search icon

Γνώμες

Το οικονομικό ιερατείο… έχει μαύρα μεσάνυχτα

Η διακυβέρνηση της οικονομίας βρίσκεται πλέον στα χέρια των κεντρικών τραπεζών και των αγορών, με τις κυβερνήσεις να έχουν μικρά περιθώρια παρέμβασης

Όλο και περισσότεροι οικονομολόγοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι έρχεται στασιμοπληθωρισμός, ήτοι άνοδος των τιμών μαζί με οικονομική στασιμότητα, ύφεση και ανεργία.

Ό,τι χειρότερο, δηλαδή, για την οικονομία, ειδικά για τα μεσαία στρώματα, που θα δουν την αγοραστική τους δύναμη να εξαφανίζεται από το διπλό χτύπημα της ακρίβειας και της ταυτόχρονης μείωσης εισοδημάτων.

Έχει γίνει πλέον ξεκάθαρο ότι οι κεντρικές τράπεζες, που κρατούν τα ηνία της παγκόσμιας οικονομίας, θα χρησιμοποιήσουν ένα δηλητηριώδες «φάρμακο» σε μια απόπειρα να σταματήσουν τον πληθωρισμό, προτού φύγει ακόμα ψηλότερα, εκτός ελέγχου: Θα αυξήσουν απότομα το κόστος του χρήματος (επιτόκια) για να «σκοτώσουν» την οικονομική ανάπτυξη και τη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, προκαλώντας συνειδητά ύφεση και ανεργία.

Στη γλώσσα των κεντρικών τραπεζών αυτό λέγεται «καταπολέμηση των πληθωριστικών προσδοκιών». Σε απλά ελληνικά σημαίνει: «Θα προκαλέσουμε τόσο οικονομικό πόνο, ώστε να πειστούν όλοι ότι ο κόσμος θα δυσκολευτεί να καταναλώσει, έτσι ώστε οι τιμές να σταματήσουν να ανεβαίνουν».

Οι ενέργειες αυτές ανακοινώνονται σε μια ερμητική, κωδικοποιημένη γλώσσα, ακατανόητη ακόμα και από οικονομολόγους που δεν είναι εξοικειωμένοι με το θέμα και παρουσιάζονται ως αναπόδραστη αναγκαιότητα, η οποία προκύπτει από κάποιες τεχνοκρατικές, δήθεν «επιστημονικές» αναλύσεις και διαπιστώσεις.

Κάτι σαν χρησμοί ενός ιερατείου που υποτίθεται ότι γνωρίζει τι συμβαίνει και τι πρέπει να γίνει. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι τα οικονομικά δεν είναι ακριβής επιστήμη, όπως η Φυσική και η Χημεία. Το νερό παγώνει στους μηδέν βαθμούς σε όλο το γνωστό Σύμπαν, αλλά η αύξηση επιτοκίων μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές συνέπειες.

Στην πραγματικότητα, η οικονομία είναι πολιτική.

Είναι επίσης διαπιστωμένο ότι αυτοί οι περίφημοι «σοφοί τεχνοκράτες» πέφτουν συχνά έξω. Το πλέον πρόσφατο λάθος τους είναι η αποτυχία να διαγνώσουν έγκαιρα τη φύση του προβλήματος του πληθωρισμού και να λάβουν νωρίτερα τα κατάλληλα -και πιο ήπια- μέτρα.

Εάν κάποια υψηλόβαθμα (και χρυσοπληρωμένα) στελέχη ιδιωτικών εταιρειών επέμεναν μέχρι τα τέλη του περασμένου έτους ότι «ο πληθωρισμός είναι παροδικός», πιθανότατα θα είχαν απολυθεί. Οι κεντρικοί τραπεζίτες, όμως, είναι «ανεξάρτητοι» και εκτός του ελέγχου των κυβερνήσεων.

Είναι ενδεικτικό ότι ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης παροτρύνει τώρα τον Γάλλο Πρόεδρο να μην προχωρήσει στο πακέτο ενίσχυσης 20 δισ. ευρώ για τον πληθωρισμό, τόσο για να μην αυξηθεί το δημόσιο χρέος όσο και, κυρίως, για να μην επιδοτηθούν οι καταναλωτές και να αφεθεί η αγορά να λειτουργήσει, διότι διαφορετικά δεν θα μειωθεί η ζήτηση καυσίμων και άλλων αγαθών που ακριβαίνουν.

Με άλλα λόγια, η Κεντρική Τράπεζα της Γαλλίας λέει στην εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας: «Μη στηρίζεις πολύ τους πολίτες, γιατί τους βοηθάς να καταναλώσουν, ενώ πρέπει να σταματήσουν». Όλα αυτά βέβαια συνοδεύονται από κάποιες ρητορικές παροτρύνσεις περί «στήριξης των πιο ευάλωτων», οι οποίες όμως μικρή αξία έχουν τελικά για τους απλούς ανθρώπους, που πληρώνουν τα σπασμένα χωρίς καν να τους εξηγείται τι ακριβώς συμβαίνει.

Η διακυβέρνηση της οικονομίας βρίσκεται πλέον στα χέρια των κεντρικών τραπεζών και των αγορών, με τις κυβερνήσεις να έχουν μικρά περιθώρια παρέμβασης. Ακόμα και οι κρατικοί προϋπολογισμοί βρίσκονται υπό την πίεση της αγοράς. Αν, για παράδειγμα, μια κυβέρνηση θέλει να αυξήσει τις κοινωνικές δαπάνες ή να νομοθετήσει αύξηση των μισθών, την άλλη μέρα θα δει τις αγορές να ξεπουλάνε τα ομόλογά της και να οδηγούν στα ύψη το κόστος δανεισμού.

Το σημερινό αδιέξοδο δείχνει ότι έχει φτάσει στα όριά του το μοντέλο οικονομικής διακυβέρνησης του μονεταρισμού που «ήρθε στα πράγματα» μετά την προηγούμενη ανάλογη κρίση του 1970 – 1980 και στην ουσία αφαίρεσε από την πολιτική εξουσία τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής -και εν τέλει της οικονομίας.

Οι πολίτες έχουν πλήρη επίγνωση του πολιτικού αδιεξόδου και αυτό, κατά κανόνα, πυροδοτεί τη στροφή στα άκρα, στροφή η οποία είναι πράξη πολιτικής απόγνωσης και όχι επιλογής.

Η πολιτική πρέπει να παρουσιάσει αξιόπιστες και κοινωνικά αποτελεσματικές πρωτοβουλίες εξόδου από τη νέα κρίση, διότι διαφορετικά θα οδηγηθούμε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, οι οποίες με τα σημερινά δεδομένα είναι το πλέον πιθανό σενάριο.

Κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να γίνει μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, διότι η μόνη θεσμική οντότητα που έχει την αναγκαία δύναμη πυρός για να υπερασπιστεί τις απαραίτητες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές απέναντι στις αδηφάγες αγορές είναι η Ευρωζώνη. Και τούτο, βέβαια, μόνο εφόσον η τελευταία καταφέρει και πάλι να αποφύγει τη διάλυση…

Exit mobile version