Το μείζον πρόβλημα της στέγασης, ειδικά για τους νέους ανθρώπους, τους φοιτητές, τα νέα ζευγάρια, τη μεσαία τάξη είναι γνωστό, δεδομένο και σχεδόν παγκόσμιο.
Εκτείνεται από την Αμερική και την Ευρώπη έως το Τόκιο και το Χονγκ Κονγκ. Τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την κρίση, έχει γίνει μείζον θέμα και στην Ελλάδα, κυρίως στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι δεν βρίσκει ο μεσαίος εισοδηματικά και κατώτερος κόσμος σπίτι να νοικιάσει αλλά και ότι, όταν βρίσκει, τα ενοίκια έχουν εκτοξευτεί, ως αποτέλεσμα της ζήτησης αλλά και της πληθωριστικής έκρηξης.
Υπάρχει μια θεωρία λογική ή λογικοφανής ή κάτι ανάμεσα, ότι για τη διόγκωση του προβλήματος ευθύνεται κυρίως το Αirbnb που απορροφάει χιλιάδες σπίτια από την αγορά της μακροχρόνιας μίσθωσης. Τα στοιχεία δεν το επιβεβαιώνουν τόσο εμφατικά, αφού στην Αθήνα οι πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης δεν δείχνουν να «κρατάνε» πάνω από 15.000 σπίτια ετησίως. Τι να λέει αυτό σε μια πόλη όπου μένουν περί τα 4 εκατομμύρια άνθρωποι, που γίνονται 12 με 15 εκατομμύρια με τους τουρίστες τους θερινούς μήνες;
Μάλλον πιο ενδεικτική τού τι συμβαίνει είναι μία από τις καλές έρευνες για το θέμα της στέγης που κυκλοφορεί από τo Eteron (ρεπορτάζ του Γιώργου Καράγιαννη στην έντυπη
έκδοση του «Πρώτου Θέματος» σήμερα) και δείχνει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περί τα 6 εκατoμμύρια κατοικίες και το 1 εκατομμύριο από αυτές είναι κλειστές. Οι μισές κλειστές κατοικίες είναι στην Αθήνα και περί τις 120.000 στη Θεσσαλονίκη, αλλά οι λόγοι που οι ιδιοκτήτες τους τις κρατάνε κλειστές είναι διαφορετικοί (κληρονομικά, χρεωμένες στις τράπεζες ή στο Δημόσιο κ.λπ.), με αποτέλεσμα κυβερνητικές πηγές να υπολογίζουν ότι εξ αυτών περί τις 200.000 μπορεί να «πέσουν» στην αγορά και να δώσουν μια ανάσα στη στέγαση.
Αρα εκεί ίσως υπάρχει «ψωμί» για την κυβέρνηση ώστε να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης με κίνητρα και αντικίνητρα για να ανοίξουν και να διατεθούν στην αγορά κάποια από αυτά τα σπίτια που παραμένουν κλειστά, με σεβασμό πάντα στο γεγονός ότι η ιδιωτική περιουσία είναι αγαθό στις δημοκρατικές χώρες που ο καθένας τη χειρίζεται όπως θέλει.
Σε αρκετές χώρες οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν την επιπλέον φορολόγηση στα κλειστά σπίτια για να αναγκάσουν τους ιδιοκτήτες τους να τα νοικιάσουν. Αυξάνεις, ας πούμε, τον ΕΝΦΙΑ για τα κλειστά σπίτια και δημιουργείς αντικίνητρο και ταυτοχρόνως μπορεί και να πιάνεις και τη φοροδιαφυγή, γιατί αρκετά εξ αυτών δείχνουν μεν κλειστά αλλά δεν είναι, νοικιάζονται χωρίς να δηλωθούν.
Λύσεις δεν υπάρχουν και πολλές άλλες, τουλάχιστον άμεσα, γιατί η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα είναι σοβαρό, δύσκολο και δεν υπάρχουν τρόποι αντιμετώπισής του που να βρίσκονται από τη μια μέρα στην άλλη. Η παλαιά κλασική πολιτική της κοινωνικής (κρατικής) κατοικίας αλλά και της αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου για στέγαση επανέρχεται πλέον και διεθνώς ως μια επιχειρούμενη λύση.
Μπορεί αυτό -η κατασκευή κατοικιών από το κράτος- να χρειάζεται 4-5 χρόνια για να υλοποιηθεί, αλλά το κράτος και η κυβέρνηση δεν πρέπει να σκέφτονται μόνο τι αποδίδει βραχυπρόθεσμα.
Οσο και να φαντάζει περίεργο, ακόμα και ο επαναπροσδιορισμός ενός μεγάλου μέρους της επένδυσης του Ελληνικού σε κατοικίες προς ενοικίαση ή πώληση, στα σημεία φυσικά της έκτασης που δεν είναι τα καλά και πανάκριβα «φιλέτα» με θέα στη θάλασσα, θα ήταν ίσως μια καλή ιδέα που θα πρόσφερε μια λύση όσον αφορά μερικές χιλιάδες νέα σπίτια.
Στο Λονδίνο, που έχει τεράστιο πρόβλημα στέγασης κυρίως με τους φοιτητές την τελευταία δεκαετία, έχουν δημιουργηθεί δεκάδες κτίρια-ουρανοξύστες ως φοιτητικές εστίες με εξαιρετική οικονομική επιτυχία.
Ο Αύγουστος φτάνει πια στα μέσα του και μαζί και οι διακοπές, οπότε για την κυβέρνηση έρχεται γρήγορα η ώρα της δράσης και των αποφάσεων, τα πραγματικά προβλήματα είναι μπροστά της και όχι πίσω της. Η στέγαση, η Υγεία, τα σχολικά κτίρια, οι αστικές συγκοινωνίες, η ακρίβεια, που πάντως «μαζεύεται» εν μέρει με κυβερνητικές παρεμβάσεις, δεν εξαρτάται όμως από την κυβέρνηση αλλά από το διεθνές πληθωριστικό περιβάλλον.
Και εκεί θα κριθεί η δεύτερη θητεία της και η επιτυχία της, όπως σε μια σειρά από πολύ σοβαρά ζητήματα που αντιμετώπισε ο Μητσοτάκης στην πρώτη τετραετία και κρίθηκε η άνετη υπερψήφιση της κυβέρνησής του. Τώρα, πάντως, τα ζητήματα αυτά και οι πολυετείς παθογένειες της χώρας απαιτούν περισσότερη τόλμη και αποφασιστικότητα.