Από σήμερα καθένα από τα κόμματα ή τα «κινήματα» της Κεντροαριστεράς βρίσκεται απέναντι από τον εαυτό του και θα κριθεί από την κοινωνία. Τους επόμενους μήνες θα έχουμε ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό τοπίο· όλοι θα δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους στις ευρωεκλογές του Ιουνίου για να ακολουθήσουν νέες διασπάσεις ή συνθέσεις, μέχρι να βρεθεί εκείνος που «μπορεί να κερδίσει τον Μητσοτάκη» στις εθνικές κάλπες του 2027.
Οι αποχωρήσεις στελεχών από την αξιωματική αντιπολίτευση, ο γενικευμένος εμφύλιος στην Κεντρική Επιτροπή, οι βαριές κατηγορίες που αντάλλαξαν οι μέχρι προχθές σύντροφοι κάνουν δύσκολη κάθε προσπάθεια ανασύνταξης του χώρου. Πιο «τραυματισμένος» απ’ όλους βγαίνει ο Στέφανος Κασσελάκης στον οποίο έμειναν μόνο το όνομα ΣΥΡΙΖΑ και τα χρήματα της κρατικής επιδότησης. Χωρίς τα αριστερά αντίβαρα, όπως ο Σκουρλέτης και ο Βούτσης που αποχώρησαν, πόσο μπορεί να θεωρείται «αριστερό» κόμμα; Πόσο θα αντέξουν η Αχτσιόγλου με την ομάδα της και πόσο πειστικό μπορεί να είναι ένα σχήμα στο οποίο ο αρχηγός Στέφανος είναι εμφανώς «ρηχός» πολιτικά και ο «αόρατος» καθοδηγητής Πολάκης βαριά τοξικός; Η αντίφαση του νέου ΣΥΡΙΖΑ συμπληρώνεται από την ασφυκτική πολιτική προσκόλληση του νυν αρχηγού πάνω στον πρώην. Το κόμμα του έπεσε στο 17% και υποτίθεται ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε για να απελευθερώσει δυνάμεις και να δώσει χώρο στο νέο που γεννιέται.
Ο Κασσελάκης όμως πολιτεύεται με αφετηρία τον Τσίπρα, ενώ μέχρι και προχθές στο… διάγγελμα για το δημοψήφισμα αισθάνθηκε την ανάγκη να αναφερθεί σχεδόν με δέος στον προκάτοχό του. Είτε το έκανε για να αντλήσει κομματική δύναμη, είτε για να τον εκθέσει, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: ο Τσίπρας ό,τι «προίκα» ήταν να δώσει στον Κασσελάκη την έδωσε μέχρι τις εσωκομματικές εκλογές του Σεπτεμβρίου και αν πιστεύει το αντίθετο, ματαιοπονεί.
Η απειρία και η έλλειψη πολιτικού λόγου από τον νέο αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ δεν εξισορροπούνται από το επικοινωνιακό του ταλέντο. Είναι φανερό ότι χωρίς γραπτό κείμενο και TikTok δεν μπορεί να σταθεί απέναντι σε δημοσιογράφους ή πολύ περισσότερο σε πολιτικούς αντιπάλους. Πώς θα υποστηρίξει τις νέες πολιτικές ιδέες που, υποτίθεται, φέρνει από τις ΗΠΑ, ως αριστερός ηγέτης, έχοντας την Αριστερά απέναντί του; Πώς θα αναπληρωθούν τα στελέχη που έφυγαν ή εκείνα που έμειναν, αλλά θα βρίσκονται σε «λευκή απεργία» περιμένοντας στη γωνία και πώς θα αντιμετωπίσει τις κατηγορίες για «τραμπισμό»;
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις της εβδομάδας πριν από την Κεντρική Επιτροπή έδειχναν τον ΣΥΡΙΖΑ να διολισθαίνει προς το 14%. Η λογική λέει ότι μετά την αποχώρηση της «Ομπρέλας» και τα τελευταία δραματικά επεισόδια με το δημοψήφισμα θα βρεθεί στην τρίτη θέση πίσω από το ΠΑΣΟΚ. Είναι βέβαιο ότι το πρώτο γκάλοπ που θα πραγματοποιηθεί από αύριο θα καταγράψει την αλλαγή στη σειρά.
Το πού θα σταματήσει είναι δύσκολο να προβλεφθεί αυτή τη στιγμή, όπως και το αν θα αρχίσει κάποια στιγμή να ανεβαίνει. Η εκλογή Κασσελάκη πρόσφερε στον Νίκο Ανδρουλάκη μια τρίτη ευκαιρία (η πρώτη ήταν με την εκλογή του ως άφθαρτος και δυναμικός νέος και η δεύτερη η υπόθεση των υποκλοπών) για να αναδειχθεί ηγέτης της Κεντροαριστεράς και να διεκδικήσει την εξουσία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Το αν θα μπορέσει να αξιοποιήσει την πολιτική συγκυρία που διαμορφώνεται εξαρτάται μόνο από τον ίδιο και θα φανεί το αργότερο στις ευρωεκλογές. Αν το επιτύχει το ΠΑΣΟΚ, μαζί με τη Νέα Δημοκρατία θα επανασυνθέσουν, μετά από 15 χρόνια, το δίπολο για την εναλλάξ διακυβέρνηση της χώρας. Αν αποτύχει η Κεντροαριστερά είναι υποχρεωμένη να αναζητήσει ένα νέο σχήμα και έναν νέο αρχηγό.
Οσον αφορά την Αριστερά, αυτή που υπήρχε και αυτή που αποκολλήθηκε τώρα από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα μετρήσει την απήχηση των προτάσεών της στο εκλογικό σώμα. Δεν θα έχει τον Κασσελάκη να νοθεύει τις ιδέες της, αλλά ούτε άλλοθι για τις πιθανές αποτυχίες της. Πρέπει να βρει σχήμα και όνομα, νέο αρχηγό και να αποφασίσει αν και κατά πόσο θα συμπεριλάβει εκείνους που έφυγαν το 2015 στο τρίτο μνημόνιο, αλλά έκτοτε βλέπουν τη Βουλή μόνο απέξω. Ισως η συγκυρία να βοηθάει το ΚΚΕ που βλέπει τη σταθερότητα και τη σοβαρότητά του να επιβραβεύονται από την κοινή γνώμη, αλλά μέχρι πού μπορεί να φτάσει;