Αρα εκ προοιμίου ό,τι συζήτηση και να κάνουμε γι’ αυτές θα πρέπει να κατανοήσει ακόμα και ο πλέον αδαής ότι η οικονομία και κατ’ επέκταση η κοινωνία δεν λειτουργεί χωρίς αυτές.
Και δεν γράφω τα αυτονόητα, ξέρετε, γιατί ακόμα θυμάμαι την επική ατάκα του τότε υπουργού Νίκου Παππά, όταν έκλεισαν τις τράπεζες το καλοκαίρι του 2015 επί ΣΥΡΙΖΑ, που είχε πει δημοσίως «οι δικοί μας ψηφοφόροι δεν τις χρειάζονται, 1.500 ευρώ έχουν στον λογαριασμό τους, μπορεί να τραβάνε ένα πενηντάρικο την ημέρα από το ΑΤΜ». Που σημαίνει ότι στην Ελλάδα πριν από μία δεκαετία και έως το 2019 υπήρχαν πολιτικοί σε υψηλές θέσεις παντελώς αστοιχείωτοι στα βασικά.
Από τότε λοιπόν πέρασε σχεδόν μία δεκαετία και μετά την τεράστια πολιτική περιπέτεια της χώρας χρειάστηκαν περίπου 45 δισ. ευρώ κρατικό χρήμα (επιπλέον το σχέδιο «Ηρακλής», ο αναβαλλόμενος φόρος κ.λπ.) για να ανακεφαλοποιηθούν, μετά να ιδιωτικοποιηθούν και σήμερα να λειτουργούν ως ιδιωτικές πλέον επιχειρήσεις με μικρές συμμετοχές του Δημοσίου.
Οχι γιατί επέστρεψαν όλα τα κεφάλαια πίσω, αλλά γιατί για διαφόρους λόγους η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διά του SSM αποφάσισε ότι αυτές δεν πρέπει να ανήκουν στο κράτος. Και από τότε έως σήμερα σταδιακά και οι τέσσερις μεγάλες συστημικές τράπεζες, όπως αποκαλούνται, πέρασαν σε ισχυρή κερδοφορία, της τάξεως των 800 εκατ. με 1 δισ. ευρώ η καθεμία.
Μη φανταστείτε ότι η διαδρομή αυτή των ελληνικών τραπεζών από την καταστροφή στη «δόξα και τα μεγάλα κέρδη» έχει συμβεί μόνο εδώ στην Ελλάδα, αλλά κατά καιρούς στις μεγάλες κρίσεις συνέβη και στις ΗΠΑ με τη Lehman Brothers, όπου ξοδεύτηκαν καμιά δεκαριά δισ. δολάρια για να μην πέσει το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα του κόσμου, στην Αγγλία, στην Ελβετία και αλλού.
Παρά ταύτα, σήμερα οι πολίτες εξοργίζονται δικαίως βλέποντας τις τράπεζες να χρεώνουν τεράστιες προμήθειες στους καταναλωτές (δείτε το ρεπορτάζ στην εφημερίδα), αλλά και να δυσκολεύουν τη ζωή όσων θέλουν να πάρουν ένα δάνειο, από στεγαστικό έως μια εταιρική χρηματοδότηση, αν και τα επιτόκια παραμένουν διπλάσια από το εξωτερικό. Το ίδιο εξοργιστικό είναι να βλέπει κανείς τις ευρωπαϊκές τράπεζες να δίνουν διπλάσια επιτόκια από τις ελληνικές στις καταθέσεις. Σου λέει ο πολίτης, γιατί πληρώσαμε τους τραπεζίτες τόσα δισ. ευρώ ως κράτος, για να θησαυρίζουν οι μέτοχοί τους κι εμείς να μην μπορούμε να πάρουμε ένα δάνειο ή να πληρώνουμε 10% προμήθεια σε μια απλή συναλλαγή, όπως η ανάληψη μετρητών από μια τράπεζα σε άλλη;
Τα παραδείγματα βέβαια είναι πολλά, όπως ας πούμε μια απλή μεταφορά από προσωπικό λογαριασμό μιας τράπεζας σε εταιρικό λογαριασμό ίδιου φυσικού προσώπου άλλης τράπεζας ενός ποσού 200.000 ευρώ έχει παρακράτηση προμήθειας ύψους 300 ευρώ. Και το ερώτημα που τίθεται είναι για ποια ακριβώς υπηρεσία χρεώθηκε το ποσό αυτό για μια συναλλαγή ανάμεσα σε λογαριασμούς του ίδιου ατόμου.
