- θα προκαλέσει σημαντικές πολιτικές δυσκολίες στην Ιταλία. Για εβδομάδες, ο πρωθυπουργός της χώρας, Τζουζέπε Κόντε, είχε ανεβάσει τις προσδοκίες στο εσωτερικό της χώρας του ότι θα μπορούσε να κερδίσει την υποστήριξη για κάποιου είδους κοινής έκδοσης χρέους (“ευρωομόλογα”). Τώρα θα δυσκολευτεί να πείσει το ιταλικό κοινό, αλλά και κάποιους από τον κυβερνητικό συνασπισμό του Κινήματος των Πέντε Αστεριών και των Δημοκτρατικών, ότι έχει πετύχει ό,τι υποσχέθηκε.
Η συμφωνία έχει τρία σκέλη: Πρώτον, και το σημαντικότερο, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), το ταμείο διάσωσης της Ευρωζώνης, θα επιτρέψει σε όλα τα κράτη-μέλη να δανειστούν έως και το 2% του ΑΕΠ τους για να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες της υγειονομικής περίθαλψης. Αυτά τα δάνεια δεν θα συνοδεύονται από πρόσθετες υποχρεώσεις, σε αντίθεση με την πολιτική χρηματοδότησης του ESM, η οποία απαιτεί ένα πακέτο μέτρων λιτότητας και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από τους αποδέκτες. Δεύτερον, οι υπουργοί Οικονομικών συμφώνησαν στο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη χορήγηση φθηνών δανείων με στόχο την στήριξη των αγορών εργασίας και, τρίτον, υποσχέθηκαν μεγαλύτερη δύναμη πυρός στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τον δανειοδοτικό βραχίονα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τη στήριξη των επιχειρήσεων.
Αυτές οι αλλαγές δείχνουν ότι τουλάχιστον οι υπουργοί Οικονομικών μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα πακέτο μέτρων, παρόλο που οι ψηφοφόροι τους τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Για παράδειγμα, η Ιταλία είναι επιφυλακτική σχετικά με τη χρήση του ESM, καθώς φοβάται ότι θα περιορίσει την εθνική της κυριαρχία. Η Ολλανδία πιστεύει ότι οι όροι και οι προϋποθέσεις στα δάνεια είναι ζωτικής σημασίας για να διασφαλιστεί ότι η δανειζόμενη χώρα θα μπορεί να αποπληρώσει τα χρέη της. Είναι καλό που οι Ολλανδοί υποχώρησαν έστω και με πολύ περιορισμένο τρόπο. Μια ενδεχόμενη αποτυχία στις διαπραγματεύσεις θα έδινε ένα τρομερό μήνυμα σε μια εποχή βαθιάς ανθρωπιστικής κρίσης.
Η συμφωνία δείχνει επίσης ότι η ΕΚΤ της Κριστίν Λαγκάρντ δεν είναι μόνη στην αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της επιδημίας στην Ευρώπη. Βεβαίως, η Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει να σηκώνει μόνη της το μεγαλύτερο βάρος με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 750 δισ. ευρώ (820 δισ. δολάρια). Ωστόσο, οι κυβερνήσεις διαθέτουν πλέον πρόσθετα μέσα έκτακτης ανάγκης, εφόσον τα χρειαστούν. Το γεγονός αυτό θα ενισχύσει τη γραμμή άμυνας έναντι των ασταθών χρηματοπιστωτικών αγορών.
Παρ ‘όλα αυτά, είναι αναπόφευκτο να υπάρξουν διαφωνίες στις λεπτομέρειες. Η πιστωτική γραμμή του ESM αφορά μόνο τα “άμεσα και έμμεσα” έξοδα που σχετίζονται με την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι κυβερνήσεις μπορούν απλώς να ανακατευθύνουν τις ανάγκες χρηματοδότησης με άλλους τομείς μεγάλων δαπανών για να επωφεληθούν, οπότε αυτός ο περιορισμός καθίσταται κατά κάποιον τρόπο ανενεργός. Θα πρέπει να περιμένουμε κάποιον “δημιουργικό” επαναπροσδιορισμό των δαπανών, εάν μια κυβέρνηση αποφασίσει να χρησιμοποιήσει αυτόν τον μηχανισμό. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί πρόωρα η δύναμη του του ESM. Ο κύριος ρόλος του, άλλωστε, είναι η διάσωση των χωρών όταν χάσουν την πρόσβαση τους στην αγορά. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη, χάρη στην ΕΚΤ, αλλά μπορεί να συμβεί στο μέλλον.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι τι δεν υπάρχει στη συμφωνία. Οι υπουργοί Οικονομικών εισήγαγαν την ιδέα ενός ταμείου ανασυγκρότησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι χώρες δεν θα χρειαστεί να εξέλθουν από την κρίση με άνισο τρόπο. Ο κίνδυνος αυτός είναι πραγματικός: Ενώ η Γερμανία αντέχει οικονομικά να χρησιμοποιήσει τη τεράστια δημοσιονομική της δύναμη για να στηρίξει τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις της, η Ιταλία πρέπει να έχει πάντα επίγνωση του τι συμβαίνει με τα ομόλογά της υπό τον φόβο της ανόδου του κόστους δανεισμού.
