Ας μην ξεχνάμε ότι συμπληρώθηκαν δύο χρόνια διακυβέρνησης και, όπως δείχνει η μεταπολιτευτική Ιστορία, όλες οι κυβερνήσεις τις σημαντικές πρωτοβουλίες και αποφάσεις τις πήραν την πρώτη διετία, προτού αρχίσει να μετρά αντίστροφα ο χρόνος για τις εκλογές.
Τι έχουμε δει λοιπόν αυτά τα δύο χρόνια από πραγματικές μεταρρυθμίσεις;
Κάποιες αλλαγές στον χώρο της Παιδείας προς τη σωστή, κατά τη γνώμη μου, κατεύθυνση, όπως η διαφύλαξη των πανεπιστημιακών χώρων και η εισαγωγή στα πανεπιστήμια με μια ελάχιστη βαθμολογία και όχι με λευκές κόλλες, αλλά το μείζον και μέγα ζητούμενο που είναι η διαρκής αξιολόγηση των διδασκόντων ακόμα περιμένουμε να το δούμε στην πράξη.
Είναι ο φόβος των αντιδράσεων; Είναι ο φόβος του πολιτικού κόστους; Είναι η πανδημία; Δεν ξέρω, αλλά, ό,τι και να ’ναι, τα περιθώρια στένεψαν για να δούμε την εφαρμογή αυτής της προεκλογικής δέσμευσης.
Οπως φυσικά δεν έχουμε ακούσει τίποτα για την αξιολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων και -γιατί όχι;- την απόλυση κάποιων που θα αποδειχθεί πως δεν προσφέρουν τίποτα στη λεγόμενη «εξυπηρέτηση των πολιτών», δηλαδή των φορολογουμένων που τους πληρώνουν για να βρίσκονται στη θέση τους. Πρόσφατο παράδειγμα οι υπάλληλοι του ΕΦΚΑ που ανακάλυψε ο Κωστής Χατζηδάκης.
Ξέρω ότι αυτά δεν είναι εύκολα θέματα και θα φέρουν μεγάλες συγκρούσεις με το συνδικαλιστικό κατεστημένο, πλην όμως αν η κυβέρνηση αρκεστεί στην ηλεκτρονική έκδοση πιστοποιητικών και στα ραντεβού των εμβολιασμών, τότε δεν έχει ελπίδες να καταγραφεί στην Ιστορία ως μια κυβέρνηση που έκανε βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές.
Εκτός αν της αρκεί ότι είναι καλύτερη διαχειρίστρια των τρεχουσών υποθέσεων σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη. Αυτό όμως την αδικεί γιατί δεν είναι δα και κάποιο σπουδαίο επίτευγμα!
Σαφώς και υλοποιεί παρά τις αντιξοότητες της πανδημίας τις προεκλογικές δεσμεύσεις για μειώσεις φόρων, έστω και σε μικρότερο βαθμό απ’ ό,τι είχαμε καταλάβει, αλλά εκεί που θα ήταν όντως μια μεγάλη μεταρρυθμιστική κίνηση και δεν βλέπουμε τίποτα είναι οι περικοπές των δαπανών του Δημοσίου.
Μια τέτοια πρωτοβουλία όντως θα έδινε περιθώριο για γενναιότερες μειώσεις φόρων που θα αύξαναν το εισόδημα και θα συνέβαλλαν στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Οι δαπάνες όμως όχι μόνο δεν μειώνονται, αλλά λόγω και των έκτακτων και απρόσμενων συνθηκών που έφερε η πανδημία αυξάνονται διαρκώς. Οπως αυξάνεται και το δημόσιο χρέος, που έφτασε πλέον στο 215% του ΑΕΠ!
Ενα ποσοστό που τρομάζει, κι ας λένε τώρα όλοι πως είναι διαχειρίσιμο και αντιμετωπίσιμο και δεν κινδυνεύουμε άμεσα από δυσκολίες εξυπηρέτησης.
Το χρέος είναι χρέος, και μάλιστα δυσθεώρητο. Είναι δε μαθηματικά βέβαιο ότι θα το βρούμε μπροστά μας κάποια, όχι και τόσο μακρινή, χρονική στιγμή κι ας ελπίσουμε να μην ξαναφτάσουμε σε καταστάσεις όπως αυτές που ζήσαμε από το 2010 και εντεύθεν.
Επομένως, αν δεν γίνουν τώρα μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν την εικόνα της χώρας, τότε πότε; Αν δεν γίνουν μεταρρυθμίσεις ώστε να επισπευσθεί ο χρόνος απόδοσης δικαιοσύνης, αυτό πότε μπορεί να γίνει; Με κάποιον άλλον υπουργό ή με μια άλλη κυβέρνηση;
Δεν βλέπουν ότι ήταν από τα πρώτα πράγματα που ζήτησε (και δικαίως) η τρόικα και μέχρι σήμερα θέτουν ως προϋπόθεση όλοι οι υποψήφιοι ξένοι επενδυτές; Είναι δυνατόν εν έτει 2021 οι αποφάσεις των δικαστών να γράφονται στο χέρι και μόνο για να καθαρογραφούν να χρειάζεται να περάσει ακόμα και ένας χρόνος; Είναι δυνατόν να χρειάζονται δέκα χρόνια για να τελεσιδικήσει μια αστική ή εμπορική αντιδικία;
Και εν κατακλείδι, μπορεί η πανδημία να είναι μια επαρκής δικαιολογία για αρκετά θέματα που σέρνονται, όχι όμως για όλα, γιατί κάποια πράγματα θα μπορούσαν να προχωρήσουν άμεσα, διότι δεν εξαρτώνται από τους επιδημιολογικούς δείκτες. Δυστυχώς, όμως, έχουν προσβληθεί από τον ιό της βολικής αναβλητικότητας.