Φυσικά μπορεί και να μην έχει συμβεί αυτό, αφού ημερολογιακά μπορεί η κυβέρνηση να πάει μέχρι την άνοιξη του 2023. Συνήθως, όμως, οι πρωθυπουργοί σκέφτονται πάντοτε δύο και τρεις εναλλακτικές περιόδους-ημερομηνίες όπου θα βρουν την καλύτερη ευκαιρία για να πάνε -έτσι όπως θέλουν- σε εκλογές. Οι δύο από τις τρεις (χωρίς να αποκλείονται θεωρητικά… άλλες 13) τοποθετούνται το 2022, στις αρχές ή τα τέλη του καλοκαιριού, και η τρίτη ημερομηνία την άνοιξη του 2023, λίγο πριν από τη λήξη της θητείας.
Σε κάθε περίπτωση ο δρόμος για μια νέα τετραετία «στρώνεται» πάντα νωρίτερα και η ετήσια παρουσία του πρωθυπουργού με τις εξαγγελίες για την οικονομική πολιτική είτε για τελευταία είτε για προτελευταία φορά προ των εκλογών είναι πάντα σημαντική.
Προχθές, για να συνδέσουμε τα γεγονότα, ένα πολύ ισχυρό διεθνώς -αλλά άγνωστο στην Ελλάδα- αυστραλιανό fund, το Macquarie, έδωσε μια εξόχως εντυπωσιακή προσφορά (απίστευτη θα έλεγα) και πήρε το 49% του δικτύου διανομής ρεύματος της Ελλάδας (ΔΕΔΔΗΕ) αιφνιδιάζοντας τους πάντες. Οχι φυσικά γιατί… δεν τους ξέραμε εμείς, αλλά γιατί το συγκεκριμένο -πανίσχυρο παγκοσμίως- γκρουπ με εξειδίκευση στις ενεργειακές υποδομές- δεν ήταν από αυτά που είχαν από καιρό γνώση της εγχώριας αγοράς, δεν είχαν «ντόπιο συνεταίρο» και έβαλαν 2,1 δισ. ευρώ σε μια επένδυση στην οποία το 51% και τη διοίκηση την έχει το ελληνικό κράτος. Δηλαδή η κυβέρνηση, γιατί στην Ελλάδα οι «κυβερνήσεις είναι το κράτος», με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Να υπενθυμίσω ότι τους τελευταίους μήνες και παρά την πανδημία, παγκόσμιοι κολοσσοί όπως η CVC που έχει φτάσει τις επενδύσεις της στην Ελλάδα στο 1,5 δισ. ευρώ και είναι πλέον ο μεγαλύτερος «εργοδότης» της χώρας, η BC Partners που έδωσε 1 δισ. ευρώ για επενδύσεις στις τηλεπικοινωνίες, η Mondelez που αγόρασε την Chipita έναντι 1,7 δισ. ευρώ, η Italgas με 750 εκατ. ευρώ στη ΔΕΠΑ Υποδομών και αρκετοί διεθνείς οίκοι έχουν επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, οι οποίοι μόνο κερδοσκοπικά funds και «κοράκια» δεν είναι.
Την ίδια περίοδο, έστω και στην ομολογουμένως δυσμενή παγκοσμίως συγκυρία της πανδημίας, παρατηρεί κανείς τεράστιο ενδιαφέρον για μικρότερα και «ελαφρύτερα» πρότζεκτ, αλλά με ιδιαίτερη σημασία στην ανάπτυξή της. Η αγορά γης και ακινήτων, επαγγελματικών, εξοχικών στα νησιά αλλά και στον αστικό ιστό της χώρας από ξένους, κυρίως, είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ζήτηση στον πύργο του Ελληνικού για διαμερίσματα, το «Costa Navarino» που… πουλάει ό,τι χτίζει και πολλά ακόμα μεσαία ή μικρότερα οικιστικά projects. Στην Αθήνα «ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια» δεκάδες ξενοδοχεία, ενώ οι τιμές των οικοπέδων στα νησιά, κυρίως, έχουν διπλασιαστεί μέσα σε δύο χρόνια.
Όλες οι ενδείξεις οδηγούν σε ανάκαμψη αρχικώς από την πανδημία με υψηλούς ρυθμούς και κατόπιν σε διατηρήσιμη ανάπτυξη, η οποία δεν θα στηρίζεται στην κατανάλωση, αλλά σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις, γεγονός που φυσικά θα ενισχυθεί την επόμενη τετραετία με τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πάντα θα υπάρχουν προβλήματα, γκρίζες ζώνες, δύσκολες στιγμές και μεγάλα ατυχή γεγονότα σε μια διακυβέρνηση, όπως οι φωτιές, η ακρίβεια που οφείλεται σε διεθνείς παράγοντες, μερικές λάθος επιλογές στρατηγικής ή προσώπων όπως ο Αποστολάκης.
Η ουσία είναι όμως αν μια διακυβέρνηση -εκμεταλλευόμενη πάντα τις διεθνείς συγκυρίες- μπορεί να δημιουργήσει τις προοπτικές, την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο για τους πολίτες. Και το καλύτερο μέλλον για όλους δημιουργείται μόνο με τις επενδύσεις νέων κεφαλαίων, είτε διεθνών είτε ελληνικών συμφερόντων. Ετσι μόνο δημιουργούνται νέες δουλειές, «πέφτει κι έρχεται» χρήμα το οποίο διανέμεται σε όλους και έτσι δημιουργείται σταδιακά ευημερία στους πιο πολλούς. Αυτό μετράει στο τέλος και αυτό θα μετρήσει και στις εκλογές, όποτε και αν γίνουν.