Το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της κοινωνίας αλλά και της κυβέρνησης αυτή τη στιγμή, είναι αναμφίβολα η ακρίβεια ή ο «πληθωρισμός της απληστίας» όπως πετυχημένα τον ονόμασαν κάποιοι.
Σε πάρα πολλές περιπτώσεις η αγορά, δηλαδή οι επιχειρηματίες, αποφάσισαν να δικαιώσουν στην πράξη την πάγια ρήση πως ό,τι ανεβαίνει δεν κατεβαίνει!
Τα παραδείγματα πλείστα όσα αποδεικνύουν πως οι τιμές όχι μόνο στα προϊόντα πρώτης ανάγκης αλλά και σε όλο το φάσμα της κατανάλωσης και των υπηρεσιών είναι αδικαιολογήτως ψηλά καθώς οι παράμετροι κόστους (πρώτες ύλες, ηλεκτρική ενέργεια, καύσιμα κ.λπ.) έχουν πέσει θεαματικά, πλην όμως οι τελικές τιμές καταναλωτή συνεχίζουν να παραμένουν στα ύψη και όχι μόνο, σε πολλές περιπτώσεις συνεχίζουν να αυξάνουν από βδομάδα σε βδομάδα.
Στην ακτοπλοΐα ένα από τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα όπου οι τιμές των ναύλων που το 2022 είχαν αυξηθεί κατά 31% λόγω της αυξημένων τιμών των καυσίμων, παραμένουν στα ίδια επίπεδα και φέτος παρότι οι τιμές στα καύσιμα έπεσαν 40%! Οι δικαιολογίες των ακτοπλόων καθόλου πρωτότυπες. «Πρέπει να καλύψουμε τις ζημιές που είχαμε την περίοδο της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης»! Λησμονούν βεβαίως τη στήριξη που είχαν εκείνη την περίοδο από την πολιτεία όπως και όλες οι επιχειρήσεις από τα εργοστάσια μέχρι τις ταβέρνες.
Οι φούρνοι αύξησαν την τιμή του ψωμιού κατά 20-25% λόγω της αυξημένης τιμής του ρεύματος και των αλεύρων. Η πολιτεία τους επιδότησε το ρεύμα τότε και τώρα η τιμή έπεσε όπως έπεσαν οι τιμές των σιτηρών. Είδε μήπως κανείς μείωση στην τιμή του ψωμιού; Όμοια σε μια σειρά άλλων προϊόντων από τα γαλακτοκομικά, τα τυριά, τα ζυμαρικά, τα σουβλάκια και τα αγροτικά προϊόντα αλλά και τις μεταφορές.
Όλη η αλυσίδα -από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση- βρίσκει τη φθηνή δικαιολογία με τις ζημιές του παρελθόντος. Πάλι καλά που δεν μας λένε και για τις ζημιές και τα λουκέτα την περίοδο της χρεοκοπίας. Το ίδιο και στην εστίαση που αυτή κι αν στηρίχθηκε από την κυβέρνηση την περίοδο της πανδημίας επιδοτώντας τη με βάση το τζίρο και τους εργαζόμενους, με αποτέλεσμα να φουσκώσουν οι τραπεζικοί λογαριασμοί των περισσοτέρων από αυτούς.
Επιπρόσθετα, το μισθολογικό κόστος σχεδόν στο σύνολο της απασχόλησης παραμένει σχεδόν ίδιο και δεν μπορούν φυσικά να ισχυριστούν πως με τις αυξήσεις τιμών καλύπτουν την αύξηση μισθών. Χώρια που έχουν μειωθεί σημαντικά τα δύο περασμένα χρόνια οι εργοδοτικές εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και οι συντελεστές φορολόγησης κερδών.
Σήμερα, επομένως, η ακρίβεια σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα της απληστίας, της αισχροκέρδειας και της έλλειψης κοινωνικής ευθύνης και όχι η καραμέλα του εισαγόμενου πληθωρισμού.
Και ο περίφημος ανταγωνισμός -που, θεωρητικά, ρίχνει τις τιμές- αποδεικνύεται κενό γράμμα καθώς όλα συνηγορούν πως στην αγορά και σχεδόν σε όλους τους κλάδους, επικρατούν εναρμονισμένες πρακτικές.
Οι δε αλυσίδες σούπερ μάρκετ, καλύπτονται με το άλλοθι του καλαθιού της νοικοκυράς που είναι και το μόνο που ελέγχεται από τα αρμόδια όργανα και έξω από αυτό στους χιλιάδες κωδικούς προϊόντων γίνεται πραγματικό πάρτι προκειμένου να καλυφθεί η πτώση της κερδοφορίας.
Η κυβέρνηση όμως με τα θεσμοθετημένα όργανα της, την Επιτροπή Ανταγωνισμού, το υπουργείο Οικονομικών που μοίραζε αφειδώς επιδοτήσεις στις επιχειρήσεις αλλά και τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, μπορούν και πρέπει να τους δείξουν πως τους έχουν στο χέρι κι αν δεν εξορθολογήσουν τις τιμές και τα κέρδη τους, έχει τα όπλα για να τους … «συνετίσει»!
Κι είναι τώρα η ώρα, πριν διαπιστώσει πως οι δικαιούχοι του market pass έφθασαν στο 80% των πολιτών.