Βέβαια με αυτά όλα ετησίως οι τέσσερις τράπεζες εισπράττουν περί τα 500 εκατ. ευρώ η καθεμία για συναλλαγές που ουσιαστικά δεν χρειάζονται ούτε καν ανθρώπινο χέρι.
Και εξηγούμαι αμέσως, λοιπόν, για μια παρόμοια τέτοια μικρή ή μεσαία συναλλαγή σε μια ηλεκτρονική τράπεζα, όπως είναι η Revolut ας πούμε, δεν υπάρχει καμία ή σχεδόν καμία προμήθεια, όπως επίσης και σε αρκετές ακόμα παρόμοιες τράπεζες διεθνώς που κερδίζουν έδαφος. Αλήθεια, όποιος έχει συγγενείς, φίλους ή οικογένεια στο εξωτερικό -ειδικά νέους ανθρώπους- τους έχει δει ποτέ να χρησιμοποιούν πιστωτικές κάρτες ή ακόμα και χρεωστικές ελληνικών τραπεζών; Ο κύριος λόγος φυσικά δεν είναι ότι… τις αντιπαθούν, αλλά γιατί γνωρίζουν τη σημαντική διαφορά στις προμήθειες. Προσωπικά θεωρώ ότι έτσι όπως πάει είναι θέμα λίγων ετών να εξαφανιστούν από την ελληνική αγορά πρώτα οι πιστωτικές και μετά οι χρεωστικές κάρτες όλων των ελληνικών τραπεζών. Μόνο ίσως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία καταναλωτές θα τις χρησιμοποιούν λόγω συνήθειας.
Ωστόσο, για να επιστρέψουμε στο μείζον θέμα των τραπεζών στην Ελλάδα, αυτό όπως αντιλαμβάνεστε δεν είναι οι προμήθειες που βγάζουν υπέρογκα ποσά, αλλά η δυστοκία στη δανειοδότηση της οικονομίας. Θα πει κάποιος ότι δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια που οι τράπεζες δάνειζαν αλόγιστα τον κοσμάκη (θυμάστε τα διακοποδάνεια κάθε Χριστούγεννα;) και καταλήξαμε στη χρεοκοπία και στα κόκκινα δάνεια που ακόμα ταλανίζουν τους πάντες. Σωστό, αλλά δεν μπορεί να μην υπάρχει πιστωτική επέκταση και ρίσκο από τις τράπεζες, παρά μόνο δανειοδότηση στους μεγάλους και σίγουρους επιχειρηματικούς ομίλους, γιατί τότε δεν αναπτύσσεται η οικονομία, αφού οι συγκεκριμένοι πελάτες θα μπορούσαν να τα πάρουν και από ξένες τράπεζες.
Μια κυβέρνηση δυστυχώς στο θέμα της πιστωτικής επέκτασης των τραπεζών και ειδικά στο πού και πώς θα κατευθυνθούν αυτά δεν μπορεί να κάνει και πολλά θεωρητικώς γιατί δεν τις ελέγχει. Επισήμως τουλάχιστον μπορεί να κάνει συστάσεις και παραινέσεις, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι εφόσον το θέλει πραγματικά, έχει τους τρόπους να πιέσει προς όφελος της οικονομίας και του κοινού συμφέροντος.