Σε λίγες μέρες -στις 25 Οκτώβρη- κλείνει ένας χρόνος από τη θλιβερή είδηση για το θάνατο της Φώφης Γεννηματά, μιας νέας γυναίκας και πολιτικού που έδωσε πολλές σκληρές μάχες για τη ζωή της και το κόμμα της σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία.
Έναν χρόνο μετά, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ συνεχίζει εν πολλοίς στη «γραμμή» της. Επιχειρεί να πετύχει το «στοίχημα», που έβαλε με τον εαυτό του από την ημέρα εκλογής της νέας ηγεσίας. Προσπαθεί να κερδίσει χαμένα εδάφη στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό και να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο με την φιλοδοξία ότι στις προσεχείς εκλογές θα καταφέρει να αλλάξει υπέρ του τους πολιτικούς συσχετισμούς.
Η «προίκα» των 270 και πλέον χιλιάδων μελών και φίλων που προσήλθαν στις εσωκομματικές κάλπες τον περασμένο Δεκέμβρη για την εκλογή ηγεσίας, ήταν αναμφίβολα μια ενθαρρυντική αφετηρία και μια «στιγμή» δυναμικής επανεκκίνησης για το άλλοτε πανίσχυρο κόμμα που κατέρρευσε εκλογικά τα χρόνια της κρίσης κι άρχισε να κάνει επί Γεννηματά τα πρώτα βήματα επανασυσπείρωσης των δυνάμεών του. Σε εκείνη τη φάση το Κίνημα Αλλαγής (αργότερα επανήλθε πρώτο στη «μαρκίζα» το ΠΑΣΟΚ) άρχιζε να αλλάζει θέση στη δημοσκοπική κλίμακα- κάποιοι δε, «έβλεπαν» δυναμική δεύτερου κόμματος. Το 8% που είχε καταγράψει στις εκλογές του 2019 έγινε διψήφιο ποσοστό στις δημοσκοπήσεις- μάλιστα σε κάποιες από αυτές ξεπερνούσε το 15%.
Έναν χρόνο μετά, το τρίτο κόμμα εξακολουθεί να καταγράφει στα γκάλοπ διψήφια ποσοστά, αλλά από τις «φωτογραφίες της στιγμής» φαίνεται ότι έχει μπροστά του ένα δύσβατο στοίχημα που απαιτεί νέες «διαρκείς» μάχες σε όλα τα πεδία- η υπόθεση της παρακολούθησης του κινητού του Νίκου Ανδρουλάκη προκάλεσε εύλογες αντιδράσεις, αλλά δεν άλλαξε παρ’ ελάχιστα το δημοσκοπικό χάρτη. Οι πολίτες σε όλες τις σχετικές έρευνες αγωνιούν πρωτίστως για τα μείζονα ζητήματα και περιμένουν από το πολιτικό σύστημα προτάσεις και λύσεις για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν: την ενεργειακή ακρίβεια, την συρρίκνωση του εισοδήματός τους, τις κοινωνικές ανισότητες και τις αβεβαιότητες σε ένα περιβάλλον συνεχών ανακατατάξεων και διεθνούς περιδίνησης μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Είναι πασιφανές ότι το ΠΑΣΟΚ αν θέλει να προσεγγίσει και να πείσει τους εν δυνάμει ψηφοφόρους του, δεν μπορεί παρά να εμφανιστεί στο δημόσιο διάλογο με ισχυρό προγραμματικό λόγο και με σαφείς και ευανάγνωστες προτάσεις για τη συγκρότηση εθνικής στρατηγικής. Να αποκτήσει «ασφαλείς γέφυρες» με το χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς και να ζητήσει «ψήφο εμπιστοσύνης» στις εκλογές που πλησιάζουν, αφού παρουσιάσει συνολικό σχέδιο για την επόμενη μέρα. Δεν έχει τον χρόνο, ούτε την πολυτέλεια για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και για αχρείαστες κινήσεις κατά την προεκλογική περίοδο. Αντιθέτως χρειάζεται ευρύτατη κινητοποίηση και αξιοποίηση όλων των δυνάμεών του, που βέβαια προϋποθέτει ομαδικό παιχνίδι, ανανέωση της ομάδας και καθαρό προοδευτικό «στίγμα». Κάθε μέρα, κάθε ώρα. Μάχες με συγκεκριμένες στοχεύσεις, εντός και εκτός βουλής.
Χρειάζεται ένα ισχυρό επιτελείο στη Χαριλάου Τρικούπη που να συνδυάζει ικανότητα και εμπειρία, που να μπορεί να μετακινήσει το … ποτήρι από την μία στην άλλη άκρη του τραπεζιού, να αξιοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και να απευθυνθεί σε ευρύτερα ακροατήρια. Χρειάζεται να κλείσει γρήγορα την εκκρεμότητα με τις λίστες των υποψηφίων βουλευτών σε κάθε εκλογική περιφέρεια, αλλά και το πλαίσιο των κινήσεων στο αυτοδιοικητικό πεδίο, αφού εντός του 2023 θα γίνουν εκλογές και στους Δήμους και στις Περιφέρειες της χώρας.
Η μάχη της πρώτης Κυριακής (με το σύστημα της απλής αναλογικής) είναι κρίσιμη για το ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο διότι ο Νίκος Ανδρουλάκης υπογραμμίζει ότι μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση και έτσι να αποφευχθούν οι δεύτερες κάλπες. Στον πρώτο γύρο θα καταγραφεί η δυναμική όλων των κομμάτων: η Νέα Δημοκρατία θα δείξει αν είναι πιο κοντά ή πιο μακριά στον στόχο της αυτοδυναμίας, ο ΣΥΡΙΖΑ αν έχει καταφέρει να ροκανίσει τη ψαλίδα που τον χωρίζει από τη ΝΔ σε όλα τα γκάλοπ και το ΠΑΣΟΚ αν έχει αποκτήσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που επιδιώκει. Σωστά στην παρούσα φάση το τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα αποφεύγει να τοποθετηθεί για το πως θα εγγυηθεί την πολιτική σταθερότητα ή πως απαντά στα εκλογικά διλήμματα που θέτουν από τώρα, για αυτονόητους λόγους, τα δύο μεγάλα κόμματα. Ούτε τους πολιτικούς συσχετισμούς που θα προκύψουν στις κάλπες γνωρίζει, ούτε θα είναι το κόμμα που θα λάβει πρώτο τη διερευνητική εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης…