O επικεφαλής της μεγαλύτερης τράπεζας στον κόσμο, ο -ελληνικής καταγωγής- διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan Τζέιμι Ντίμον, σε συνέντευξή του δήλωσε ότι ο κόσμος μπορεί να μην είναι προετοιμασμένος για το χειρότερο σενάριο, δηλαδή τα επιτόκια αναφοράς της Fed να φτάσουν το 7% σε συνδυασμό με στασιμοπληθωρισμό. Ο ίδιος είχε πει ότι τα επιτόκια ίσως χρειαστεί να αυξηθούν περαιτέρω για να υποχωρήσει ο πληθωρισμός και εξήγησε ότι η διαφορά μεταξύ 5% και 7% θα είναι πιο επώδυνη για την οικονομία από ό,τι ήταν η μετάβαση από το 3% στο 5%.

Αυτά για την Αμερική, όπου τα επιτόκια είναι ήδη στο 5,25% και κατά τους οικονομολόγους υπάρχουν πιθανότητες 60% για ύφεση τους επόμενους 12 μήνες. Στην Ευρώπη, έπειτα από 10 αυξήσεις επιτοκίων, οι διεθνείς οργανισμοί αναθεωρούν συνεχώς επί τα χείρω τις εκτιμήσεις τους για την ευρωπαϊκή οικονομία, προβλέποντας αναιμική ανάπτυξη το 2023. Με τη Γερμανία να είναι τεχνικά σε ύφεση, η ΕΚΤ δείχνει αμήχανη και διχασμένη καθώς το όπλο των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού εξαντλείται από τον φόβο ένας βαθύτερου πλήγματος στην οικονομία.

Η αβεβαιότητα απλώνεται και σε αυτήν τη συγκυρία θα εκτιμήσουμε εμπράκτως την αξία της επενδυτικής βαθμίδας που επηρεάζει τα επιτόκια με τα οποία οι χώρες, αλλά και οι επιχειρήσεις, δανείζονται από τις διεθνείς αγορές. Το πρώτο βήμα έγινε με την πρόσφατη αναβάθμιση από την DBRS, ενώ υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες πως θα ακολουθήσει στις 20 Οκτωβρίου η S&P και τον Δεκέμβριο η Fitch. Στις αρχές του 2024 θα είναι η σειρά της Moody’s για τη δική της αξιολόγηση κι έτσι θα κλείσει ένας μαύρος κύκλος για την ελληνική οικονομία που άνοιξε τον Ιούνιο του 2010.

Η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας είναι σαφώς καθοριστική, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως σηματοδοτεί την αρχή μιας πορείας κατά την οποία η χώρα θα χρειαστεί να συνεχίσει να επιτυγχάνει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, να επιδεικνύει δημοσιονομική σύνεση και προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, με την Ευρώπη να επαναφέρει τη δημοσιονομική πολιτική στο προ Covid καθεστώς και τη συζήτηση να ανοίγει για το αν η ΕΚΤ πρέπει να τερματίσει νωρίτερα τα έκτακτα προγράμματα επαναγοράς ομολόγων (PEPP), η Ελλάδα είναι αναγκαίο να μην ανήκει στην κατηγορία των χωρών που τα ομόλογά της αξιολογούνται με τον χαρακτηρισμό “σκουπίδια”.

Δεν είναι τυχαίο ότι η JP Morgan έκλεισε πριν από λίγες ημέρες το trade στα ελληνικά ομόλογα διατηρώντας εποικοδομητική μεσοπρόθεσμη στάση και εκτιμά πως οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι “θα διαπραγματεύονται σταθερά σε στενότερα περιθώρια (spreads) από την Ιταλία κατά 25 με 50 μ.β., δεδομένων των ισχυρών μακροοικονομικών, δημοσιονομικών και θεμελιωδών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας, του σταθερού πολιτικού τοπίου και των συνεχιζόμενων αναβαθμίσεων αξιολόγησης”.