Με χαρτοπαικτικούς όρους ο Αλέξης Τσίπρας έπαιξε τα ρέστα του στην απλή αναλογική και έχασε. Γνωρίζοντας ότι είναι αδύνατον να επιστρέψει «αυτοδύναμος» στην εξουσία, μετά την ήττα του 2019, θέλησε να δοκιμάσει την τύχη του με την παλιά, κλασική, αριστερή συνταγή της απλής αναλογικής.
Αφού δεν γινόταν να ξαναγίνει πρωθυπουργός ως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, διεκδίκησε τη θέση ως ηγέτης μιας «προοδευτικής κυβέρνησης» με τη στήριξη των άλλων κομμάτων της Αριστεράς. Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός, που ως γνωστόν «πιάνει πουλιά στον αέρα», έβλεπε το τυρί, αλλά δεν κατάλαβε τη φάκα. Δηλαδή ότι το διαχρονικό αίτημα των κομμάτων της Αριστεράς για απλή αναλογική δεν είχε ως στόχο να γίνει… ξανά πρωθυπουργός ο Τσίπρας, αλλά να δυσκολεύονται τα κόμματα εξουσίας (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ) να σχηματίσουν κυβέρνηση. Ετσι, όταν βρέθηκε να μιλά για κυβέρνηση της Αριστεράς με πυλώνα τον ΣΥΡΙΖΑ, όλοι οι υπόλοιποι (από το ΚΚΕ μέχρι το ΠΑΣΟΚ και τον Βαρουφάκη) του γύρισαν την πλάτη.
Χωρίς «κυβερνητικό αφήγημα», που θα έπειθε την κοινωνία για τον ρεαλισμό του, ο Τσίπρας μοιραία οδηγήθηκε στην εκλογική συντριβή της 21ης Μαΐου προτού καλά-καλά το καταλάβει. Το «mea culpa» που αναφώνησε προχθές ήταν απλώς η ομολογία της ήττας και η τυπική συνθηκολόγηση. Αν για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ η αποτυχία της απλής αναλογικής σημαίνει το τέλος των προσδοκιών για επιστροφή στην εξουσία, για τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης επιβεβαιώνει την εκτίμηση ότι δεν έχει να προσφέρει τίποτα στο δημοκρατικό μας πολίτευμα. Αντίθετα, μπορεί να ενθαρρύνει τους εκβιασμούς, να οδηγήσει στο χάος το πολιτικό σύστημα και τη χώρα στην ακυβερνησία.
Βασικό επιχείρημα των υποστηρικτών της απλής αναλογικής είναι ότι ενισχύει τον πλουραλισμό στη Βουλή, καλλιεργεί την κουλτούρα των συνεργασιών ανάμεσα στα κόμματα, ενθαρρύνει τις δημοκρατικές διαδικασίες και καθιερώνει τον αυτοέλεγχο στις κυβερνήσεις. Τίποτα από τα παραπάνω δεν είδαμε στην πράξη. Αντίθετα, προκαλεί σοκ η παντελής έλλειψη σεβασμού στη λαϊκή ετυμηγορία. Η απόφαση του Κυριάκου Βελόπουλου και της Ζωής Κωνσταντοπούλου να αλλάξουν τη σειρά στις λίστες των υποψήφιων βουλευτών της Ελληνικής Λύσης και της Πλεύσης Ελευθερίας αντίστοιχα, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με την ψήφο του ελληνικού λαού, για να προωθήσουν συγγενείς και φίλους, προκαλεί σοκ και δέος.
Δηλαδή οι μεγάλοι υπερασπιστές των ανοιχτών κομματικών διαδικασιών είναι οι πρώτοι που καταργούν τη Δημοκρατία για να τοποθετηθεί ο σύζυγος της μιας ή ο πιστός φίλος του άλλου σε εκλόγιμη θέση. Αρα στόχος δεν είναι η προσφορά στο κοινωνικό σύνολο, αλλά η εξασφάλιση μιας καλά αμειβόμενης θέσης στη Βουλή για την επόμενη τετραετία. Βουλευτές που δεν εκλέγονται, αλλά διορίζονται από τους αρχηγούς. Αν ένας πολιτικός αρχηγός έχει αυτή τη συμπεριφορά απέναντι στα στελέχη του, ας αναλογιστούμε πώς θα συμπεριφερθεί απέναντι στους πιθανούς κυβερνητικούς του εταίρους.
Σε αυτό το φάσμα του πολιτικού συστήματος, το οποίο κινείται κοντά στη βάση του 3% για την είσοδο στη Βουλή, δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρούνται ανάλογα φαινόμενα. Ας θυμηθούμε τι έγινε πριν από λίγο καιρό στο ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη ή παλιότερα στην Ενωση Κεντρώων του Βασίλη Λεβέντη, τις καταγγελίες που υπήρξαν και τις αποχωρήσεις που ακολούθησαν. Θα ήταν ιλαρό, αν δεν ήταν τόσο τραγικό και επικίνδυνο. Τα κόμματα αυτού του μεγέθους αποδεικνύονται «μαγαζάκια» του ενός αρχηγού και της παρέας του. Δεν βοηθούν τον πλουραλισμό των δημοκρατικών απόψεων και αν επιζητούν επίμονα την απλή αναλογική, το κάνουν για ιδιοτελείς λόγους. Γι’ αυτό και στις περισσότερες περιπτώσεις εξελίσσονται σε «κόμματα μιας χρήσης» που, αφού διαγράψουν μια σύντομη τροχιά, παραδίδουν τη σκυτάλη σε κάποιο άλλο.
Οι πολίτες μπορούν να καταλάβουν πια ότι δεν υπάρχουν και πολλές εναλλακτικές προτάσεις για τη διακυβέρνηση της χώρας. Δύο ή τρεις είναι και το ΚΚΕ σε ρόλο σταθερής αντιπολίτευσης. Από εκεί και πέρα η μάχη γίνεται για λόγους επαγγελματικής αποκατάστασης. Και όσο πιο βολικό είναι το εκλογικό σύστημα τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες πολιτικής επιβίωσης.