Η αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας αλλά και της ακρίβειας στο ράφι, είναι το μείζον θέμα της κοινωνίας αλλά και της κυβέρνησης τον τελευταίο χρόνο. Οι επιδοτήσεις και τα μέτρα που παίρνονται όλο αυτό το διάστημα και θα συνεχιστούν και τους επόμενους μήνες, είναι ένας βραχνάς για όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και πρωτίστως για την ελληνική, καθώς η οικονομία μας, παρά την ανθεκτικότητα που επιδεικνύει, επ΄ ουδενί μπορεί να ενταχθεί στις λεγόμενες ισχυρές οικονομίες της ΕΕ.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει την επιλογή να επιδοτεί σε ένα μεγάλο βαθμό τα ευάλωτα νοικοκυριά με εισοδηματικά κριτήρια (fuel pass, επιταγές ακρίβειας, επιδότηση ρεύματος στην αρχική φάση και οριζόντια από τον Ιούλιο και μετά, επιδότηση πετρελαίου θέρμανσης για οικονομικά ασθενέστερους κ.λπ.)
Τα λεφτά που μοιράζονται και ανέρχονται σε αρκετά δισ. ευρώ, προέρχονται κυρίως από τον λεγόμενο δημοσιονομικό χώρο, δηλαδή από την υπεραπόδοση των φόρων.
Με άλλα λόγια, οι υψηλοί φόροι στα καύσιμα κυρίως αλλά και στο ηλεκτρικό ρεύμα και το φυσικό αέριο, αποδίδουν περισσότερα έσοδα, καθώς υπολογίζεται ο ΦΠΑ σε πολύ υψηλότερες τιμές.
Στη συνέχεια, η κυβέρνηση αποφασίζει το μεγαλύτερο μέρος αυτής της υπεραπόδοσης των εσόδων, να τον μοιράσει επιλεκτικά σε αυτούς που θεωρεί ότι έχουν μεγαλύτερες ανάγκες. Τουτέστιν μεθερμηνευόμενο, πληρώνουν υψηλές τιμές και φόρους οι πάντες και κυρίως αυτοί με μεσαία εισοδήματα και πάνω και παίρνουν επιδόματα οι φτωχότεροι.
Αυτό όμως δεν διαφέρει και πολύ από την πολιτική ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν στην εξουσία που τα έπαιρνε από τη μεσαία τάξη και τα μοίραζε στους φτωχότερους με τα γνωστά αποτελέσματα που τα διαπίστωσε στις κάλπες και στη συνέχεια αναγκάστηκε να ομολογήσει πως ήταν μεγάλο της λάθος η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης η οποία και τους τιμώρησε.
Δυστυχώς και τώρα, διαπιστώνεται μια μεροληπτική πολιτική στη στήριξη της κοινωνίας εις βάρος και πάλι της μεσαίας τάξης. Για τους πλουσιότερους δεν τίθεται θέμα γιατί αυτοί ελάχιστα πλήττονται αφού αντέχουν την ακρίβεια χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα.
Επιπρόσθετα, πρέπει να το πούμε κι αυτό, μέσα στις λεγόμενες ευάλωτες ομάδες που επιδοτούνται, περιλαμβάνονται και πολλοί, πάρα πολλοί, που στην ουσία δεν είναι φτωχοί αλλά απλά φοροφυγάδες, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων τους είναι «μαύρο» και αδήλωτο. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλο, αυτή είναι η πικρή αλήθεια καθώς όλοι έχουμε στον κοινωνικό μας περίγυρο ελεύθερους επαγγελματίες που δηλώνουν ελάχιστα και σπεύδουν από τους πρώτους να πάρουν τα διάφορα fuel pass, κουπόνια κοινωνικού τουρισμού, επιταγές ακρίβειας, φθηνό πετρέλαιο θέρμανσης κ.λπ.!
Θα πει κανείς πως είναι δύσκολο να διαχωρίσεις τους πραγματικά φτωχούς, αν εξαιρέσουμε τους χαμηλοσυνταξιούχους ή να εντοπιστούν οι ελεύθεροι επαγγελματίες, τις υπηρεσίες των οποίων όλοι πληρώνουμε με μαύρα κι αν ζητήσουμε απόδειξη εκτός από τον ΦΠΑ που θα κληθούμε να πληρώσουμε, ενδέχεται να μην έρθουν να μας κάνουν τη δουλειά!
Εν τοιαύτη περιπτώσει όμως, δεν χρειάζεται η κυβέρνηση να επιλέγει ή να αποκλείει κάποιους από τα επιδόματα τα οποία ξαναθυμίζω προέρχονται όχι από την τσέπη του Μητσοτάκη αλλά από τους φόρους που πληρώνουμε όλοι.
Και, επιπλέον, αν ήθελε η κυβέρνηση όντως να αντιμετωπίσει την ακρίβεια, θα μπορούσε -για παράδειγμα- να ρίξει από το 24% στο 12% τον ΦΠΑ στα καύσιμα έτσι ώστε όλοι οι πολίτες-καταναλωτές να ένιωθαν τη μέριμνα και την αλληλεγγύη του κράτους σε αυτές τις δύσκολες στιγμές. Γιατί, κακά τα ψέματα, η λογική «γιατί να πληρώνει η Εκάλη και το Ψυχικό την ίδια τιμή ρεύματος και βενζίνης με το Κερατσίνι και το τελευταίο χωριό», είναι κομμουνιστική λογική εξίσωσης προς τα κάτω, που είναι εντελώς παράλογη στις μέρες μας.
Μια λογική που υιοθετεί μια φιλελεύθερη, υποτίθεται, κυβέρνηση και ετοιμάζεται μάλιστα να άρει την οριζόντια επιδότηση στο ρεύμα και να την παίρνουν μόνο όσοι κάνουν εξοικονόμηση στην κατανάλωση, αντί του σωστού που θα ήταν να έχουν μεγαλύτερη επιδότηση όσοι καταφέρνουν να κάνουν και εξοικονόμηση.