Μικρές αλλά ουσιαστικές ανάσες ελευθερίας για το εμπόριο και τους καταναλωτές δίνει η απόφαση για υπό όρους άνοιγμα της αγοράς. Πλέον οι όποιες ενστάσεις και διαφορετικές προσεγγίσεις έστω και σ’ αυτού του τύπου άνοιγμα, μένει να αποδειχτούν ή να απορριφθούν στην πράξη.
Η ατομική ευθύνη ενός εκάστου από εμάς και πάλι στην πρώτη γραμμή και από αυτήν θα φανεί αν ορθώς άνοιξαν τα μαγαζιά κι αν αυτό θα πάρει μορφή μονιμότητας ή θα ανακληθεί η απόφαση, κάτι που φυσικά όλοι το απεύχονται. Και τούτο γιατί αυτές τις μέρες βλέπουμε τι έχει γίνει στη Γαλλία και τη Γερμανία όπου το άνοιγμα των οικονομιών τους δεν διαφυλάχθηκε όπως έπρεπε από τους πολίτες τους και αναγκάζονται σε νέο γενικό lockdown.
Είναι σαφές επίσης πως τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και στην κυβέρνηση, υπάρχει ένας διάχυτος φόβος για τα μελλούμενα, καθώς η πανδημία όχι μόνο δεν έχει ελεγχθεί αλλά φαίνεται να μας επιφυλάσσει κι άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις. Ο Απρίλιος θα είναι ένας κομβικός μήνας τόσο για τη σταδιακή αποκλιμάκωση της υγειονομικής κρίσης όσο και της μεγάλης αύξησης των εμβολιασμών που θα μεγαλώσουν την ασπίδα προστασίας του γενικού πληθυσμού. Θέλουμε να ελπίζουμε πως η υπομονή όλων μας για μερικές εβδομάδες ακόμα, θα είναι αρκετή ώστε από τον Μάιο να επανέλθουν όλες οι οικονομικές δραστηριότητες σε κανονικούς ρυθμούς. Με νέους όρους και πρωτόκολλα μεν, αλλά όχι ξανά αυτό το ακορντεόν των μέτρων που μας έχει εξουθενώσει όλους.
Όλες αυτές οι παρατάσεις όμως του μαρτυρίου των Ευρωπαίων πολιτών, όπως αποδεικνύεται εν τοις πράγμασι, δείχνουν ένα υπεύθυνο και δεν είναι οι εθνικές κυβερνήσεις αλλά η ηγεσία της ΕΕ.
Με τις παλινωδίες της Κομισιόν, τις γραφειοκρατικές της αγκυλώσεις και την ευθυνοφοβία των γραφειοκρατών των Βρυξελλών έφθασε η Ευρώπη να σέρνεται πίσω από τα γεγονότα, να μην καταφέρνει να προμηθευτεί τις απαραίτητες ποσότητες εμβολίων για τους πολίτες της και να πληρώνει ένα ακριβό τίμημα σε θανάτους αλλά και νοσηλείες ασθενών.
Η ηγεσία της ΕΕ απεδείχθη κατώτερη των περιστάσεων στην αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης γι’ αυτό και οι αριθμοί των εμβολιασμένων υπολείπονται τόσο πολύ σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, την Κίνα αλλά και από άλλες μεμονωμένες χώρες όπως για παράδειγμα το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ ή η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία. Κι είναι πάντα εύστοχο αυτό που είχε πει κάποτε ο Χένρι Κίσινγκερ πως όταν υπάρχει ένα πρόβλημα με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν ξέρει κανείς ποιον πρέπει να πάρει τηλέφωνο για να το λύσει.
Μια οικονομική Ένωση χωρών όπου όλες προσπαθούν να προσποριστούν όσα περισσότερα οφέλη μπορούν εις βάρος των άλλων, ένα διαρκές παζάρι από τα μικρά μέχρι τα μεγάλα και στο τέλος, δειλές, φοβικές και άτολμες αποφάσεις που είναι πάντα αποτέλεσμα συμβιβασμών για να μη διαλυθεί.
Με διορισμένη διοίκηση από τους ισχυρούς και η οποία για το μόνο που νοιάζεται είναι πως δεν θα δυσαρεστηθούν αυτοί που τους διόρισαν στις θέσεις τους. Μια διοίκηση που διαχρονικά δεν έχει καταλάβει ότι εκπροσωπεί και αντλεί δύναμη από 400 εκατ. Ευρωπαίους πολίτες και άρα οι συνομιλητές της, είτε είναι ηγέτες άλλων χωρών είτε είναι εταιρείες (όπως οι φαρμακευτικές εν προκειμένω) πρέπει να τη σέβονται και να τη φοβούνται γιατί είναι μια οικονομική υπερδύναμη.
Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών με τα εμβόλια ελπίζουμε να αποτελέσουν αφορμή για ανασύνταξη της ΕΕ και οι ηγεσίες των χωρών μελών να προβληματιστούν για τα ποια Ευρώπη θέλουμε, γιατί στα χρόνια που ακολουθούν, οι προκλήσεις θα είναι διαρκείς σε παγκόσμιο επίπεδο και όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο.
Κι ελπίζουμε το “γηραιά ήπειρος” να μην αποδειχθεί στην κυριολεξία γηραιά και χωρίς μέλλον.