Ήταν αναμφίβολα μια θετική έκπληξη η ανακοίνωση των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Η ανάπτυξη κατά 10,5%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021 ή 7% σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2021, δεν είναι αμελητέα και προφανώς δημιουργεί καλύτερες προϋποθέσεις για το σύνολο μιας ιδιαίτερα δύσκολης χρονιάς που διανύουμε, με πολλούς αστάθμητους παράγοντες.
Στα θετικά επίσης που καταγράφονται στο περασμένο τρίμηνο είναι και η αύξηση των επενδύσεων (12,7, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο πέρυσι και οι εξαγωγές 9,6%).
Εδώ όμως σταματούν τα καλά νέα και μπαίνουν στο κάδρο οι άλλες παράμετροι που στοχεύουν ευθέως στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, καθώς η ακρίβεια διαταράσσει το βιοτικό επίπεδο της πλειονότητας των πολιτών. Με πληθωρισμό στο 12% τον περασμένο Μάιο και καμιά ένδειξη αποκλιμάκωσης στο ορατό μέλλον, μάλλον μιλάμε για προσωρινή ευημερία των αριθμών και διαρκή δυστυχία των ανθρώπων. Και λέμε προσωρινή γιατί οι εκτιμήσεις για τους μακροοικονομικούς δείκτες για το σύνολο της χρονιάς διαρκώς αναθεωρούνται προς τα κάτω από όλους τους διεθνείς οίκους και τράπεζες με το αισιόδοξο σενάριο να κάνει λόγο για ανάπτυξη πέριξ του 3% και πληθωρισμό στο 7-8%. Δεν χρειάζεται δε, να κάνουμε μνεία για το απαισιόδοξο σενάριο γιατί θα μαυρίσει η ψυχή μας. Κι ούτε μας παρηγορεί πως η κατάσταση δεν αφορά μόνο στη χώρα μας αλλά και στην παγκόσμια οικονομία, όπου οι προοπτικές θυμίζουν τις αποχρώσεις του γκρι και το πλησίασμα στο μαύρο.
Πάντως, επί του παρόντος, τα στοιχεία τριμήνου της ελληνικής οικονομίας, αφήνουν έναν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για την κυβέρνηση γύρω στο 1,5 δισ. ευρώ προκειμένου να το μετατρέψει σε ενισχυτικές παροχές στα πληττόμενα νοικοκυριά και επιχειρήσεις, κυρίως από την ενεργειακή ακρίβεια. Όχι πως σώζεται έτσι η κατάσταση, αλλά κάτι είναι κι αυτό.
Όμως, πέραν από τονωτικές ενέσεις και για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, απαραίτητοι οι καλοί μακροοικονομικοί δείκτες, αλλά το κρίσιμο για τους ανθρώπους είναι το διαθέσιμο εισόδημα και η αγοραστική τους δύναμη.
Και επ’ αυτού οι προσδοκίες είναι αρνητικές γιατί απλά η παγκόσμια κατάσταση είναι ρευστή και αρνητική. Όλοι μιλούν ευθέως και χωρίς περιστροφές πως η ενεργειακή ακρίβεια και η ακρίβεια των τροφίμων θα παραμείνει για χρόνια ακόμα κι αν ο πόλεμος στην Ουκρανία σταματούσε αύριο το πρωί.
Και το χειρότερο είναι πως δεν ακούμε από κανένα με ποιον τρόπο και με ποια μέτρα θα μπορούσε δυνητικά να βγει η παγκόσμια οικονομία από αυτό το καθοδικό σπιράλ που δεν μειώνει μόνο τον παγκοσμίως παραγόμενο πλούτο αλλά απειλεί ακόμα και με επισιτιστική κρίση από την οποία θα χάσουν τη ζωή τους από την πείνα τόσοι άνθρωποι όσοι και με την πανδημία!
Τα δύσκολα επομένως και οι προκλήσεις είναι μπροστά μας και το κύριο βάρος πέφτει για άλλη μια φορά στις πλάτες των ευάλωτων, των μισθοσυντήρητων και συνταξιούχων, ενώ οι ευκατάστατοι απλώς θα δουν να μειώνεται το απόθεμά τους!
Αλίμονο δε αν δούμε και κάποιο θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο στην απευκταία περίπτωση που η επιθετική ρητορική των Τούρκων περάσει και στο πεδίο. Και δυο φορές αλίμονο αν από το Φθινόπωρο, το αναμενόμενο νέο κύμα έξαρσης και μεταλλάξεων του κορωνοϊού επιβάλλει εκ των πραγμάτων σε νέα περιοριστικά μέτρα της οικονομικής δραστηριότητας ή να βρεθεί η χώρα σε μακρά περίοδο ακυβερνησίας και διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων.
Επί του παρόντος, το μόνο που μας απομένει είναι να απολαύσουμε όσο γίνεται κι όσο μπορούμε, το πρόωρο καλοκαιράκι που -αν μη τι άλλο- μας κάνει να ξεχνιόμαστε πρόσκαιρα.
Ούτως ή άλλως, οι όποιες εξελίξεις δεν περνάνε από το χέρι μας, αλλά από εξωγενείς παράγοντες που δεν μπορούμε να επηρεάσουμε.