Η ελληνική οικονομία για να συνεχίσει να εξελίσσεται απρόσκοπτα χρειάζεται να διατηρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα ισχυρό αναπτυξιακό ρυθμό. Η χώρα χρειάζεται να συγκεντρώνει ξένες επενδύσεις προκειμένου να καλύψει την κληρονομιά της κρίσης, καθώς οι επενδύσεις παγίων στο ΑΕΠ υστερούν περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η Κυβέρνηση τα τρία τελευταία χρόνια με μια συντονισμένη και σωστά μεθοδευμένη προσπάθεια κατάφερε να τοποθετήσει και πάλι τη χώρα στον επενδυτικό χάρτη. Η επίδοση του περασμένου έτους, δηλαδή η εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων που υπερέβησαν τα 7 δισ. ήταν ένα ρεκόρ για την οικονομία μας και μια τάση που πρέπει να διατηρηθεί και τα επόμενα χρόνια. Η αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας επιστρέφει και το αποδεικνύουν οι επενδύσεις μεγάλων ομίλων και ισχυρών επενδυτικών funds όπως π.χ. Μicrosoft, Google, του κρατικού fund της Σιγκαπούρης GIC, του CVC, κ.ά.
Έχοντας διευθετημένο το δημόσιο χρέος με χαμηλά επιτόκια για τα επόμενα χρόνια, η Ελλάδα απορροφώντας αποτελεσματικά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και προσελκύοντας σημαντικές ξένες επενδύσεις έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγικότητα και την εξωστρέφεια αλλάζοντας το οικονομικό μοντέλο. Η προσπάθεια που γίνεται να ανακτήσει η χώρα τη διεθνή επενδυτική εμπιστοσύνη, θα «σφραγιστεί» με την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας. Απαραίτητο διαβατήριο καθώς είναι λογικό και εύλογο οι ξένες εταιρίες να διστάζουν να επενδύσουν σε μια χώρα που το αξιόχρεο της κατατάσσεται στην κατηγορία «σκουπίδια».
Η διατήρηση μιας οικονομικής πορείας με ισχυρούς αναπτυξιακούς ρυθμούς και σημαντική συμβολή των άμεσων ξένων επενδύσεων είναι το ουσιαστικό διακύβευμα των επόμενων εκλογών. Άλλωστε από τις επιδόσεις της οικονομίας εξαρτώνται οι μισθοί, οι συντάξεις και οι φόροι που πληρώνουμε, γεγονός που το βιώσαμε όλοι μας στα χρόνια της κρίσης.