Την περασμένη Παρασκευή αναμένετο η νέα έκθεση της Moody’s με ισχυρές προσδοκίες μιας νέας αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Τελικά ο διεθνής οίκος αξιολόγησης ανέβαλλε τις ανακοινώσεις για το Φθινόπωρο κάτι που αφορά όχι ειδικά την Ελλάδα αλλά τουλάχιστον 26 άλλες χώρες. Κι αυτό δεν είναι πρωτοφανές στον τρόπο λειτουργίας του οίκου καθώς έχει επαναληφθεί κι άλλες φορές στο παρελθόν κι ούτε αλλάζει επί τα χείρω τις προσδοκίες.
Άλλωστε είναι εμφανές κι αποδεκτό από όλους τους διεθνείς οίκους πως η χώρα δεν βρίσκεται πλέον σε τόσο κακή οικονομική κατάσταση παρ’ όλο που ανεκόπη βίαια από την πανδημία η οικονομική ανάκαμψη.
Όμως, τα κλειδιά για μια καλύτερη αξιολόγηση του πιστωτικού προφίλ της χώρας παραμένουν πάντα τα ίδια και δεν είναι άλλα από τη συνέχιση και εμβάθυνση των μεταρρυθμίσεων και ο περιορισμός του δημοσίου χρέους.
Μπορεί στα δύο τελευταία χρόνια να έχουν γίνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις κυρίως ως προς τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού αλλά δεν είναι αρκετές ώστε να αλλάξει ριζικά η εικόνα της χώρας. Χρειάζονται πολλά ακόμα να γίνουν και κυρίως στο μέτωπο των ιδιωτικοποιήσεων όπου παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις άλλες δικαιολογημένες κι άλλες όχι.
Όμως οι μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που θα αποτελέσουν το καύσιμο για επενδύσεις και ανάπτυξη μαζί βεβαίως με τα αναμενόμενα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και των άλλων προγραμμάτων της ΕΕ.
Και η ανάπτυξη είναι αυτή που με τη σειρά της που θα μειώσει το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ που είναι το δεύτερο μεγάλο ζητούμενο.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στο τέλος του 2020 ,το χρέος ανερχόταν στο 205,6 % του ΑΕΠ, αποτελώντας το δεύτερο υψηλότερο μεταξύ των χωρών που αξιολογεί η Moody’s.
Στα συν πάντως που λαμβάνουν υπόψη όλοι οι διεθνείς οίκοι στις εκθέσεις τους, είναι το σχετικά υψηλό επίπεδο πλούτου της χώρας σε σχέση με το μέτριο μέγεθος της οικονομίας και την εξίσου μέτρια διαφοροποίηση.
Συνεκτιμούν επίσης την ύπαρξη ενός σημαντικού μαξιλαριού ρευστότητας αλλά και την ευνοϊκή διάρθρωση του χρέους και τους προσιτούς όρους αποπληρωμής του.
Με άλλα λόγια, δεν είμαστε τόσο χάλια και σαφώς σε πολύ καλύτερη θέση σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Όμως αν θέλουμε να δούμε το ελατήριο της ανάπτυξης να εκτινάσσεται, πρέπει η κυβέρνηση να δώσει νέα ώθηση στις μεταρρυθμίσεις και στη δημιουργία ενός θελκτικού επενδυτικού πλαισίου που θα παγίωνε τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.
Τούτες τις ώρες δεν χρειάζονται ολιγωρίες και η πανδημία δεν μπορεί να είναι άλλοθι καθώς σε λίγους μήνες, με βάση όσα γνωρίζουμε σήμερα, θα έχει ελεγχθεί σε μεγάλο βαθμό.
Όλοι μάς θεωρούν από τα φαβορί για αλματώδη ανάκαμψη στα επόμενα χρόνια, αρχής γενομένης από φέτος κι είναι κρίμα να μην πετύχουμε όχι τόσο για τους άλλους όσο για την ίδια τη χώρα μας που αυτή τη φορά πρέπει να αδράξει την ευκαιρία.