To ρύζι ενδέχεται να αποτελέσει τη νέα πρόκληση για την παγκόσμια έλλειψη τροφίμων λόγω ξηρασίας σε μεγάλο μέρος της κυριότερης εξαγωγού του κόσμου, Ινδίας.
Η απειλή για την ινδική βιομηχανία παραγωγής ρυζιού λαμβάνει χώρα τη στιγμή που οι περισσότερες χώρες ανά τον κόσμο αντιμετωπίζουν προβλήματα κόστους διαβίωσης λόγω των αυξημένων τιμών των τροφίμων και του πληθωρισμού. Η συνολική καλλιεργήσιμη γη στην Ινδία έχει μειωθεί κατά 13% φέτος λόγω της ξηρασίας, συμπεριλαμβανομένων και των περιοχών της Δυτικής Βεγγάλης και του Ουτάρ Πραντές οι οποίες παράγουν το 25% του εξαγώγιμου ρυζιού της χώρας.
Οι έμποροι ανησυχούν πως η μείωση της παραγωγικής ικανότητας θα επιδεινώσει τον πληθωρισμό στη χώρα και θα κατακερματίσει τις εξαγωγές της. Οι επιπτώσεις της δύσκολης αυτής κατάστασης προφανώς επηρεάζουν τα δισεκατομμύρια ανθρώπων που βασίζονται στο ρύζι για την επιβίωσή τους, δεδομένου του ότι η Ινδία αποτελεί το 40% της παγκόσμιας αγοράς ρυζιού. Σημειωτέον πως η ινδική κυβέρνηση έχει ήδη περιορίσει τις εξαγωγές ρυζιού και ζάχαρης έτσι ώστε να εξασφαλίσει την εγχώρια επισιτιστική της ασφάλεια και να ελέγξει τις τιμές.
Η αύξηση των τιμών ινδικού ρυζιού αποτελεί ένδειξη της ανησυχίας αυτής. Οι τιμές ορισμένων ειδών ρυζιού έχουν ήδη αυξηθεί κατά 10% τις προηγούμενες δύο εβδομάδες λόγω της ξηρασίας και της αυξημένης ζήτησης από το Μπαγκλαντές, σύμφωνα με τον Μουκές Τζαΐν, στέλεχος της Sponge Enterprises. Οι τιμές του εξαγώγιμου προϊόντος ενδέχεται να αυξηθούν στα $400/τόνο μέχρι το Σεπτέμβριο από το σημερινό επίπεδο των $365/τόνο.
Το μεγαλύτερο ποσοστό ρυζιού καταναλώνεται στην Ασία και αποτελεί καίριο πυλώνα της πολιτικοοικονομικής σταθερότητας της περιοχής. Σε αντίθεση με την αύξηση των τιμών σίτου και καλαμποκιού λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, το ρύζι είχε μέχρι πρότινος παραμείνει σε σχετικά χαμηλές τιμές λόγω των παγκόσμιων αποθεμάτων και της παραγωγής του, αντισταθμίζοντας τη δημιουργία μίας σοβαρότερης παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης.
Η επισιτιστική ασφάλεια πολλών χωρών βασίζεται στην παραγωγή ρυζιού της Ινδίας και την εποχή των μουσώνων. Αρκετοί επιστήμονες τονίζουν πως υπάρχουν -ακόμα- ελπίδες για αναστροφή της δεινής κατάστασης, αφού οι βροχοπτώσεις τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο αναμένεται να κυμανθούν σε ικανοποιητικά επίπεδα. Οι αγρότες, όμως, φαίνεται πως είναι πιο απαισιόδοξοι.
Σύμφωνα με τον καθηγητή του Jawaharlal Nehru University, Χιμάνσου, «ελάχιστη σπορά λαμβάνει χώρα μετά τα μέσα Ιουλίου οπότε οποιεσδήποτε ελπίδες για ανάκαμψη ενδέχεται να αποδειχθούν φρούδες».
Το ρύζι ενδέχεται να επιδεινώσει και τον ινδικό πληθωρισμό. Ο ΔΤΚ στη χώρα παραμένει σε υψηλά επίπεδα άνω του 6% φέτος, προκαλώντας ραγδαία αύξηση των επιτοκίων της Reserve Bank of India.
«Η μείωση της καλλιεργήσιμης περιοχής εν μέσω περιόδου αυξημένης ζήτησης από το Μπαγκλαντές και χώρες της Μέσης Ανατολής έχει αυξήσει τις τιμές πολλών ειδών ρυζιού κατά 30% από τον Ιούνιο», τόνισε ο αναλυτής της Deutsche Bank, Κάουσικ Ντας, υπογραμμίζοντας τους κινδύνους των πληθωριστικών πιέσεων.
Η κεντρική τράπεζα της Ινδίας ενδέχεται να αυξήσει τα επιτόκιά της εκ νέου αυτή την εβδομάδα, αφού η ασθενής ινδική ρουπία αντισταθμίζει την επίδραση των μειωμένων τιμών εμπορευμάτων όπως τα καύσιμα και τα φυτικά έλαια.
Αν συνεχιστούν οι ελλείψεις των βροχοπτώσεων, σύμφωνα με την αναλυτή της Nomura, Σονάλ Βάρμα, η αναπτυξιακή προοπτική της χώρας θα καταγράψει μείωση, ενώ θα αυξηθεί ο πληθωρισμός.
Σημειωτέον πως η Ινδία εξάγει ρύζι σε 100 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Μπαγκλαντές, Κίνα, Νεπάλ και χώρες της Μέσης Ανατολής.
Όσο για τη γενικότερη, παγκόσμια εικόνα της επισιτιστικής ασφάλειας, όμως, υπάρχουν και καλά νέα. Οι ΗΠΑ αναμένεται να παράγουν μεγαλύτερη από την αναμενόμενη σοδειά σίτου τις επόμενες εβδομάδες, ενώ η Ουκρανία έχει αρχίσει να εξάγει αγροτικά προϊόντα μετά από την πρόσφατη σύναψη συμφωνίας με τη Ρωσία.
Σύμφωνα με τον Σιράζ Χουσέιν, πρώην γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης της Ινδίας, η κυβέρνηση της χώρας θα πρέπει να επικαιροποιήσει τους κανονισμούς της για τη χρήση ρυζιού προς παραγωγή αιθανόλης, η οποία αποσκοπούσε μέχρι πρότινος στην αντιστάθμιση του αυξημένου κόστους καυσίμων.
Διαβάστε ακόμη:
Αυτές είναι οι αντικειμενικές αξίες στο project του Ελληνικού
Οικονόμου: Ο κ. Ανδρουλάκης εξακολουθεί να αρνείται την ενημέρωση – Στη Βουλή η συνέχεια