Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Ούτε για το πολιτικό σύστημα, ούτε για τραπεζίτες, επενδυτές, μεσίτες, οικονομικούς παράγοντες του τόπου, «συλλέκτες» ακινήτων, ιδιοκτήτες, ενοικιαστές, όλους μας. Η παγκόσμια κρίση του 2008 είχε τις ρίζες της στη «φούσκα» των ακινήτων και είναι πολύ νωπή για να την ξεχάσουμε τόσο γρήγορα. Ειδικά εμείς, εδώ στην Ελλάδα, που εξαιτίας των πρόσθετων στρεβλώσεων της οικονομίας μας η κρίση πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις και κατέληξε στην κοινωνική τραγωδία της δεκαετίας 2010-1019.
Οι αριθμοί γύρω μας προκαλούν ίλιγγο. Τα επίσημα στοιχεία λένε ότι οι τιμές των ακινήτων ανέβηκαν κατά 45% μέσα σε τέσσερα χρόνια. Μόνο μέσα στο 2022 η αύξηση έφτασε στο 11%. Η πραγματική εικόνα που βλέπουμε γύρω μας είναι ακόμη χειρότερη, σχεδόν ξεπερνά κάθε λογική. Στην πράξη, οι τιμές αγοράς πάνε να διπλασιαστούν σε χρόνο-ρεκόρ: βίλες, μονοκατοικίες, αλλά και διαμερίσματα του 1980, χωρίς η περιοχή να έχει σημασία. Σε ακριβές, φθηνές ή μεσαίες συνοικίες της Αττικής ή της περιφέρειας, είτε προορίζονται για μόνιμη ή εξοχική κατοικία είτε για επαγγελματική χρήση. Ολα ανεβαίνουν δυσανάλογα με την αξία τους. Με τα ενοίκια η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη. Οπως θα διαβάσετε στο πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ του «ΘΕΜΑτος» της Κυριακής 23-10 (σελίδες 26-31), €380 ενοίκιο για 13 τ.μ., κατασκευής του 1982, στον Πειραιά, €3.500 για διαμέρισμα 50 τ.μ. στη Σαρωνίδα ή €2.500 για 37 τ.μ. στο Κολωνάκι.
Είναι αλήθεια ότι η ελληνική κτηματαγορά είχε βυθιστεί λόγω της κρίσης και άρα είναι εύλογο να προσπαθεί να ξαναβρεί το… ύψος της. Η πανδημία και η αύξηση του κόστους κατασκευής πυροδότησαν τις τιμές. Η δημιουργία υπερπολυτελών ακινήτων, όπως στο mega project του Ελληνικού, ανέβασε τις αξίες. Το ενδιαφέρον των ξένων αυξήθηκε. Πλούσιοι Κινέζοι θέλουν ένα σπίτι στην Αττική και Ευρωπαίοι συνταξιούχοι ένα εξοχικό στα νησιά ή στη Μάνη. Οι ενοικιάσεις μέσω Airbnb άλλαξαν την αγορά των ακινήτων και ανέβασαν τα ενοίκια. Τίποτα όμως από όλα αυτά, ούτε όλα αυτά μαζί δικαιολογούν την απίθανη εκτόξευση των τιμών. Σίγουρα κάτι δεν πάει καλά. Οι εκτιμήσεις των «ειδικών» αναφέρουν ότι οι τιμές μπορούν να ανέβουν ακόμη 18%, για να φτάσουν στα επίπεδα του 2008, από τα οποία άρχισε η… καταστροφή. Και ακόμη προβλέπουν η ανοδική πορεία να συνεχιστεί μέχρι το 2030. Σε λίγο η εξέλιξη θα αρχίσει να θυμίζει τη γνωστή ιστορία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου το 1999, όταν την ημέρα που η Ρικομέξ γκρεμίστηκε από τον σεισμό και σκοτώθηκαν 39 άνθρωποι η μετοχή της ανέβηκε. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Αυτός ο παραλληλισμός έχει να κάνει με το γεγονός ότι την ίδια στιγμή το «θανατηφόρο κοκτέιλ» πληθωρισμού και ύφεσης επεκτείνεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι τράπεζες αυξάνουν με απίθανη ευκολία τα επιτόκια και φυσικά δεν εξαιρούν τα στεγαστικά δάνεια. Από τις ΗΠΑ μέχρι την… Ελλάδα ήδη πλησιάζουν το 7% και όποιος αντέξει. Η εκτόξευση δεν αφορά μόνο τους νέους αγοραστές, αλλά και τους παλιούς ιδιοκτήτες, που είναι αμφίβολο αν θα μπορέσουν να κρατήσουν τα σπίτια τους ή θα αναγκαστούν να τα πουλήσουν και σε ποιον. Η πανδημία αύξησε τη ρευστότητα των νοικοκυριών και τις καταθέσεις στις τράπεζες, αλλά μέχρι πότε; Προχθές ο «Economist» έγραφε πως τα ακίνητα στον Καναδά έπεσαν ήδη κατά 9% από τις αρχές του 2022. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βλέπει διόρθωση τιμών παντού. Υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το ίδιο θα γίνει και στις υπόλοιπες χώρες, προτού ακολουθήσει η Ελλάδα; Μελέτη του Bloomberg λέει πως η χώρα μας βρίσκεται στην 22η θέση, όσον αφορά την κλίμακα κινδύνου «φούσκας» στα ακίνητα. Αν σκεφτούμε τον πανικό με τον οποίο αντιδρούν οι Ελληνες στα δύσκολα, ο κίνδυνος δεν είναι και τόσο μακρινός. Αλλωστε στη χώρα μας δεν έχουμε και κάποια αύξηση του πληθυσμού που θα ανεβάσει τη ζήτηση για σπίτια και άρα τις τιμές.
Νομίζω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή να μπει φρένο σε αυτή την απίστευτη κούρσα τιμών στα ακίνητα. Ιδιοκτήτες και ενοικιαστές πρέπει να δείξουν ψυχραιμία, οι παράγοντες του real estate αυτοσυγκράτηση, το τραπεζικό σύστημα να θυμηθεί την περιπέτεια που πέρασε και η κυβέρνηση να ασκήσει τον παρεμβατικό της ρόλο όταν βλέπει πως η κατάσταση ξεφεύγει. Είναι φανερό ότι πάει να δημιουργηθεί μια στρέβλωση που, αν συνεχιστεί, θα την πληρώσουμε ξανά όλοι μας. Δεύτερη «φούσκα» σε 15 χρόνια πάει πολύ…