Δεν ξέρω αν η διαμορφωθείσα κατάσταση με τα ογκώδη συλλαλητήρια, σήμαναν την αρχή του τέλους της κυβέρνησης, όπως τουλάχιστον διατείνονται οι αντίπαλοί της, είναι όμως βέβαιο πως αποτελούν το τέλος των ψευδαισθήσεων με τις οποίες πορεύεται στα δυο τελευταία χρόνια.
Ψευδαισθήσεις πως όλα βαίνουν καλώς, οι μεταρρυθμίσεις προχωρούν, το βιοτικό επίπεδο ανεβαίνει, τα δημόσια νοσοκομεία έχουν γίνει πρότυπα εξυπηρέτησης, ο δημόσιος τομέας δουλεύει καλύτερα από τον ιδιωτικό, στα πανεπιστήμια μπήκε τάξη, η Δικαιοσύνη λειτουργεί ρολόι και υποδειγματικά, οι θεσμοί στέκονται στο ύψος των περιστάσεων και οι πολίτες νιώθουν τόσο ασφαλείς που κοιμούνται με ανοικτά παράθυρα.
Επειδή όμως, τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει και σε κάθε βήμα τους οι πολίτες, έρχονται με μυριάδες προβλήματα που τα περισσότερα έπρεπε αυτονοήτως να έχουν επιλυθεί εδώ και χρόνια, η κυβέρνηση οφείλει να κάνει την αυτοκριτική της και με αυστηρά κριτήρια, να αναλογιστεί αν είναι συνεπής με τις προσδοκίες που καλλιέργησε και οι οποίες της έδωσαν το 41% πριν από σχεδόν 2 χρόνια.
Αν ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί καθίσουν να κάνουν μια λίστα με εμβληματικές αλλαγές που έκαναν από το ‘23 μέχρι σήμερα, τότε μάλλον αυτή θα είναι πολύ φτωχή. Αν εξαιρέσουμε την αλλαγή με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που ήρθε με νόμο που παρακάμπτει το Σύνταγμα και θα τα δούμε να λειτουργούν από το ερχόμενο φθινόπωρο, δεν μπορώ να θυμηθώ κάτι άλλο σημαντικό που άλλαξε στη ζωή μας. Διεκπεραιωτικές και διαχειριστικές αποφάσεις στα τρέχοντα ζητήματα που θα μπορούσε να κάνει ο καθένας χωρίς να θέλει και δάφνες μεταρρυθμιστή.
Στο μεταξύ, τα κονδύλια που έχουν εισρεύσει στη χώρα από το Ταμείο ανάκαμψης είναι δεκάδες δισ. και έχουν διοχετευτεί σε δεκάδες δράσεις και επενδύσεις. Ο πολίτης όμως ποιες θετικές επιδράσεις έχει δει μέχρι σήμερα; Είδε καλύτερες συγκοινωνίες; Είδε ψηφιακά άλματα στον δημόσιο τομέα; Είδε ψηφιακούς φακέλους ασθενών; Είδε ψηφιοποίηση στη Δικαιοσύνη και μείωση της γραφειοκρατίας; Είδε μείωση του χρόνου εκδίκασης και τελεσιδικίας μιας υπόθεσης που φθάνει στα δικαστήρια; Είδε να ξεκινάει ή να τελειώνει κάποιο νέο Δημόσιο έργο πνοής όπως ο ΒΟΑΚ ή ο δρόμος Πάτρας-Πύργου; Μόνο ανεμογεννήτριες και και φωτοβολταϊκά πάνελς γέμισε ο τόπος, για να έχουμε πράσινη αλλά όχι φθηνή ενέργεια. Μήπως είδαμε ολοκληρωμένο κτηματολόγιο ή κάποιον νόμο που να βάζει κανόνες στη δόμηση εκτός σχεδίου, ένα τουριστικό χωραταξικό ή κάποια σοβαρή και μόνιμη αναμόρφωση του ΝΟΚ; Μόνο σχέδια νόμων που μόλις δουν το φως της δημοσιότητας κι αρχίσουν οι αναμενόμενες αντιδράσεις των θιγομένων, αποσύρονται και στη συνέχεια αγνοείται η τύχη τους. Χωρίς συγκρούσεις όμως με κατεστημένες αντιλήψεις και συμφέροντα, δεν πάμε μπροστά. Γι’ αυτό και η ισχυρή εντολή με 41%.
Το ότι επέβαλλε μια έκτακτη φορολογία στα διυλιστήρια και στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, επειδή είχαν απρόσμενα κέρδη από την ενεργειακή κρίση και μοιράστηκαν επιδόματα στους καταναλωτές δεν είναι δα και κάποια μεταρρύθμιση. Λογικές και αυτονόητες κινήσεις μέσα στη δίνη της ακρίβειας που πλήττει τα νοικοκυριά και που φυσικά ούτε έλυσαν ούτε θα λύσουν το πρόβλημα αφού η αγοραστική δύναμη επλήγη πολλαπλάσια από την όποια αύξηση εισοδημάτων είδαν οι πολίτες και όχι όλοι. Και τελικά είναι λόγος να επαίρονται επειδή ο φορολογικός μηχανισμός υπεραποδίδει λόγω της χρήσης των POS από τους πολίτες; Μα αυτό θα γινόταν ούτως ή άλλως όπως γίνεται σε όλο τον προηγμένο κόσμο. Και όσοι επαγγελματίες δεν έβαζαν POS θα διαπίστωναν στην πορεία πως οι καταναλωτές τους γυρίζουν την πλάτη και θα έσπευδαν να τα προμηθευτούν μόνοι τους, είτε αυτοί είναι ταξιτζήδες είτε μαγαζάτορες και επαγγελματίες. Είναι απ΄ αυτά τα προβλήματα που τα λύνει η ίδια η ζωή και εξέλιξη.
Το ερώτημα όμως είναι αν προλαβαίνει η κυβέρνηση στο υπόλοιπο της θητείας της να αλλάξει με έργα και δράσεις την αρνητική εικόνα που έχει διαμορφωθεί εσχάτως στην κοινή γνώμη. Δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει όταν πέφτει η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι, αλλά τουλάχιστον οφείλει να προσπαθήσει να κάνει τα οφειλόμενα στην κοινωνία. Κι ας σταματήσει να παρηγορείται με το γεγονός πως παραμένει πρώτη με διαφορά από τον δεύτερο στις δημοσκοπήσεις επισείοντας την ανάγκη σταθερότητας. Κι ούτε να ποντάρει στη θεωρία πως στο τέλος ο Έλληνας ψηφίζει με το πορτοφόλι του και στις παροχές της τελευταίας στιγμής, γιατί οι εκατοντάδες χιλιάδες που κατέβηκαν στους δρόμους, δεν είχαν οικονομικά αιτήματα αλλά την απογοήτευση πως η διοίκηση αυτού του κράτους δεν τους σέβεται και δεν τους υπολογίζει. Και τη δύναμη αυτού του συναισθήματος δεν μπορεί κανείς να την υπολογίσει, πόσο μάλλον να την τιθασεύσει.