Τα νέα από τα μέτωπα αυτά, κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά μπορούν να χαρακτηρισθούν. Και μπορεί η σύγκριση με άλλες χώρες της Ευρώπης να είναι ακόμα υπέρ μας, πλην όμως οι καθημερινές ανακοινώσεις νέων κρουσμάτων και θανάτων χτυπούν συναγερμό εις ώτα μη ακουόντων. Η κατάσταση ξεφεύγει κι αλίμονο σε όσους δεν το βλέπουν και δεν συναισθάνονται τι μας περιμένει τους επόμενους μήνες.
Όλοι, ακόμα και οι ειδικοί επιστήμονες, κατανοούν πως ο κόσμος έχει κουραστεί από τις απαγορεύσεις και τα μη. Η κοινωνική αποστασιοποίηση και η διαρκής καχυποψία για όλους αυτούς με τους οποίους ερχόμαστε σε αναγκαστική επαφή, ακόμα και με τα προσφιλή μας πρόσωπα, μας έχει κουράσει. Δεν δίνουμε τα χέρια, δεν φιλιόμαστε, δεν αγκαλιαζόμαστε, δεν εκδηλώνουμε τον έρωτα και την τρυφερότητα μας, δεν έχουμε κοινωνική ζωή και έχουμε περιπέσει σε μια ιδιότυπη μοναξιά και παρόλα αυτά το κακό επανέρχεται δριμύτερο.
Η εργασία για τους περισσότερους γίνεται με ένα μονότονο τρόπο χωρίς επαφές και κοινωνικότητα, ενώ η λεγόμενη τηλεργασία στην ουσία αποκόπτει τον εργαζόμενο από τον φυσικό του χώρο που είναι το εργασιακό περιβάλλον, του αφαιρεί την ομαδικότητα και του προσθέτει σε όλα τα άλλα, την εργασιακή αβεβαιότητα και ανασφάλεια.
Επιπλέον όσοι απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα αντιλαμβάνονται πως οι αλλαγές που έχουν επέλθει στις εργασιακές σχέσεις έχουν αλλάξει και τη φιλοσοφία των επιχειρήσεων που «διαπιστώνουν» πως η δουλειά μπορεί να βγει και με part time εργαζόμενους από το σπίτι, αλλά και με κατάργηση μόνιμων θέσεων εργασίας. Και θεωρείται βέβαιο πως όταν παρέλθει ο κίνδυνος του κορωνοϊού πολλοί εργαζόμενοι δεν θα μπορέσουν να επιστρέψουν στα προ κορωνοϊού καθήκοντα και απολαβές τους.
Κι αυτό για τις επιχειρήσεις που αντέχουν στην οικονομική κρίση γιατί επί του παρόντος είναι άγνωστο πόσες μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις θα βάλλουν λουκέτο.
Η δε κυβέρνηση όσο αισιόδοξη κι αν θέλει να εμφανίζεται, ποντάροντας σε μεγάλο βαθμό και στα ευρωπαϊκά κονδύλια, αλλά και στην ελαστικότητα της επιτήρησης που δείχνουν οι θεσμοί ως προς τις υποχρεώσεις μας, άλλο τόσο τρέμει στο ενδεχόμενο να μην αντέξει το εθνικό σύστημα υγείας και να αναγκαστεί σε ένα νέο και ακόμα πιο επώδυνο lock down.
Και ελάχιστα μας παρηγορεί που άλλες χώρες της Ευρώπης βρίσκονται σε δεινότερη θέση από εμάς και περιστέλλουν καθημερινά ελευθερίες πολιτών και οικονομικές δραστηριότητες.
Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς και πόσο αντέχουμε ακόμα αυτή τη διαρκή ανασφάλεια για την υγεία μας, την εργασία μας, το μέλλον μας.
Μπορεί σε μερικά χρόνια όταν η ψηφιακή εποχή ενσωματωθεί στη καθημερινότητά μας, όλα αυτά με την κοινωνική απομόνωση, την εξ αποστάσεως διδασκαλία, την εξ αποστάσεως διεκπεραίωση των εργασιών μας να είναι μια νέα πραγματικότητα. Τώρα όμως που αιφνίδια πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα, όπως και να το κάνουμε, δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα όσο και να θέλουν να μας πείσουν περί του αντιθέτου. Δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα να πρέπει να συναλλαχθείς με το δημόσιο, την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία κλπ και να στέλνεις email και να περιμένεις απάντηση άγνωστο πότε και η οποία όταν τελικά έρθει γεννά περισσότερες απορίες, τα δε απαραίτητα ραντεβού κλείνονται σε βάθος χρόνου. Για παράδειγμα μια αγοραπωλησία ενός ακινήτου δεν μπορεί πλέον να γίνει νωρίτερα από 2 μήνες λόγω των δεκάδων πιστοποιητικών που απαιτούνται που θεωρητικώς βγαίνουν ηλεκτρονικά. Ας επιχειρήσει για παράδειγμα κάποιος να βγάλει μια βεβαίωση ΤΑΠ από το Δήμο Αθηναίων κι όταν το καταφέρει να μας το πει να μάθουμε κι εμείς πως γίνεται!
Με άλλα λόγια η κρίση είναι πολυπρόσωπη και δεν μπορεί να κρυφτεί με επικοινωνιακούς όρους ή με σημαντικές επενδύσεις όπως αυτή της Μicrosoft. Κι είμαστε ακόμα στην αρχή.