Η Γαλλία πρότεινε ένα σχέδιο για την έκδοση μιας περιορισμένης μορφής ευρωομολόγων, με μοναδικό σκοπό την αντιμετώπιση των συνεπειών του σοκ του Covid-19. Ωστόσο, οι υπουργοί Οικονομικών ήταν πρόθυμοι να δεσμευτούν μόνο σε περισσότερες συνομιλίες και διαπραγματεύσεις σχετικά με τα «καινοτόμα εργαλεία» χρηματοδότησης, τα οποία θα πρέπει να είναι συμβατά με τις ευρωπαϊκές συνθήκες. Εάν αυτό αποτελεί βήμα προόδου, σίγουρα είναι ένα πολύ μικρό βήμα.
Αυτή η έλλειψη προόδου όσον αφορά την αμοιβαιοποίηση του χρέους δημιουργεί δύο ζητήματα. Το πιο άμεσο σχετίζεται με την εγχώρια πολιτική της Ιταλίας. Ο Κόντε υποστήριξε αρχικά μια καινοτόμο χρήση του ESM ως το σωστό εργαλείο για την αντιμετώπιση της κρίσης. Στη συνέχεια, άλλαξε πορεία και είπε ότι ο ESM είναι “ανεπαρκής” και επικεντρώθηκε αντ ‘αυτού στα ευρωομόλογα – ή στα κορωνοομόλογα όπως χαρακτηρίστηκαν πρόσφατα. Η δεξιά παράταξη του Ματέο Σαλβίνι χαρακτήρισε τη χθεσινοβραδινή συμφωνία ως φιάσκο για την Ιταλία. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι το Κίνημα των Πέντε Αστέρων που μετέχει στην κυβέρνηση υιοθέτησε την σταυροφορία της χώρας εναντίον του ESM. Η κυβέρνηση της Ιταλίας οδεύει προς αναταράξεις και ο Κόντε μπορεί να κατηγορήσει μόνο τον εαυτό του για τη δημιουργία μη ρεαλιστικών ελπίδων.
Ο δεύτερος κίνδυνος είναι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Είτε δανείζονται από τον ESM, είτε από το πρόγραμμα της Κομισιόν για την αγορά εργασία, είτε από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα μέλη της ευρωζώνης θα συνεχίσουν να σωρεύουν χρέος και από μόνα τους. Για τις αδύναμες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας, αυτό θα είναι ένα πρόβλημα μόλις η κρίση υποχωρήσει, καθώς οι υποχρεώσεις τους θα είναι επικίνδυνα υψηλές. Η συμφωνία της Πέμπτης επιβεβαιώνει ότι τα ισχυρότερα βόρεια κράτη-μέλη δεν έχουν καμία διάθεση να μοιραστούν αυτό το βάρος.
Ωστόσο η ευρωζώνη μπορεί ακόμα να εκπλήξει τους σκεπτικιστές. Ίσως η Γερμανία και η Ολλανδία συμφωνήσουν τελικά στα καινοτόμα μέσα που χρειάζονται για μια πραγματικά συλλογική απάντηση. Μια ομάδα Γερμανών δικηγόρων και οικονομολόγων πρότεινε ένα έξυπνο σχέδιο για να χρησιμοποιηθεί ο προϋπολογισμός της ΕΕ ώστε να μοιραστεί το δημοσιονομικό κόστος της πανδημίας, μολονότι φοβάμαι ότι κάτι τέτοιο θα αντιμετώπιζε νομικές προκλήσεις. Έχω προτείνει μια προσωρινή εναλλακτική ιδέα ώστε οι χώρες να δεσμευτούν σε ένα ειδικό κοινό ταμείο για τη μείωση του χρέους που θα τους έδινε τον χρόνο να λύσουν τα νομικά και πρακτικά θέματα που εγείρει το ευρωομολογο.
Δυστυχώς, η πιθανότητα τέτοιων αλλαγών παραμένει μικρή. Και παρά το γεγονός ότι εστιάζουμε στους υπουργούς Οικονομικών, αυτό που κρατά τη ζώνη του ευρώ ενωμένη είναι η κεντρική της τράπεζα.